Η Τράπεζα της Ελλάδος ξεσκεπάζει τα κυβερνητικά ψέματα στη ΔΕΘ

Αυτές τις μέρες, κάθε χρόνο, είθισται η εκάστοτε κυβέρνηση να ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη, στη Διεθνή Έκθεση, για να «προβάλει» το έργο της, δηλαδή μιας και μιλάμε για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, για να «κάνει το μαύρο… άσπρο» και να μας πείσει ότι δεν ζούμε σ’ αυτήν τη χώρα. Βέβαια αυτό δεν αρκεί για να σκεπάσει το καζάνι που βράζει από την λαϊκή οργή σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής μας.

Κάπως έτσι, άλλωστε, έχει εμπεδωθεί ένα κλίμα που θα μπορούσε να το πει κανείς απόλυτης αδιαφορίας της κοινής γνώμης, για όσα λέγονται και γράφονται για την Οικονομία στην ΔΕΘ.

Αυτή η διαφορά μεταξύ κυβερνητικών διακηρύξεων και πραγματικότητας, είναι πλέον τόσο εκρηκτική που υποχρεώνει ακόμα και θεσμικούς φορείς της οικονομίας εντός του κρατικού μηχανισμού, να μιλάνε άλλη «γλώσσα» από αυτή του πρωθυπουργού, ακόμα κι αυτές της μέρες του απόλυτου ψεύδους.

Για τον λόγο αυτό η Νέα Προοπτική επέλεξε λίγα 24ωρα πριν από τα εγκαίνια της ΔΕΘ, να παρουσιάσει ορισμένα κεντρικής σημασίας και δομικού χαρακτήρα στοιχεία για την εκτίμηση της πραγματικής κατάστασης της οικονομίας σήμερα, από την πλευρά της Τράπεζας της Ελλάδος και μάλιστα δια στόματος του διοικητή της Γιάννη Στουρνάρα. Γιατί από την ΤτΕ; Γιατί αυτή θεσμικά, είτε φιλική, είτε όχι, προς την εκάστοτε κυβέρνηση, είναι υποχρεωμένη να καταγράφει με την μεγαλύτερη δυνατή προσέγγιση την κατάσταση, περιορίζοντας αυτό το χάσμα μεταξύ κυβερνητικής αντίληψης και πραγματικότητας για την Οικονομία.

Ακολουθεί η παράθεση ορισμένων τέτοιων στοιχείων «κατά γράμμα», από μία από τις τελευταίες δημόσιες τοποθετήσεις του διοικητή της ΤτΕ κ. Στουρνάρα.

Εντόπισε λοιπόν ο κ . Στουρνάρας στην τελευταία δημοσιευμένη τοποθέτησή του τις «εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες» της εγχώριας οικονομίας και τις προσδιόρισε με γραφειοκρατική ακρίβεια!

Είπε ότι οι βασικές «διαρθρωτικές» αδυναμίες της είναι η «έλλειψη ανταγωνισμού σε πολλούς κλάδους της οικονομίας, η οποία επιδεινώνει το… πρόβλημα της ακρίβειας, το υψηλό δημόσιο χρέος, το μεγάλο επενδυτικό κενό, η χαμηλή αποταμίευση, η χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, η υψηλή ανεργία και η γήρανση του πληθυσμού…». Απαρίθμησε δηλαδή όλα… κακά της μοίρας του εγχώριου καπιταλισμού.

Και σαν να μην έφταναν αυτά, επισήμανε ότι αυτή η κατάσταση της Οικονομίας εισέρχεται πλέον σε ένα πολύ πιο δύσκολο ευρωπαϊκό θεσμικό οικονομικό περιβάλλον (από το 2025) στο οποίο «η ενεργοποίηση των νέων ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων περιορίζει τη δυνατότητα αξιοποίησης των υπερβάσεων των εσόδων έναντι των στόχων για τη χρηματοδότηση νέων δαπανών…».

Τι εννοεί ο ποιητής; Εννοεί ότι ο νέος προϋπολογισμός με βάση το επικαιροποιημένο Σύμφωνο Σταθερότητας «παγώνει» κάθε αύξηση δημοσίων δαπανών πέραν του ορίου που η Κομισιόν θα επιτρέπει. Και αυτό ανεξάρτητα από το πόσο καλά θα έχουν πάει τα δημόσια έσοδα ακόμα και αν έχουν ξεπεράσει τον στόχο του Προϋπολογισμού. Για το 2025 το όριο αυτό είναι το 3%, που ισοδυναμεί με «πάγωμα» των δημοσίων δαπανών αν αποπληθωριστούν με πραγματικούς όρους τα σχετικά μεγέθη, με προφανείς συνέπειες στις δαπάνες για Υγεία, Παιδεία κ.λπ.

Υπογραμμίζει μάλιστα ότι αυτή η οικονομία με τα προαναφερθέντα διαρθρωτικά εν ενεργεία προβλήματα, που εισέρχεται σε ένα θεσμικό περιβάλλον με το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας να στερεί από το δημόσιο την «ευχέρεια» χρηματοδότησης της οικονομικής δραστηριότητας από τη βελτίωση των εσόδων του, αντιμετωπίζει ένα επιπλέον άμεσο κίνδυνο.

Επισημαίνει συγκεκριμένα ότι «μετά τις τελευταίες εξελίξεις στην αγορά κεφαλαίων και κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ, τα περιθώρια (spreads) αυξάνονται σημαντικά ακόμη και για κρατικά ομόλογα χωρών-μελών πολύ υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης, επειδή οι αγορές τιμολογούν υψηλότερα τον κίνδυνο παραβίασης του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου λήψης αποφάσεων…».

Με άλλα λόγια η οικονομία στη χώρα που κυβερνάει ο Μητσοτάκης, «υποφέρει» από ένα σύνολο διαρθρωτικών αδυναμιών που αναφέρονται, στερείται από το 2025 της δυνατότητας να χρηματοδοτήσει την Οικονομία με την αύξηση των εσόδων και μπαίνει σε ένα περιβάλλον που οι αγορές δυσκολεύουν τους όρους δανεισμού –λόγω υψηλών κινδύνων– που σημαίνει περιορίζεται η δυνατότητα χρηματοδότησης τόσο της οικονομικής δραστηριότητας όσο και της αναχρηματοδότησης του χρέους, κρατικού και ιδιωτικού.

Αυτή είναι η εικόνα της οικονομικής πραγματικότητας σύμφωνα με την ΤτΕ.

Πόσο πιο καθαρά θα μπορούσε να μιλήσει κανείς από την πλευρά του κεφαλαίου για την κατάσταση της Οικονομίας και το άμεσο μέλλον της από τα παραπάνω;

Τα λεγόμενα του κ. Στουρνάρα που έχουμε μεταφέρει εδώ ως αποσπάσματα της τελευταίας του συνέντευξης «κατά λέξη» – το πλήρες κείμενο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της ΤτΕ – δεν χρειάζονται κανένα σχόλιο, διευκρινιστικό ή μη για να ξεκαθαρίσουν τον πραγματικό ορίζοντα της «Οικονομίας».

Συμπληρωματικά και υποστηρικτικά σε όλα αυτά να προσθέσουμε το σχόλιο της Siân Jones, Επικεφαλής Οικονομολόγου της S&P Global Market Intelligence, για την εξέλιξη του δείκτη PMI (που αφορά στην πορεία της μεταποίησης) με βάση τα τελευταία στοιχεία του Αυγούστου: «Ο ελληνικός τομέας μεταποίησης υπέδειξε περαιτέρω μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κατά τη διάρκεια του Αυγούστου, καθώς η αύξηση της παραγωγής και των νέων παραγγελιών επιβραδύνθηκε με μέτριο μόνο ρυθμό, δεδομένου ότι υπήρχαν αναφορές για λιγότερο ευνοϊκό περιβάλλον στις πωλήσεις. Με τη σειρά τους, οι ρυθμοί αύξησης της απασχόλησης και των προμηθειών εξασθένησαν, καθώς οι εταιρείες επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν τα αποθέματα. Οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις εισροών επιδεινώθηκαν και πάλι, και μάλιστα στον μεγαλύτερο βαθμό που έχει καταγραφεί από τον Ιανουάριο. Παρ’ όλα αυτά, το κόστος εισροών αυξήθηκε με ηπιότερο ρυθμό, παρέχοντας στους Έλληνες κατασκευαστές κάποια ανάσα μετά την απότομη επιτάχυνση των πιέσεων κόστους που καταγράφεται από τον Φεβρουάριο. Οι τιμές πώλησης εξακολούθησαν να αυξάνονται με έντονο ρυθμό, ωστόσο ο ρυθμός αύξησης ήταν πολύ βραδύτερος από τον Ιούλιο. Ανησυχία προκάλεσε η φθίνουσα επιχειρηματική εμπιστοσύνη. Οι προσδοκίες μειώθηκαν στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από τον Νοέμβριο του 2022, καθώς οι δισταγμοί των πελατών επηρέασαν αρνητικά την αισιοδοξία σχετικά με τις προοπτικές για το επόμενο έτος. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις μας, η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής κατά 5,2% το 2024 θα εξασθενήσει στο 2% το 2025…».

Αυτά για την «αλήθεια» στην Οικονομία και το πως αυτή παρουσιάζεται στην ΔΕΘ.

5/9/2024

Μοιραστείτε το άρθρο