ΓΑΛΛΙΑ “Κάρτα Υγείας”:
Η κοινωνία του Big Brother Pass είναι «καθ’οδόν»

Στη Γαλλία, οι διαμαρτυρίες ενάντια στην “κάρτα υγείας” (pass sanitaire) το περασμένο Σάββατο (7/8) ήταν περισσότερο δυναμικές και μαζικές. Αυτό το τρίτο Σάββατο διαδηλώσεων ενάντια στην επέκταση της “κάρτας υγείας” σε όλες της εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, δείχνουν ότι οι αντιδράσεις απέναντι στα σχέδια της κυβέρνησης Μακρόν όχι μόνο δεν αποδυναμώνονται, αλλά ενισχύονται και μάλιστα εν μέσω καλοκαιριού.

Στόχος όλων αυτών που μετέχουν στις συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις είναι να καταγγείλουν ένα επιβαλλόμενο σύστημα στέρησης της ελευθερίας που οδηγεί στον διαχωρισμό μέρους του πληθυσμού από τους περισσότερους δημόσιους χώρους. Αυτό όμως που γίνεται όλο και πιο φανερό είναι ότι η εισαγωγή της κάρτας υγείας δεν αφορά απλώς στον διαχωρισμό δύο κατηγοριών πολιτών, των εμβολιασμένων και των μη εμβολιασμένων: ο μόνιμος έλεγχος που εισάγεται από το “πάσο” προορίζεται για ολόκληρο τον πληθυσμό.

Στην Ιταλία το υγειονομικό πιστοποιητικό ονομάζεται “πράσινη κάρτα” (green pass) και έχει ακριβώς την ίδια λογική, διαχωρισμού και ελέγχου, καθώς και τη συσπείρωση αντιδράσεων ενός ετερόκλητου πολιτικά αριθμού πολιτών.

Ήδη τόσο σε Γαλλία όσο και Ιταλία εκτός από τις διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις, αναπτύσσεται προβληματισμός απέναντι στην προσπάθεια αυτή: επιβολής μιας πολιτικής καθολικού ελέγχου.

Από το ανεξάρτητο μέσο ενημέρωσης δημοσιογράφων Mediapart μεταφέρουμε ένα συλλογικό κείμενο με τον τίτλο “No pass-aran” (Δεν θα περάσει):

Ο λαός – επειδή γι αυτόν πρόκειται – ξεσηκώνεται ενάντια στα τελευταία μέτρα: ενάντια στα στοχευμένα μέτρα υποχρεωτικού εμβολιασμού ορισμένων επαγγελματιών, την επιβολή γενικευμένου ψηφιακού κοινωνικού ελέγχου που παρουσιάζεται ως το μικρότερο κακό, την υποκρισία μιας πολιτικής της οποίας τα «γλωσσικά στοιχεία» (EDL) ισχυρίζονται ότι δεν επιβάλλουν τίποτα, αλλά στην πραγματικότητα υποχρεώνουν σε όλα, ενάντια στο να καταστεί δεοδομένο το «πιστοποιητικό υγείας» που οδηγεί στην προγραμματισμένη εξορία πολλών ανθρώπων, εργαζομένων ή φοιτητών.

Από τη μία πλευρά, θα υπάρχουν οι «καλοί», διπλά εμβολιασμένοι; από την άλλη, οι «κακοί», που δεν έχουν εμβολιαστεί ακόμη ή όχι αρκετά, ή απλώς είναι καχύποπτοι με το εμβόλιο, δεν έχουν πειστεί ή όχι ακόμη. Οι πρώτοι, θα περνούν, οι άλλοι, θα μπλοκάρονται, εκτός αν παρουσιάσουν ένα τεστ που σύντομα θα πληρώνουν οι ίδιοι και ως εκ τούτου εισάγει διακρίσεις.

Η αιτία που φούντωσε ο θυμός είναι απλή. Είναι επίσης δίκαιη. Αρκεί να λάβει κανείς υπόψη τους λόγους που τον προκάλεσαν. Είναι ανώφελο να αναζητάμε άλλους λόγους σκαλίζοντας βαθιά τα θλιβερά πάθη και το έγκλημα της γνώμης, συνωμοτώντας πάνω στην υποτιθέμενη – και μερικές φορές αληθινή – συνωμοσιολογία των διαδηλωτών. Όπως και με τα Κίτρινα Γιλέκα, κάθε μαζικό κίνημα σε αρχική φάση φέρει τις αντιφάσεις του. Ο λαός είναι όπως είναι, ποτέ όπως κάποιοι θα ήθελαν να είναι. Όπως και στις μέρες των Κίτρινων Γιλέκων, η πολιτική απαξίωση εκφράζεται με την ίδια επιθετικότητα, καθιερώνοντας τον εαυτό της ως εγγυητή της δημόσιας ηθικής, την οποία ωστόσο καταπατά καθημερινά.

Η σκληρή δεξιά και η άκρα δεξιά θέλουν να καταλάβουν τους δρόμους στο όνομα της «ελευθερίας»… Αλλά αυτοί οι συνηθισμένοι θιασώτες της εξουσίας έχουν μόνο έναν στόχο: να επιβάλουν αυτό που θέλουν ως χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Οι αρχές μας είναι αντίθετες: είναι η ευθύνη και η αλληλεγγύη. Ο αγώνας μας είναι αυτός ενός λαού που θέλει να αυτοπροσδιοριστεί, να διαφωτιστεί σοβαρά και συνειδητά και με επιστημονικά γεγονότα, κι έχοντας ως γνώμονα τη σκληρή εμπειρία του προσωπικού των νοσοκομείων που χθες γιορτάστηκαν ως ήρωες, ενώ σήμερα απειλούνται ως προδότες.

Αλλά ο «Jupiter » (όπως αποκαλείται ο Macron) συγχέει εν γνώσει του τον εμβολιασμό και το πιστοποιητικό υγείας. Ωστόσο, είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Το πάσο δεν είναι ένα απλό αρχείο εμβολιασμού, δεν προορίζεται μόνο να «προστατεύσει» όπως μας ανακοινώνουν, αλλά και να «πληροφορεί».

Από τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου 2020, η κυβέρνηση επέβαλε μια πολιτική υγείας/ασφάλειας ως υποχρέωση, κι εξαναγκασμό, όπως αυτό συνέβη και στον κοινωνικό τομέα. Υποστηρίζει ότι ο πληθυσμός είναι στην πλειοψηφία του ανεύθυνος και ότι μόνο αυταρχικά μέτρα είναι σε θέση να ελέγξουν την κατάσταση.

Ενώ μια γνήσια πολιτική υγείας πρέπει να απορρίπτει την «νηπιοποίηση» και τον αυταρχισμό. Πρέπει να βασίζεται στην εκπαίδευση και τη διαβούλευση. Η υποχρέωση και η απόφαση του ενός και μόνο, στο πλαίσιο μιας σχεδόν μόνιμης κατάστασης έκτακτης ανάγκης, από την άλλη πλευρά, προκαλεί δυσπιστία, τροφοδοτεί την καχυποψία και δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για παράλογες θεωρίες. Ο καθένας πρέπει να μπορεί να κρίνει μόνος του χάρη στη δημόσια διαθεσιμότητα πλήρων, ακριβών και ειλικρινών πληροφοριών για τα πλεονεκτήματα κάθε επιλογής.

Η λογική θα απαιτούσε την εστίαση των προσπαθειών στα «άτομα που κινδυνεύουν», εκείνους που πρέπει να εμβολιαστούν κατά προτεραιότητα ή να τεθούν σε περιορισμό.

Ωστόσο, εφαρμόζεται το αντίθετο. Εάν το κράτος έπαιρνε στα σοβαρά τα επιχειρήματά του, θα πρέπει επίσης να είναι ήδη σε λειτουργία “ανοιχτού κώδικα” («open source») για το εμβόλιο, με δωρεάν άδεια, ώστε όλες οι χώρες να είναι σε θέση να το παράγουν, όπως η Τυνησία, για παράδειγμα, να μπορούν να το αναπτύξουν και να το χρησιμοποιήσουν. Τα κράτη που δεν δίστασαν να χρηματοδοτήσουν την Big Pharma και ανέλαβαν τον κίνδυνο της αποτυχίας της έρευνας, δεν διστάζουν να εμποδίσουν τη διαδικασία απελευθέρωσης των εμβολίων που επιτεύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό με δημόσια κεφάλαια.

Η λογική πίσω από αυτό, για μια ακόμη φορά, είναι η υποταγή σε μια αυταρχική απόφαση, χωρίς συζήτηση, πράγμα που ήδη αποτελεί ένα καλό λόγο να μην γίνει σεβαστή. Ο στόχος είναι, εξάλλου, ο πειραματισμός των τεχνικών ελέγχου του πληθυσμού – η εφικτότητα τους, το κόστος, η αποδοχή τους – προκειμένου να αναπτυχθούν και, σύμφωνα με την τεχνική του «πόδι στην πόρτα», να συνηθίσουν έτσι τους πληθυσμούς ώστε να τις αποδεχτούν.

Το πρώτο lock-down επέτρεψε στην εκτελεστική εξουσία να πειραματιστεί με τη γενικευμένη κατάσταση έκτακτης ανάγκης συνηθίζοντας τον πληθυσμό σε μια μέχρι τότε αδιανόητη ανάπτυξη αστυνομικών, στρατιωτικών και ρομπότ παρακολούθησης. Η συγκατάθεση, υπό τον φόβο ενός υπέρογκου προστίμου, για την αυτοαδειοδότηση της εξόδου – που συχνά ονομάστηκε “ausweiss” στη μνήμη της γερμανικής κατοχής – ήταν το προοίμιο για την αναγκαστική αποδοχή της άδειας – τώρα από το κράτος – εισόδου σε δημόσιους χώρους, ορισμένους ζωτικούς, όπως το νοσοκομείο.

Η τεχνολογία που χρησιμοποιήθηκε συνδυάζει την παρακολούθηση και τον έλεγχο μέσω του κινητού τηλεφώνου. Η εφαρμογή TousAntiCovid περιέχει ένα “ψηφιακό σημειωματάριο” το οποίο αποθηκεύει προσωπικά δεδομένα. Οι υποστηρικτές αυτής της τεχνολογίας μπορούν να ορκιστούν καλή τη πίστη υποστηρίζοντας ότι μόνο οι απαραίτητες πληροφορίες για την ανάγνωση των τεστ και των εμβολίων είναι προσβάσιμες στην εφαρμογή και θα διαγραφούν τρεις έως έξι μήνες αργότερα, είναι λογικό να αμφιβάλλουμε γι αυτό.

Συνεπώς, πρέπει να απορριφθούν ταυτόχρονα τόσο η τεχνολογία όσο και οι μέθοδοι εφαρμογής του πιστοποιητικού υγείας. Δεν μας ζητείται μόνο η εγκατάλειψη των ελευθεριών, αλλά και η αποδοχή όλων των απειλών παρέμβασης και επιτήρησης που περιέχονται σε αυτήν τη συσκευή. Φυσικά, αυτό μας ζητείται στο όνομα του κοινού καλού, για να σώσουμε ζωές. Πώς να αρνηθεί κανείς αυτή την ταπεινή θυσία στο όνομα μιας τόσο ευγενικής αιτίας, αν όχι νιώθοντας ένοχος;

Όμως, τις τελευταίες δεκαετίες βαραίνουν ήδη πολλές αποτυχίες και παραχωρήσεις που έχουν επιτευχθεί από τον ένα στον άλλο νόμο διαδοχικών κυβερνήσεων. Αυτό το πάσο θα μπορούσε να είναι υπό τον έλεγχο μιας διευρυμένης ομάδας που ασχολείται παγκοσμίως με τον κοινωνικό έλεγχο. Το νέο δόγμα του Υπουργείου Εσωτερικών που δημοσιεύθηκε την άνοιξη στοχεύει στη δημιουργία ενός ολοένα και πολυπληθέστερου “προσωπικού ασφαλείας” που θα περιλαμβάνει επαγγελματίες και έφεδρους στρατιωτικούς, εθνική αστυνομία, δημοτική αστυνομία, ιδιωτική αστυνομία και εταιρείες ασφαλείας. Ο καθένας θα έχει το δικό του ρόλο και τον οπλισμό, αλλά όλοι θα είναι ενωμένοι σε μια ενισχυμένη αποστολή.

Καθένας από αυτούς θα εξουσιοδοτηθεί να ελέγχει τα πάσο, ακόμη και όσοι δεν είναι ορκισμένοι. Η εφαρμογή του μέτρου θα περιλαμβάνει επίσης όλους τους υπεύθυνους μεγάλου μέρους δημόσιων χώρων (κινηματογράφοι, εστιατόρια κ.λπ.), οι οποίοι θα μετατραπούν, θέλοντας και μή, με την απειλή υπέρογκων προστίμων, σε βοηθητικούς αστυνομικούς.

Αν αυτές οι εξελίξεις μπορούν να είναι τόσο ραγδαίες, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε κάποιο σημείο οι τεχνολογίες είναι έτοιμες. Το υγειονομικό πάσο προαναγγέλλει το σύστημα που ήδη εφαρμόζεται στην Κίνα με τη μορφή της κοινωνικής πίστωσης, η οποία είναι μια επέκταση του αμερικανικού πιστωτικού σκορ, που αναπτύχθηκε από μια εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης και συνθέτει πολλά προσωπικά δεδομένα σε ένα σκορ που χρησιμοποιείται για την απονομή ή την άρνηση πίστωσης.

Μια μέρα, κάποιοι έξυπνοι τύποι της Startup Nation θα το θεωρήσουν “κουλ” και θα εκθειάζουν τα οφέλη της νέας «συνδεδεμένης» ζωής τους, τον χρόνο που εξοικονομούν… Η κοινότητα των νεοφυών startups επιχειρήσεων οργανώνει ήδη εκδηλώσεις «αυτο-τσιπ».

Σιγά σιγά το πλήθος κινητοποιούμενο από ωθήσεις «nudge», θα ακολουθήσει. Σύντομα, όσοι είναι απρόθυμοι θα δουν τις προσβάσεις τους να κλείνουν, όπως έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει στους μη κατόχους έξυπνων τηλεφώνων.

Ο γκρεμός είναι μπροστά μας, η κοινωνία του Big Brother Pass είναι «καθ’ οδόν» («En Marche», όπως ονομάζεται το κόμμα του Μακρόν).

1er août 2021

Serge AUMEUNIER (μηχανικός), Pierre BANCE (δικηγόρος), Virginie COLLOMB (δικηγόρος), Pauline COUTEAU (φιλόσοφος), Franck DAVID (συγγραφέας), Alain ÉLUDUT (σχεδιαστής), Nicolas ÉPRENDRE (σκηνοθέτης ντοκυμαντέρ), Véronique FAU- VINCENTI (ιστορικός), Freddy GOMEZ (συγγραφέας), Hélène HERNANDEZ (φεμινίστρια), Guillaume LÉTURGIE (αρτοποιός), Wenceslas LIZÉ (κοινωνιολόγος), Patrick MORENO (επιστήμονας υπολογιστών), Philippe PELLETIER (γεωγράφος), Anne STEINER (κοινωνιολόγος), Annick STEVENS (φιλόσοφος).

[Ce texte collectif est repris du blog « No-passaran », hébergé par Mediapart]
https://blogs.mediapart.fr/no-pass-aran/blog/030821/no-pass-aran
– À contretemps / Odradek /août 2021 –
[http://acontretemps.org/spip.php?article863]

Μετάφραση: Ηρώ Σιαφλιάκη και Μπονίτα Παπαστάθη

Μοιραστείτε το άρθρο