ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ – ΕΛΛΑΔΑ Η επιδημία παραμένει ακόμη και σήμερα αχαρτογράφητη. Του Γιάννη Ράπτη, γιατρoύ και μέλος του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης

Κλείνουμε σήμερα δύο εβδομάδες με τα λεγόμενα περιοριστικά μέτρα, που βιώνουμε καθημερινά. Για την αντιμετώπιση της επιδημίας εξαιτίας του ιού Covid-19 έχουν ακουστεί πολλές απόψεις, από σχετικούς και άσχετους. Όλες θα σταχυολογηθούν και θα αξιολογηθούν και στο τέλος θα αποφανθεί ο καθένας μας ποια θα μπορούσε να είναι καλύτερη για τον λαό μας. Θα μπω λοιπόν στον πειρασμό να αναφέρω λίγες σκέψεις μου για το πώς οι οδηγίες του ΠΟΥ θα μπορούσαν να πάρουν σάρκα και οστά, έτσι ώστε η αποτελεσματικότητα των μέτρων να ήταν ακόμη καλύτερη.

Εν συντομία, παγκοσμίως επελέγησαν δύο μοντέλα: 1. Η ανοσία της αγέλης, 2. η στοχευμένη αντιμετώπιση.

  1. Ανοσία αγέλης: Το μοντέλο αυτό δεν παίρνει μέτρα, δεν επιβάλλει απαγορεύσεις, δεν εξαντλείται στην κατά μέτωπο αντιμετώπιση του ιού, αλλά τον αφήνει να εξαπλώνεται και να «χτυπήσει» την πλειοψηφία του πληθυσμού, προσδοκώντας ότι κάποια στιγμή ο πληθυσμός θα αναπτύξει αντισώματα και θα αποκτήσει την πολυπόθητη ανοσία, αφού θα μολυνθεί πάνω από το 65%. Σ’ αυτή τη διαδικασία υπάρχει ένα αρκετά καλό σύστημα υγείας για να αντεπεξέλθει στους βαρέως πάσχοντες, δεδομένης και της φύσης της νόσου (ελαφρά λοίμωξη του αναπνευστικού στο 90% των περιπτώσεων). Η επιλογή αυτή (Αγγλία) φαίνεται να «υπακούει» σε νόμους ευγονικής και ουσιαστικά έχει εγκαταλειφθεί.
  1. Η στοχευμένη αντιμετώπιση: Περιλαμβάνει την εντόπιση του κρούσματος, τον περιορισμό του σε πλήρη καραντίνα για τον χρόνο που υπολογίζεται ότι μεταδίδει τη νόσο (στην περίπτωσή μας 14 ημέρες), τον εντοπισμό των επαφών του και, σε περίπτωση θετικοποίησης του τεστ, την υποβολή καραντίνας και σε αυτές. Για την αποτελεσματικότητά της πάλι θα πρέπει να υπάρχει ένα καλό σύστημα υγείας, εξοπλισμένο και ικανό να αντιμετωπίσει τα βαριά περιστατικά, όπως επίσης και ένα αποτελεσματικό πρωτοβάθμιο σύστημα, που θα μπορεί να κάνει τους ελέγχους στην κοινότητα (Γερμανία και χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας).

Οι οδηγίες

Από τα τέλη Φεβρουαρίου άρχισε να εκπέμπεται σαν μήνυμα ένας καθησυχαστικός λόγος από την κυβέρνηση και τους υπεύθυνους που όρισε για τη διαχείριση της επιδημίας. Θα παραθέσω ενδεικτικά κάποιες δηλώσεις του καθηγητή Τσιόδρα:

Α. 5/3/2020: «Θέλω να τονίσω εδώ ότι είναι πολύ περισσότερα τα κρούσματα. Τον αληθινό παρονομαστή δεν τον ξέρουμε και είναι δεκάδες, να μην πω εκατοντάδες φορές παραπάνω από τα 96.000 κρούσματα». «Σε αυτή τη φάση, η μείωση και πρόληψη όσο το δυνατόν περισσότερης διασποράς θα μειώσει την ένταση και την αύξηση των παρατηρούμενων περιπτώσεων». Θυμίζω ότι είχε εμφανιστεί ήδη το πρώτο κρούσμα (27/2) στη Θεσσαλονίκη και οι οδηγίες από τον ΕΟΔΥ που έπαιρναν τότε οι γιατροί της πρωτοβάθμιας, που προσπαθούσαν να ανιχνεύσουν τη διείσδυση του ιού, ήταν να ρωτούν αν υπήρχε πρόσφατο ταξίδι στις χώρες που είχε εκδηλωθεί επιδημία, δηλαδή κατά βάση τη Βόρεια Ιταλία και την Κίνα! Στις 2 Μαρτίου εισάγεται στο νοσοκομείο του Ρίου ένας άνθρωπος -ο οποίος και κατέληξε-, φορέας του ιού από το γκρουπ των επισκεπτών του Ισραήλ (μη ύποπτη χώρα κατά τον ΕΟΔΥ). Να θυμίσω βέβαια εκείνο το διάστημα ότι οι τηλεοπτικές μάχες γίνονταν μεταξύ παπάδων, ιερωμένων και θρησκευόμενων επιστημόνων περί μετάδοσης ή όχι στις εκκλησίες και στη θεια κοινωνία(!!!), με χαρακτηριστικότερη όλων την κ. Γιαμαρέλου.

Υπάρχει λοιπόν στις αρχές Μαρτίου μια σχεδόν βεβαιότητα ότι αρχίζει η εξάπλωση της επιδημίας, αφού τα κρούσματα πλησιάζουν τα 100 και αφού υπολογίστηκε ότι το 10% παραμένει αχαρτογράφητο, δηλαδή άνθρωποι που έχουν έλθει σε επαφή με τα κρούσματα, αλλά δεν μπορούν να εντοπιστούν ή δεν οδηγήθηκαν στην ανίχνευση με τη μέθοδο του PCR. Ήταν προϊόν ολιγωρίας, ήταν κακή εκτίμηση της συγκυρίας, ήταν έλλειψη των υλικών ανίχνευσης; Η ουσία είναι ότι η διασπορά βρισκόταν εντός των πυλών και ήταν φανερό ότι η χώρα θα οδηγούνταν σε γενική καραντίνα.

Η ΠΦΥ -ιδιωτική ή δημόσια- δεν μπήκε ποτέ στη μάχη για την ανίχνευση των ύποπτων κρουσμάτων, αφού δεν ήταν εξοπλισμένη ούτε να διαχειριστεί κλινικά ανθρώπους με συμπτωματολογία που κατέφευγαν εκεί, μα ούτε και να μπορεί να ανιχνεύσει εργαστηριακά. Έτσι η επιδημία παραμένει ακόμη και σήμερα αχαρτογράφητη, και όπως φαίνεται θα αντιμετωπιστούν μόνο οι βαριές περιπτώσεις που εισάγονται στα νοσοκομεία – ας μην ξεχνάμε και αυτούς που επιδεινώνονται και πεθαίνουν μόνοι και αβοήθητοι.

Τα παραδείγματα

Για να κάνω σαφή τα παραπάνω θα χρησιμοποιήσω σαν παράδειγμα τις τρεις περιπτώσεις που διαβάσαμε ή ακούσαμε στα ΜΜΕ: Νομός Σερρών, νομός Καστοριάς και προσφάτως Ικαρία. Και στις τρεις περιπτώσεις παρατηρήθηκε το φαινόμενο της εξάπλωσης από το αρχικό κρούσμα, που με κάποιον τρόπο διαχύθηκε στην κοινότητα (ταξίδι γουνεμπόρων στην Ιταλία, θετικοί στον ιό ταξιδιώτες έκαναν κοινωνικές επαφές κλπ.). Αν υπήρχε λοιπόν η στόχευση να γίνεται ανίχνευση στην κοινότητα, οι ύποπτοι θα απομονώνονταν, θα ελέγχονταν εργαστηριακά και ανάλογα με το αποτέλεσμα θα έμπαιναν σε καραντίνα ή όχι. Όλοι όμως αφέθηκαν στην κοινότητα να διασπείρουν εν αγνοία τους τον ιό, τα κρούσματα πολλαπλασιάστηκαν σ’ αυτές τις περιοχές (ιδίως Καστοριά και Σέρρες), όπως ακριβώς είχαν πολλαπλασιαστεί και στην περιοχή της Ηλείας πριν 20 μέρες.

Τι απαντά η Πολιτική Προστασία και η επιτροπή των σοφών; Oυσιαστικά οι θέσεις τους, που περνούν στην κοινωνία μέσω των ελεγχόμενων και καλοταϊσμένων ΜΜΕ, είναι ότι μόνο η ατομική ευθύνη αποτελεί το κλειδί που θα περιορίσει την εξάπλωση. Εμείς δεν εξοπλίζουμε το ήδη αποδεκατισμένο ΕΣΥ, δεν χορηγούμε μέτρα προστασίας και αντιδραστήρια PCR TESTστην Πρωτοβάθμια, αφήνουμε τα ΤΕΠ των νοσοκομείων στη μοίρα τους, αποζημιώνουμε τους κλινικάρχες και τους ιδιοκτήτες των μεγάλων διαγνωστικών κέντρων και χαρίζουμε εκατομμύρια για να κερδίσουμε τη μάχη των εντυπώσεων. Οι θέσεις της ΟΕΝΓΕ δεν μπαίνουν ούτε καν σε συζήτηση, εκκλήσεις ενώσεων νοσοκομειακών πάνε στον κάλαθο των αχρήστων και οι συγκινητικές, πραγματικά, ενέργειες μεμονωμένων ανθρώπων χάνονται στα υποκριτικά χειροκροτήματα και τα χτυπήματα στην πλάτη των αγωνιζόμενων υγειονομικών.

Για επίλογο αφήνω και τις οδηγίες του ΠΟΥ, που δημοσιεύτηκαν στις 25/3/2020.

Υπάρχουν έξι βασικές ενέργειες που προτείνουμε.

Πρώτον, επεκτείνετε, εκπαιδεύστε και αναπτύξετε το εργατικό δυναμικό της υγειονομικής περίθαλψης και της δημόσιας υγείας.

Δεύτερον, εφαρμόστε ένα σύστημα για να βρείτε κάθε υποψία περίπτωσης σε κοινοτικό επίπεδο.

Τρίτον, αύξηση της παραγωγής, της ικανότητας και της διαθεσιμότητας των δοκιμών.

Τέταρτον, προσδιορίστε, προσαρμόστε και εξοπλίστε τις εγκαταστάσεις που θα χρησιμοποιήσετε για τη θεραπεία και την απομόνωση των ασθενών.

Πέμπτον, αναπτύξτε ένα σαφές σχέδιο και διαδικασία για την απομόνωση των επαφών.

Και έκτον, επαναπροσδιορίστε ολόκληρη την κυβερνητική πολιτική για την καταστολή και τον έλεγχο του Covid-19.

Μοιραστείτε το άρθρο