Η κυνική αδιαφορία για τη δολοφονία της αλήθειας

Του Θάνου Λεύκου Παναγιώτου

Ποτέ άλλοτε δεν υπήρχε τόσο έντονη και μαζική αμφισβήτηση των ΜΜΕ. Η εξόφθαλμη χειραγώγηση της αλήθειας, η συγκάλυψη, η τυφλή αναπαραγωγή των έτοιμων κειμένων που τους προωθούνται από κυβερνητικές και αστυνομικές πηγές, και βέβαια η προσπάθεια να μας πείσουν ότι τα μάτια μας και τα αυτιά μας δεν λειτουργούν σωστά, έφεραν ένα τεράστιο μέρος του πληθυσμού απέναντί τους.

Αυτό ωστόσο που παραξενεύει και δημιουργεί ερωτηματικά είναι γιατί αδιαφορούν σε τόσο μεγάλο βαθμό για το πόσο πιστευτά μπορούν να γίνουν αυτά που μας αναμεταδίδουν. Μας θεωρούν τόσο ηλίθιους που θα καταπιούμε αμάσητο ό,τι μας πλασάρουν; Υποτιμούν τόσο φανερά την κριτική ικανότητα πρόσληψης και ανάλυσης της πληροφορίας από τον μέσο θεατή, αναγνώστη και ακροατή; Αυτό θα μπορούσε να είναι η μία θεωρία.

Μία άλλη προσέγγιση της κατάστασης αφορά την πεποίθησή τους ότι οι κοινωνικές εκρήξεις και ο λαϊκός ξεσηκωμός έχει ημερομηνία λήξης. Και μετά τι; Η επιστροφή στην “κανονικότητα”. Βασίζονται στη μικρή μνήμη, στον εξωραϊσμό της οργής και του θυμού με το πέρασμα του καιρού. Ένα ξεκαύλωμα όταν συσσωρεύεται η αγανάκτηση, και μετά η επιστροφή στην καθημερινότητα και η αποδοχή ότι τίποτα δεν αλλάζει. Σε αυτήν την περίπτωση πάλι υποτιμούν την ανθρώπινη επιθυμία να αλλάξουν τα κακώς κείμενα. Μία ολοκληρωτική υποβάθμιση και υποτίμηση της αξιοπρέπειας του ανθρώπου να αγωνίζεται για να κάνει καλύτερη τη ζωή του.

Μία τρίτη θεωρία σχετίζεται με την παντελή αδιαφορία για την εικόνα που σχηματίζεται για τα ΜΜΕ, την ανοιχτή επιλογή θέσης και τη συσπείρωση ενός κοινού που δεν το αφορά η αποτύπωση της πραγματικότητας αλλά η στρεβλή επαλήθευση της άποψής του. Πρόκειται για ένα ακροατήριο το οποίο τάσσεται χωρίς ενδοιασμούς ενάντια στους φοιτητές που εξεγείρονται διεκδικώντας τα αυτονόητα, ή ενάντια σε έναν απεργό πείνας που εδώ δεν εξετάζονται οι πρότερες πράξεις του, αλλά το αν θα ακολουθηθεί ο νόμος που η ίδια κυβέρνηση πέρασε φωτογραφικά πριν από μερικούς μήνες, και το οποίο αντλεί ευχαρίστηση από ή αδιαφορεί για τους συνεχείς ξυλοδαρμούς και τραμπουκισμούς από την αστυνομία. Στην περίπτωση του Κουφοντίνα, με το άκουσμα της είδησης ότι σταματά την απεργία πείνας εμφανίστηκε ένας οχετός από μνησίκακα σχόλια που ειρωνεύονταν και εξευτέλιζαν την προσωπικότητά του, του τύπου “τον κέρδισαν τα πιτόγυρα”, “πρoτίμησε τα καλαμαράκια” κ.ά., αποδεικνύοντας ότι υπάρχει ένα κοινό που έχει εκπαιδευτεί στον απόλυτο εκχυδαϊσμό μέσω ενός μικρόψυχου, μηδενιστικού και “κυνικού” αστεϊσμού, που καταμαρτυρά και την άποψή του. Συνήθως μιλάμε για ένα κοινό που περιμένει την τήρηση των νόμων και την επιβολή της “ασφάλειας”, αλλά όπως φαίνεται πάντα κατά το δοκούν.

Ότι και να ισχύει, δεν ήταν ποτέ κρυφές οι σχέσεις διαπλοκής μεταξύ εξουσίας και επιχειρηματιών – ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης, ούτε η προπαγανδιστική τους ικανότητα να ακολουθούν πιστά τη γραμμή συμφερόντων που θέτει ο ιδιοκτήτης του κάθε μέσου. Ωστόσο, βρισκόμαστε μπροστά σε μία κρίσιμη στιγμή όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας αμφισβητεί σφοδρά την όποια αξιοπιστία τους. Η φανερή τους επιλογή να παραποιούν και να αποκρύπτουν την αλήθεια ανοίγει τον δρόμο για διεκδίκηση μιας καλύτερης ενημέρωσης.

Μοιραστείτε το άρθρο