Αποχή από τις διαδικασίες – Καταψήφιση της τελικής έκθεσης αποτίμησης, ανατροπή της αξιολόγησης

Διανύουμε μια περίοδο κατά την οποία η ρευστότητα και η αβεβαιότητα είναι τα μόνα δεδομένα σε γεωπολιτικό, οικονομικό και πολιτικοκοινωνικό επίπεδο. Η χώρα μας δεν μένει ανεπηρέαστη, καθώς το σκηνικό του πολέμου και η πλήρης μετατροπή της σε ορμητήριο των Αμερικανο-ΝΑΤΟϊκών προκαλούν κλιμάκωση της έντασης αλλά και αξιοποιούνται για μια ομόλογη εμβάθυνση της επίθεσης στην ελευθερία, στην εργασία και στις κοινωνικές κατακτήσεις της μεταπολίτευσης.

Στην εκπαίδευση αντιμετωπίζουμε πλέον στην πράξη τις αρνητικές αλλαγές. Τα εμφανή μέτωπα αυτό τον καιρό είναι από τη μια η κυριαρχία των εξετάσεων που θα φέρει νέους αποκλεισμούς στους φτωχούς, ενώ ήδη τυποποιεί την εκπαιδευτική διαδικασία για όλους, και από την άλλη η ωμή καταστολή στα πανεπιστήμια.

Στο φόντο, εξελίσσεται στην Α΄/θμια και στη Β΄/θμια εκπαίδευση η διαδικασία της εσωτερικής αξιολόγησης των σχολείων, όχι βέβαια απρόσκοπτα και ακριβώς όπως ορίζεται από τη νομοθεσία. Παρατηρούμε έντονες αντιφάσεις, καθώς η κυβέρνηση έχασε ιδεολογικά τη μάχη της αξιολόγησης και αναγκάστηκε με δικαστικές αποφάσεις να σύρει τον κλάδο στην εφαρμογή της, με την πολύτιμη βοήθεια συνδικαλιστικών ηγεσιών και παρατάξεων. Είναι αλήθεια ότι ένα μεγάλο τμήμα των εκπαιδευτικών είτε δε συμμετέχει καθόλου στο σχεδιασμό και την υλοποίηση των σχεδίων δράσης των ομάδων είτε το κάνει με «βαριά καρδιά» αφήνοντας σε πρόθυμους διευθυντές, συντονιστές και άλλα επίδοξα στελέχη τη «βρώμικη» δουλειά. «Για τα μάτια του υπουργείου», πάντως, γίνονται δράσεις και ανεβαίνουν στην πλατφόρμα του ΙΕΠ κείμενα με προχειρότητα που συχνά προσβάλλουν κάθε έννοια επιστήμης, παιδαγωγικής αλλά και λογικής. Το υπουργείο και η κυβέρνηση,  επιδεικνύοντας ευελιξία, θέτουν ως προτεραιότητα την εμπέδωση και την κατοχύρωση της αξιολόγησης, χωρίς να ασκούν -για την ώρα- αφόρητες πιέσεις προς τους εκπαιδευτικούς που δεν συμμετέχουν καθόλου ή συμμετέχουν για το «θεαθήναι» στις διαδικασίες της αξιολόγησης.

Είναι κραυγαλέες οι τεράστιες ευθύνες των συνδικαλιστικών ηγεσιών σε ΟΛΜΕ και ΔΟΕ που δεν κάνουν τίποτε για να πάρει συλλογική έκφραση η διάχυτη δυσφορία του κλάδου. Τηρουμένων των αναλογιών και της δυναμικής στην αρχή της χρονιάς, φάνηκε αδύνατο για μεγάλο κομμάτι της βάσης να ξεπεράσει την ανάθεση της οργάνωσης του αγώνα στις ηγεσίες, οι οποίες μας οδηγούν από ήττα σε ήττα, με αποτέλεσμα να προσαρμόζεται στο συμβιβασμό και την ανημποριά. Στην ΟΛΜΕ οι κυρίαρχες παρατάξεις συνεχίζουν να προωθούν την πολιτική της αδράνειας, του εφησυχασμού και της υποταγής στην αξιολόγηση και δεν έχουν ψελλίσει τίποτε για τη στάση που πρέπει να κρατήσουν οι εκπαιδευτικοί στις διαδικασίες της αποτίμησης που είναι μπροστά.

Η «φωνή» της ΟΛΜΕ συμπληρώνεται από την εξίσου υπονομευτική τακτική της ΔΟΕ,  που σύσσωμη έχει από καιρό επιλέξει την τακτική κατάθεσης των «ενιαίων κειμένων». Το επιχείρημα της ενότητας που επικαλούνται οι κυρίαρχες και μη παρατάξεις στη ΔΟΕ δεν μπορεί να αποκρύψει ότι τα «ενιαία κείμενα» συνιστούν τυπικά συμμετοχή στη διαδικασία της αξιολόγησης. Για τους εμπνευστές τους αποτελούν ένα «τέχνασμα», που, ωστόσο, δεν μπορεί να ξεγελάσει τον αντίπαλο (υπουργείο και κυβέρνηση) αλλά, προωθώντας τη λογική της αντιμετώπισης της αξιολόγησης με «μηδενικό κόστος» και ένα ψευδές αίσθημα νίκης και ασφάλειας, υπονομεύει την προσπάθεια για τη δημιουργία όρων μαζικής αντίστασης και ανατροπής της. Σε τελική ανάλυση, όσοι σύλλογοι καταθέσουν τα «ενιαία κείμενα» θα καταγραφούν από την ηγεσία του υπουργείου ότι συμμετείχαν κανονικά στη διαδικασία, ενώ βέβαια καμιά απάντηση δε δίνεται για το τι θα επακολουθήσει στην επόμενη φάση της εξωτερικής αξιολόγησης.

Τα διαπιστευτήρια στη νομιμότητα, πάντως, έδωσε και η επιμονή στην απεργία-αποχή ως τη μόνη αγωνιστική λύση απέναντι σε ένα στρατηγικό στόχο του συστήματος. Οι παραπάνω επιλογές έδωσαν μεν στην αρχή μια ώθηση, αλλά σύντομα κατέληξαν να πλήξουν την αγωνιστική διάθεση, όπως φάνηκε ήδη από τον Οκτώβριο. Η υποχώρησή μας άφησε τον χώρο και έδωσε τον χρόνο στην κυβέρνηση αφενός να προχωρήσει στην εφαρμογή όσων προβλέπουν οι νόμοι 4823/2021 και 4692/2020, με διαλυτική επίδραση σε συλλόγους και σχολεία και αφετέρου να καθιερώσει την Τράπεζα Θεμάτων για τις εξετάσεις, χωρίς να μπορέσει να αναπτυχθεί κανενός είδους αντίσταση σε αυτά. Άμεσα συνδεδεμένες είναι και οι αλλαγές στα πανεπιστήμια: από την ΕΒΕ μέχρι τις συγχωνεύσεις τμημάτων, τη μείωση των εισακτέων, το επόμενο νομοσχέδιο για την επίσημη συμμετοχή των επιχειρήσεων στο έργο και τη διοίκηση των πανεπιστημίων και -φυσικά- την πανεπιστημιακή αστυνομία.

Απέναντι στην καλλιεργημένη αντίληψη ότι όλα έχουν τελειώσει και κριθεί, είναι ανάγκη να αναπτυχθεί και να δυναμώσει μια άλλη συνδικαλιστική προοπτική και πρακτική. Η μάχη συνεχίζεται, εφόσον μέχρι την 25η Ιουνίου πρέπει να εγκριθεί η τελική Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης σε ειδική συνεδρίαση των συλλόγων. Επομένως:

  • Να πιέσουμε ώστε οι ΕΛΜΕ και ΣΕΠΕ να κηρύξουν κυλιόμενες στάσεις εργασίας, ώστε  να στηριχτούν συνδικαλιστικά όλοι οι συνάδελφοι-συναδέλφισσες, προκειμένου να μην συμμετέχουν στη συνεδρίαση.
  • Να αξιοποιήσουμε και να δηλώσουμε την απεργία-αποχή στις ΕΛΜΕ και ΣΕΠΕ που την έχουν επαναπροκηρύξει.
  • Όπου δεν υπάρχουν οι παραπάνω δυνατότητες, συμμετέχουμε στη συνεδρίαση της αποτίμησης και δεν κάνουμε καμιά πρόταση ούτε εγκρίνουμε την τελική Έκθεση. Ακόμα κι αν έχουμε συμμετάσχει με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τώρα, διατηρούμε το δικαίωμα να  καταψηφίσουμε την αποτίμηση των σχεδίων δράσης. Αν μειοψηφίσουμε και μόνο εφόσον το επιθυμούμε (ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του συλλόγου διδασκόντων), μπορούμε ως μειοψηφία να ζητήσουμε να καταγραφεί η άποψή μας στο πρακτικό του συλλόγου. Για τη συγκεκριμένη περίπτωση ως πρόταση δίνεται το παρακάτω κείμενο: «Καταψηφίζω (-ουμε) την αποτίμηση των σχεδίων δράσης και την έκθεση εσωτερικής αξιολόγησης καθώς η συμμετοχή της (μεγάλης) πλειοψηφίας των μελών του Συλλόγου στην υλοποίηση και την αποτίμησή τους είναι αποτέλεσμα ανάθεσης εκ μέρους του Διευθυντή, μετά τη δικαστική απόφαση (4242/2021 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, 13/10/2021) που έκρινε παράνομη την κηρυγμένη από τις ΟΛΜΕ-ΔΟΕ απεργία-αποχή από τη συγκεκριμένη διαδικασία. Συντάσσομαι (-μαστε) με την καταγεγραμμένη θέση των συλλογικών συνδικαλιστικών μας οργάνων, σύμφωνα με την οποία οι διαδικασίες αξιολόγησης θίγουν λαϊκές κατακτήσεις στο δημόσιο σχολείο και παράγουν νέα αντιεκπαιδευτικά αποτελέσματα».

Το τρίπτυχο αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα βήμα για να κρατηθούν ζωντανές και να εκφραστούν όσο γίνεται πιο συλλογικά οι διάσπαρτες και μεμονωμένες πράξεις αντίστασης. Η αξιολόγηση,  που προωθεί την πειθάρχηση και τη χειραγώγηση των εκπαιδευτικών, την κατηγοριοποίηση σχολείων και εκπαιδευτικών, την υπονόμευση των εργασιακών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων συμπληρώνει την αντιδραστική κυβερνητική-συστημική πολιτική της απογείωσης των ταξικών φραγμών στη δημόσια εκπαίδευση. Με δεδομένο ότι ως  επόμενα βήματα προβλέπονται η εξωτερική και αργότερα η ατομική αξιολόγηση, γίνεται φανερή η αναγκαιότητα οικοδόμησης προϋποθέσεων για μια κεντρική-συνολική μάχη με την κυβέρνηση για την ανατροπή της αξιολόγησης με αγώνες, απεργίες και διαδηλώσεις.

Η σύνδεση του αγώνα των εκπαιδευτικών ενάντια στην αξιολόγηση με τον αγώνα ενάντια στην τράπεζα θεμάτων και στην ΕΒΕ, που χτυπούν άμεσα το δικαίωμα στις σπουδές για τα παιδιά από τα φτωχά λαϊκά στρώματα, όπως και με τον αγώνα των φοιτητών ενάντια στα ΜΑΤ που εισβάλλουν στις σχολές, ενάντια σε όλους τους νόμους και νομοσχέδια που μετατρέπουν το πανεπιστήμιο σε χώρο ανοιχτό σε λίγους καταστέλλοντας την ελευθερία σκέψης, δράσης και τις κινηματικές διαδικασίες, και -επομένως- η δημιουργία μετώπου με φοιτητές και γονείς, θα πολλαπλασιάσουν τις δυνατότητες και θα ανοίξουν ελπιδοφόρα προοπτική νίκης.

Δικτύωση Εκπαιδευτικών για την ανατροπή της αξιολόγησης

Μοιραστείτε το άρθρο