ΝΑΙ στην αντι-SLAPP νομοθεσία | ΟΧΙ στους «μπάτσους» της ενημέρωσης («task force», επιτροπή λογοκρισίας, κυβερνητική πρόταση Σαμοθράκης)

Στις 27 του περασμένου Απρίλη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε την (α)τιμητική της, καθώς βρέθηκε στο στόχαστρο της Κομισιόν για την κατρακύλα των ΜΜΕ και για το κυνήγι που έχει εξαπολύσει κατά δημοσιογράφων και ανεξάρτητων και αδέσμευτων Μέσων Ενημέρωσης (και όχι μόνον), μέσω των στοχοποιήσεων, της παρεμπόδισης της εκτέλεσης του δημοσιογραφικού λειτουργήματος και τον ξυλοδαρμό από τις δυνάμεις καταστολής, και τις Στρατηγικές μηνύσεις/αγωγές για την Αποθάρρυνση της Συμμετοχής του Κοινού ή Strategic lawsuits against public participation (SLAPP) από την «εταιρειοκρατία», που στόχο έχουν τη φίμωση και την οικονομική εξόντωση όλων όσοι κάνουν διευρευνητική και αποκαλυπτική δημοσιογραφία και δε συμμορφώνεται «προς τα υποδείξεις» κ.λπ.

Από τον Γιώργη Χρήστου
μέλος του Μεικτού Συμβουλίου ΕΣΗΕΑ
και της Πρωτοβουλίας για την Ανατροπή

Τότε, δεν είχε αποκαλυφθεί το σκάνδαλο των υποκλοπών και παρακολουθήσεων, με τις καταχρηστικές αγωγές που ακολούθησαν και την απαίτηση για αποζημίωση 400.00 από τον ανιψιό Μητσοτάκη και παραιτηθέντα γενικό γραμματέα του πρωθυπουργικού γραφείου Γρηγόρη Δημητριάδη εναντίον των δημοσιογράφων, που αποκάλυψαν τις παρακολουθήσεις (εδώ για την υπόθεση στην ιστοσελίδα των reportersunited), την «Εφημερίδα των Συντακτών», τους «Reporters United» και το Θανάση Κουκάκη.

Τελευταίο κρούσμα, ο Δήμος Νάξου που απειλεί με SLAPP’s αγωγή και μήνυση την εφημερίδα «Κυκλαδική» και το συνάδελφο Λάμπρο Δεμερτζή επειδή τον ελέγχουν και αποκαλύπτουν τις ευθύνες που έχει στην ισοπέδωση του υδροβιότοπου της Λαγκούνας, για χάρη της «τουριστικοποίησης». Έχει, μάλιστα, το θράσος και απειλεί με τις SLAPP’s εάν δε δημοσιεύσει το ακόλουθο κείμενο: «Ανακαλούμε το δημοσίευμά μας διότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, δεν αποτυπώνει την αλήθεια και βλάπτει την τιμή, την υπόληψη και το κύρος του Δήμου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων. […] Τέλος ζητάμε συγγνώμη για τους αναληθείς και προσβλητικούς ισχυρισμούς μας, τους οποίους και ανακαλούμε κατά τ’ ανωτέρω και ανασκευάζουμε ανεπιφύλακτα στο σύνολό τους».

Στις 27 του περασμένου Απρίλη,, η Κομισιόν δημοσιοποίησε πρόταση Οδηγίας «κατά της καταχρηστικής προσφυγής στη δικαιοσύνη (στρατηγικές αγωγές προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού — SLAPP) με στόχο δημοσιογράφους και υπερασπιστές δικαιωμάτων» | Πρόταση οδηγίας – COM(2022)177 στα ελληνικά | Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών – SWD(2022)117 αγγλικά. Η Οδηγία έχει κεντρικό άξονα τις περιπτώσεις καταχρηστικών αγωγών με «διασυνοριακές επιπτώσεις», ορίζοντας μια σειρά νομικών διασφαλίσεων για τη μείωση της επικράτησης αυτών των αγωγών. Συνοδεύεται δε από σύσταση προς τα κράτη μέλη για τις ρυθμίσεις που πρέπει να λάβουν για τη θέσπιση ισοδύναμων μέτρων σε εγχώριες υποθέσεις. Όπως αναφέρεται, η Οδηγία «αποσκοπεί στην προστασία δημοσιογράφων και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο στρατηγικών αγωγών προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού (SLAPP). Πρόκειται για αγωγές που κατατίθενται κατά των προσώπων αυτών με σκοπό να αποτραπεί η ενημέρωση του κοινού και η υποβολή εκθέσεων σχετικά με ζητήματα δημόσιου συμφέροντος». Μάλιστα, κάλεσε τις κυβερνήσεις να την υιοθετήσουν και να την ενσωματώσουν στη εθνική νομοθεσία μέσα σε ενάμιση χρόνο, από τη στιγμή που την ανακοίνωσε.

Να σημειωθεί η «βιομηχανία» των SLAPP που έχει… ανδρωθεί υπέρ το δέον το τελευταίο διάστημα στη χώρα στρέφεται και κατά κινημάτωνπολιτών και φορέων που εκφράζουν κριτική απέναντι στο πρώτο, σχετικά με κάποιο ζήτημα επιχειρηματικού, κοινωνικού, πολιτικού, περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος που εμπίπτει στο γενικό και στο δημόσιο συμφέρον ή/και προκαλεί το δημόσιο ενδιαφέρον.

Πώς αντέδρασε η κυβέρνηση της ΝΔ; Με τη «Σύσταση και συγκρότηση Ομάδας Εργασίας Συντονισμού (task force) για τη Διασφάλιση της Προστασίας, της Ασφάλειας και της Ενίσχυσης της Θέσης των Δημοσιογράφων και άλλων Επαγγελματιών των Μέσων Ενημέρωσης | ΦΕΚ 3991Β/28-07-2022)»..

Η Πρωτοβουλία για την Ανατροπή είχε στηλιτεύσει την κυβερνητική απόφαση και είχε εκτιμήσει η «task force» θα λειτουργήσει ως το μακρύ χέρι του καθεστώς Μητσοτάκη και της «εταιρειοκρατίας» για να συνεχιστεί η κατρακύλα της ενημέρωσης στη χώρα και οι διώξεις ΜΜΕ και δημοσιογράφων που αρνούνται να γίνουν μέρος της «ομερτά» για την αποσιώπηση κυβερνητικών και επιχειρηματικών εγκλημάτων κατά του δημόσιου συμφέροντος και του λαού. Όπως επίσης είχε εκτιμήσει, αποτελούσε μια ακόμη προσπάθεια από την κυβέρνηση να συγκαλύψει την απροθυμία της να θεσμοθετήσει αντι-SLAPP νομοθεσία. για να συνεχίζει να πλήττει τον πλουραλιστικό δημόσιο διάλογονα οδηγήσει τους «στόχους» σε αυτολογοκρισία και να αποτρέψει άλλους «δυνητικούς στόχους» από το να ασκήσουν το δικαίωμά τους να διερευνούν θέματα δημόσιου συμφέροντος, όπως είναι οι δημοσιογράφοι, οι υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολίτες, συλλογικότητες και κινήματα εν γένει που ασκούν δημόσια ασκούν κριτική. Μάλιστα, είχε καταγγείλει τις πλειοψηφίες των Ενώσεων για το «πράσινο φως» που έδωσαν για τη δημιουργία μιας επιτροπής ασφαλείας των δημοσιογράφων, αντί να ασχοληθούν με τις καταχρηστικές αγωγές και να απαιτήσουν από την κυβέρνηση αντι-SLAPP νόμο.

Και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, και συγκεκριμένα ο συνάδελφος Γιώργος Τσαντίκος που συμμετείχε στην «Task Force» (εκ μέρους της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Πελοποννήσου – Ηπείρου – Νήσων ΕΣΗΕΠΗΝ), για να επιβεβαιώσει την εκτίμησή μας: «Όχι άλλες προσχηματικές επιτροπές», υπογραμμίζει σε κείμενο παραίτησής του, στο οποίο αναφέρει και φίμωση του ίδιου.

Ο συνάδελφος, λοιπόν, παραιτήθηκε από την παραπάνω επιτροπή. Το γιατί το εξηγεί ο ίδιος: «Ο λόγος είναι ότι η επιτροπή είναι προσχηματική. Ενώ τα μέλη της συνεδριάζουν, οι ξυλοδαρμοί εργαζόμενων σε ΜΜΕ από τις δυνάμεις καταστολής συνεχίζονται, όπως συνεχίζονται και οι στοχοποιήσεις και οι αγωγές-μηνύσεις συλλήβδην, μερικές από αυτές, από κυβερνητικά στελέχη». Ως επαγγελματίας δημοσιογράφος, 22 χρόνια στην καθημερινή δουλειά, συνεχίζει, «έχοντας γίνει πολλές φορές μάρτυρας βίας εις βάρος συναδέλφων και συναδελφισσών και κάποιες φορές στόχος μηνύσεων, δηλώνω ότι δεν μπορώ να συμμετάσχω σε μια τέτοια επιτροπή».

Και πότε φάνηκε το «προσχηματικό» της επιτροπής, όποτε και ο συνάδελφος Γιώργος Τσαντίκος έπεσε θύμα της προσπάθειας από πλευράς κυβέρνησης να πλήξει την ελευθερία του Τύπου, να χειραγωγήσει την ενημέρωση και να φιμώσει κάθε αντίθετη άποψη; Από τη δεύτερη κιόλας συνεδρίαση. Τότε, σημειώνει. «φάνηκε η κυβερνητική διάθεση, όταν στην πρόταση να ενταχθεί στην ατζέντα της επιτροπής, η επικίνδυνη “επιτροπή δεοντολογίας” που εντάσσει η κυβέρνηση στο νόμο για τα ΜΜΕ, ήταν ότι “ο νόμος θα ψηφιστεί την επόμενη εβδομάδα”. Η πρότασή μου δεν καταγράφηκε καν στα πρακτικά της συνεδρίασης».

«Η ηγεσία της ΕΣΗΕΑ, δηλαδή οι συνδικαλιστικές παρατάξεις ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο δεν αντέδρασε στον διορισμό επιτροπής, η οποία θα παρεμβαίνει για καταγγελίες παραβίασης της δεοντολογίας στις εφημερίδες και θα υπογράφει το κόψιμο κρατικής ενίσχυσης και διαφήμισης σε αυτές, αλλά βάζει σε αυτήν και το ΕΣΡ που τυπικά δεν έχει καμία δικαιοδοσία στον Τύπο, καθώς ελέγχει μόνο τα ηλεκτρονικά Μέσα. Επιπλέον, η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ, για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, υποστηρίζει πως δεν μπορεί να υπάρχει ασυδοσία στον Τύπο, γι’ αυτό και απαιτείται επιτροπή δεοντολογίας. Παραδέχεται, έτσι, πως τα υπάρχοντα όργανα δεν έχουν καμία δουλειά να ελέγχουν την τήρηση των κανόνων στη δημοσιογραφία, αλλά ο υπουργός που θα διορίζει εκπροσώπους της ΕΣΗΕΑ και των ενώσεων εκδοτών-ιδιοκτητών θα μπορεί να το πράξει! Ο συνδικαλιστικός κατήφορος των δυο παρατάξεων είναι απολύτως εξηγήσιμος. Εδώ και πολλά χρόνια, αποδέχθηκαν την πλήρη υποταγή των δημοσιογράφων στην προπαγανδιστική καταιγίδα κυβερνήσεων και οικονομικών συμφερόντων. Συναίνεσαν στην απώλεια του αυτόνομου ρόλου της δημοσιογραφίας στη διαμεσολάβηση της πληροφόρησης μέσω της εργασιακής εξαθλίωσης, της διάλυσης εργασιακών δικαιωμάτων, την κυριαρχία ατομικών συμβάσεων, τις πληρωμές με κουπόνια, τα άθλια ωράρια και τις αμοιβές των 400-500 ευρώ» | Από τη Ματίνα Παπαχριστούδη για ΠΡΙΝ του Σαββατοκύριακου

Για την πολιτική πραγματικότητα και καθημερινότητα, για όλα αυτά που ζουν στο «στο πετσί» τους οι δημοσιογράφοι, μέσα από την εκδήλωση της κάθε είδους βίας, προκειμένου να τρομοκρατηθούν, να βγάλουν το σκασμό και να γίνουν «χειροκροτητές» και «υπερασπιστές» του καθεστώτος Μητσοτάκη και της «εταιρειοκρατίας» που μαστίζει τη χώρα μας, τι ρόλο παίζει η «Τask Force»η επιτροπή της ασφάλειας των δημοσιογράφων; «Μπάτσοι» της ενημέρωσης. Το λέει ξεκάθαρα ο δημοσιογράφος της ΕΣΗΕΠΗΝ Γιώργος Τσαντίκος που κλείνει την καταγγελία του, με ένα «αντίο και ευχαριστώ για τα ψάρια”», όπως έλεγε και ένας σημαντικός. Θα τα πούμε στο ρεπορτάζ»:

«Συνάδελφοι όπως ο Θ. Κουκάκης παρακολουθούνται από τις κρατικές μυστικές υπηρεσίες και δεν καλούνται καν ως μάρτυρες στις κοινοβουλευτικές επιτροπές, ενώ για την ίδια υπόθεση, πρώην κυβερνητικό στέλεχος κυνηγάει με αγωγές τους δημοσιογράφους που έκαναν τις αποκαλύψεις. Παράλληλα, συνάδελφοι και συναδέλφισσες γίνονται στόχοι των ΜΑΤ και άλλων αστυνομικών σωμάτων, ξυλοφορτώνονται και εξευτελίζονται, τραυματίζονται σοβαρά ενίοτε, χωρίς να μπορούν να βρούνε το δίκιο τους. Εργαζόμενοι και εργαζόμενες στα ΜΜΕ βλέπουν καθημερινά τις εργασιακές τους συνθήκες να χειροτερεύουν και τους νόμους των κυβερνήσεων να συμβάλλουν σε αυτό, προς όφελος των εργοδοτών τους. Ακόμα χειρότερα, γυναίκες βιάζονται σε αστυνομικά τμήματα και η συστηματική αστυνομική βία καλύπτεται, δικαιολογείται και νομιμοποιείται».

Προσφάτως, στη Βουλή, το ΜέΡΑ25 επανεκατέθεσε την από 30 Νοεμβρίου 2021 τροπολογία για εισαγωγή αντι-SLAPP νομοθεσίας στη χώρα μας για τη «θωράκιση του δημόσιου διαλόγου από αδικαιολόγητες και καταχρηστικές παρεμβάσεις, στη διασφάλιση της ελευθερίας του λόγου, της ελευθεροτυπίας και στην ορθή λειτουργία του ελέγχου των εξουσιών σε μια υγιή δημοκρατική κοινωνία».

Θυμίζουμε επίσης πως από τις 18 Φεβρουαρίου 2022 συναφή πρόταση νόμου για την αντιμετώπιση καταχρηστικών στρατηγικών αγωγών (SLAPP) έχει καταθέσει και η Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή στο ΔΣΑ, «για να αντιμετωπιστεί ένα φαινόμενο που πλήττει τη δημοσιογραφική έρευνα και την ελευθερία λόγου, δημόσιας κριτικής και συλλογικής δράσης».

Οι συνδικαλιστικές ενώσεις όμως; Παρά τις συζητήσεις για το θέμα μέχρι και σήμερα δεν έχουν επεξεργαστεί σχέδιο πρότασης και συγκεκριμένες δράσεις για τις αγωγές τύπου SLAPP. Η προτεινόμενη οδηγία της Κομισιόν προβλέπει μέτρα για την αποθάρρυνση αγωγών σε αστικές υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα, επιτρέπει στους δικαστές να απορρίπτουν με ταχύτητα τις προδήλως αβάσιμες αγωγές κατά δημοσιογράφων και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θεσπίζει διάφορες δικονομικές εγγυήσεις και μέσα έννομης προστασίας, όπως αποζημίωση και αποτρεπτικές κυρώσεις για την άσκηση καταχρηστικών αγωγών.

Σήμερα, Σάββατο 22 Οκτώβρη, και αύριο, Κυριακή 23 Οκτώβρη, οι Ενώσεις Συντακτών έχουνε… δουλίτσα στο 17ο Δημοσιογραφικό Συνέδριο της Σαμοθράκης, όπου έχουν πάει να συζητήσουν το κυβερνητικό σχέδιο για την ασφάλεια των δημοσιογράφων και την ελευθερία του Τύπου.

Άλλη μία: το κυβερνητικό σχέδιο για την ασφάλεια των δημοσιογράφων και την ελευθερία του Τύπου.


Η παραίτηση του Γιώργου Τσαντίκου από την task force της γ.γ. Επικοινωνίας και Ενημέρωσης:

Όχι άλλες προσχηματικές επιτροπές

Πριν από μερικούς μήνες, η κυβέρνηση αναγκάστηκε, υπό την πίεση της πραγματικότητας (λίστες RSF, ξυλοδαρμοί εργαζόμενων στα ΜΜΕ από την αστυνομία, SLAPP’s) και της ΕΕ, αφού πρώτα λοιδόρησε τις πλείστες όσες καταγγελίες από συναδέλφους-ισσες, να στήσει μια επιτροπή που ονομάστηκε μεγαλόπνοα «Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων». Βρέθηκα στην επιτροπή εκπροσωπώντας την ΕΣΗΕΠΗΝ που με τίμησε με αυτή την επιλογή, αλλά δεν μπορώ να την υποστηρίξω.

Ο λόγος είναι ότι η επιτροπή είναι προσχηματική. Ενώ τα μέλη της συνεδριάζουν, οι ξυλοδαρμοί εργαζόμενων σε ΜΜΕ από τις δυνάμεις καταστολής συνεχίζονται, όπως συνεχίζονται και οι στοχοποιήσεις και οι αγωγές-μηνύσεις συλλήβδην, μερικές από αυτές, από κυβερνητικά στελέχη.

Ως επαγγελματίας δημοσιογράφος, 22 χρόνια στην καθημερινή δουλειά, έχοντας γίνει πολλές φορές μάρτυρας βίας εις βάρος συναδέλφων και συναδελφισσών και κάποιες φορές στόχος μηνύσεων, δηλώνω ότι δεν μπορώ να συμμετάσχω σε μια τέτοια επιτροπή.

Από τη δεύτερη κιόλας συνεδρίαση φάνηκε η κυβερνητική διάθεση, όταν στην πρόταση να ενταχθεί στην ατζέντα της επιτροπής, η επικίνδυνη «επιτροπή δεοντολογίας» που εντάσσει η κυβέρνηση στο νόμο για τα ΜΜΕ, ήταν ότι «ο νόμος θα ψηφιστεί την επόμενη εβδομάδα». Η πρότασή μου δεν καταγράφηκε καν στα πρακτικά της συνεδρίασης.

Πέρα από την ευγένεια και την εντιμότητα του προέδρου της, του γ.γ. Επικοινωνίας Δ. Γαλαμάτη, υπάρχει και η πολιτική πραγματικότητα και καθημερινότητα: συνάδελφοι όπως ο Θ. Κουκάκης παρακολουθούνται από τις κρατικές μυστικές υπηρεσίες και δεν καλούνται καν ως μάρτυρες στις κοινοβουλευτικές επιτροπές, ενώ για την ίδια υπόθεση, πρώην κυβερνητικό στέλεχος κυνηγάει με αγωγές τους δημοσιογράφους που έκαναν τις αποκαλύψεις. Παράλληλα, συνάδελφοι και συναδέλφισσες γίνονται στόχοι των ΜΑΤ και άλλων αστυνομικών σωμάτων, ξυλοφορτώνονται και εξευτελίζονται, τραυματίζονται σοβαρά ενίοτε, χωρίς να μπορούν να βρούνε το δίκιο τους. Εργαζόμενοι και εργαζόμενες στα ΜΜΕ βλέπουν καθημερινά τις εργασιακές τους συνθήκες να χειροτερεύουν και τους νόμους των κυβερνήσεων να συμβάλλουν σε αυτό, προς όφελος των εργοδοτών τους. Ακόμα χειρότερα, γυναίκες βιάζονται σε αστυνομικά τμήματα και η συστηματική αστυνομική βία καλύπτεται, δικαιολογείται και νομιμοποιείται.

Ως εκ τούτου, «αντίο και ευχαριστώ για τα ψάρια», όπως έλεγε και ένας σημαντικός. Θα τα πούμε στο ρεπορτάζ.

Πηγή: Μέτωπο για την Ανατροπή στα ΜΜΕ

Μοιραστείτε το άρθρο