Του ΝΟ
Μεταδημοκρατία. Πομπώδης λέξη που υποδηλώνει ένα πέρασμα από το πριν στο μετά. Και καλά πριν είχαμε Δημοκρατία και περάσαμε στο επόμενο στάδιο του καπιταλισμού. Και τώρα έχουμε ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Ο βρετανός κοινωνιολόγος Colin Crouch την όρισε σαν μη δημοκρατία, μιας και οι αποφάσεις παίρνονται από τεχνοκρατικούς θεσμούς, διεθνείς οργανισμούς, οίκους αξιολόγησης, προς όφελος των ισχυρών πολυεθνικών εταιρειών. Η μαύρη αλήθεια είναι πως ποτέ δεν υπήρξε η Δημοκρατία. Ούτε πριν, ούτε μετά. Η Δημοκρατία νοείται μόνο ως Άμεση. Η Δημοκρατία που απολαμβάναμε και τώρα καταργείται, μεταφραζόταν σε μια μορφή εκλεγόμενης ολιγαρχίας, μέσω εκλογικών μηχανισμών. Απλά σήμερα η εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης των αγορών, δεν χρειάζεται πολιτικούς που να πουλάνε ιδεολογία που εξιτάρει το πλήθος, αλλά κατασκευασμένους ηγέτες αχυρανθρώπους που πρέπει να είναι λαμπεροί, ώστε να τους χειροκροτεί το πλήθος. Κουμάντο άλλωστε κάνει πάντα, η άρχουσα τάξη των ιδιοκτητών του Κόσμου.
Εφαρμόστηκε, για πρώτη φορά, μας το τόνισαν και οι ιστορικοί, στην Αρχαία Αθήνα. Αυτό που δεν μας τόνισαν, ήταν πως η δημοκρατία δεν ίσχυε για όλους. Τα νούμερα το λένε καθαρά. Στην εποχή της ακμής του Περικλή ο μέγιστος πληθυσμός της Αθήνας έφτασε σε 300000-350000 κατοίκους.
Στην περιβόητη εκκλησία του Δήμου, συμμετείχαν μόνο οι ενήλικοι άρρενες, των οποίων οι γονείς καταγόταν από τους δήμους της Αθήνας. Με βάση τους ανώτερους υπολογισμούς, αυτοί δεν ξεπερνούσαν τις 50000. Αυτοί ήταν που αποφάσιζαν περί παντός επιστητού και για τις υπόλοιπες 300000 κατοίκους, δηλαδή τις γυναίκες, τους μέτοικους αλλά και τους δούλους. Με λίγα λόγια ήταν μια δουλοκτητική πατριαρχική δημοκρατία με έντονο ταξικό χαρακτήρα, όπως μας δείχνουν τα γραπτά των συγγραφέων της εποχής, οι οποίοι όταν μιλούν για την τάξη τους η οποία κατά κανόνα ήταν η αριστοκρατική και εύπορη, χρησιμοποιούν λέξεις όπως πλούσιοι, εύποροι, ευγενείς, ισχυροί και κυρίως καλοί καγαθοί. Ενώ τον φτωχό λαό τον αποκαλούν πένητα, χείρονα, πονηρό και σίγουρα φαύλο.
Το αντίπαλο δέος, της άρχουσας τάξης των ιδιοκτητών του κόσμου, ήταν η Λαϊκή Δημοκρατία.
Εφαρμόστηκε με σούπερ επιτυχημένο τρόπο στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, τον Σιδηρούν Παραπέτασμα κατά τον Τσώρτσιλ. Ξεκίνησε με την λενινιστική εκδοχή του κόμματος των επαγγελματιών επαναστατών που παλεύουν για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Η λειτουργία του βασιζόταν στον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, την ιεραρχημένη δομή, τον καταμερισμό των εργασιών, το ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο που προωθούσε την μονολιθικότητα και την αναπαραγωγή μιας ιδιοκτησιακής αντίληψης, πως αποτελεί την πρωτοπορία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Κατόπιν ήρθε ο σύντροφος με το μουστάκι ο οποίος έκανε το δικό του remix, και μας προέκυψε το αλάθητο του μεγάλου πατερούλη και την γραφειοκρατία που ακολούθησε. Η ελευθερία που προσέφερε αφορούσε μόνο τα πολυάριθμα μέλη του κόμματος και τους οπαδούς του κόμματος. Σήμερα η Σοβιετική Ένωση δεν υπάρχει. Στις χώρες που προέκυψαν κυριαρχούν φασίστες, ακροδεξιοί, ναζί και ο Πούτιν που είναι λίγο ως πολύ, απ’ όλα. Η πιο πετυχημένη μορφή Λαϊκής Δημοκρατίας είναι της Κίνας. Η Κ.Ε. του ΚΚΚ που κυβερνά τα τελευταία 74 χρόνια, έχει σήμερα τους περισσότερους δισεκατομμυριούχους στο κόσμο. Το καλύτερο είναι ότι δεν έχουν τίποτα στο όνομά τους, μόνο την πρόσβαση στο χρήμα. Τα υπόλοιπα ανήκουν στο κόμμα. Δεν θα πέσει όπως η Σοβιετική Ένωση, αντίθετα ίσως κυβερνήσει τα απομεινάρια του κόσμου… μετά τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αν ψάξω βαθιά τον εαυτό μου θα ανακαλύψω ότι είμαι φτιαγμένος από χρόνο. Είμαι στο παρόν, μα την ώρα που το σκέφτομαι, μεταφέρομαι στο πριν, ενώ οδεύω σ’ ένα προδιαγεγραμμένο άγνωστο μετά. Σαν ένα ποτάμι που κυλλά, για να εκβάλει σε μια άγνωστή θάλασσα. Πολλοί θα είναι αυτοί που θα αντικαταστήσουν την άγνωστη θάλασσα με λέξεις που παραπέμπουν στο σκοτάδι. Ο χρόνος είναι απόλυτα προσωπική υπόθεση του καθενός. Άλλοτε είναι παιδί που παίζει αμέριμνο δίπλα μου κι άλλοτε, ο ανελέητος δικτάτορας που μου στερεί την ανάσα. Το μόνο σίγουρο είναι, πως πεθαίνει μαζί μου. Είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν πως ο Θάνατος είναι ένα μονοπάτι προς ένα μοναδικό μετά που δεν γνωρίζουμε, ίσως λόγω κατασκευής. Το μετά λοιπόν προϋποθέτει πάντα τον θάνατο μιας κατάστασης. Άρα για να υπάρξει η μεταδημοκρατία, πρέπει πρώτα να πεθάνει η δημοκρατία.
Δεν είναι δυνατόν, είπε ο ΝΓ, αποκλείεται να είμαι ανασφάλιστος… Πριν δέκα μέρες πλήρωσα το ταμείο μου. Η γιατρός χαμογέλασε με κατανόηση και τον καθησύχασε λέγοντάς του, μη στεναχωριέσαι δεν έχω να σου γράψω φάρμακα και έκλεισε την καρτέλα του ασθενή, χωρίς να την σώσει. Την άλλη μέρα το πρωί ο ΝΓ πήρε την λογίστριά του και της ζήτα να μάθει, γιατί είναι ανασφάλιστος. Την επομένη τον παίρνει η λογίστριά του και του λέει, πως είναι ανασφάλιστος, γιατί χρωστάει… 1 Ευρώ. Ο νόμος είναι σαφής σε αυτό το σημείο. Δεν έχει σημασία αν πληρώνεις κανονικά τον κάθε μήνα, σε εισφορές που κοινοποιούνται, μια μέρα πριν λήξουν. Αν από λάθος σου, δεν καλύψεις όλο το ποσό, τότε το σύστημα σε πετάει απ’ έξω χωρίς προειδοποίηση. Όταν ρώτησα αν μπορεί να γίνει αυτό, η λογίστρια μου απάντησε, πως υπάρχουν και χειρότερα… Θα μπορούσα να χρωστώ 10 σεντ…
Ηχηρό ήταν το μήνυμα των Ευρωεκλογών. Δεν ψηφίζω κανέναν προτιμώ να πάω να λιαστώ, σαν ντομάτα. Ούτως ή άλλως ποτέ δεν κατάλαβα τη χρησιμότητα του Ευρωκοινοβουλίου. Γιατί;.. Η Ευρώπη είναι μια χώρα ενωμένων πολιτειών ή νομισματική ένωση κρατών; Το ένα διαφέρει από το άλλο. Το πρώτο προϋποθέτει ότι υπάρχει ένα ενιαίο Σύνταγμα που κατοχυρώνει ίσα δικαιώματα για όλους τους πολίτες. Ισχύει; ΟΧΙ, απαντά η ίδια η πραγματικότητα. Τι έχουμε λοιπόν; Μια οικονομική ένωση κρατών, η οποία κατοχυρώνει τα δικαιώματα της άρχουσας τάξης των ιδιοκτητών του Κόσμου, κατακρεουργώντας τα δικαιώματα των πολίτων τους. Σε πολλά επίπεδα μπορούμε να την παρομοιάσουμε σαν μια νέα μορφή αποικιοκρατίας, στην Ελλάδα ζήσαμε τον επίλογο, με εύγλωττο τρόπο στα χρόνια των τριών μνημονίων. Η αρχή έγινε με την είσοδό μας στην ΕΟΚ, όταν σε χρόνο μηδέν πάψαμε να είμαστε αυτάρκεις στον πρωτογενή τομέα και γίναμε εισαγωγείς. Σήμερα στην λαϊκή, βρίσκεις πατάτες Αιγύπτου, αγγούρια Μαρόκου, ντομάτες Τουρκίας, δεν μπορούμε να φανταστούμε πόσες γλώσσες μιλούν τα Ελληνικά προϊόντα που αγοράζουμε…
Μοιάζω με τον Χάξλεϊ στους φόβους μου. Για όσους αναρωτιούνται ποιος είναι, είναι αυτός που έγραψε τον «Θαυμαστό καινούργιο κόσμο» και τις «Θύρες της ενόρασης». Στο πρώτο περιγράφει έναν ταξικό κόσμο που χάνεται μέσα στην ηδονή και στο δεύτερο μας ανοίγει μια σειρά από πόρτες που οδηγούν στο μετα… Φοβόταν, πως δεν θα υπήρχε λόγος να καίγονται τα βιβλία γιατί δεν θα ήθελε πιά κανείς να τα διαβάσει, ή πως κολυμπάμε σε μια θάλασσα διαδραστικής πληροφορίας κι αντί να θωρήσουμε τον κόσμο, κοιτάμε τον εαυτό μας στον κινητό καθρέφτη. Σ΄ έναν τέτοιο κόσμο δεν υπάρχει αλήθεια αλλά αλήθειες. Οι πολλές αλήθειες υφαίνουν νέες λέξεις. Αυτές, μας λέει ο Ουίλλιαμ Μπάροουζ 1 , αποτελούν το κυριότερο μέσο ελέγχου. Η υποβολή, είναι λέξεις. Η πειθώ, είναι λέξεις. Η διαταγή, είναι λέξεις. Δεν υπάρχει μηχανή ελέγχου που να μην λειτουργεί με λέξεις.
Ακόμα κι ο φόβος είναι λέξεις. Η συνείδηση πλάθεται από τις λέξεις. Αυτός που ελέγχει τις λέξεις, ελέγχει και την συνείδηση.
Ο Ηράκλειτος ενώ έριχνε τα ζάρια, σηκώθηκε και με βροντερή φωνή είπε: «Πόλεμος πάντων μεν πατήρ έστι, πάντων δε βασιλεύς», σταμάτησε για λίγο να πάρει ανάσα και να δει τη ζαριά έφερε, ασσόδυο. Εκπνέοντας συνέχισε «και τους μεν θεούς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους ποίησε τους δε ελεύθερους». Υπάρχουν πολλές μεταφράσεις μιας και ο Ηράκλειτος ήταν σκοτεινός, εγώ επιλέγω μια σουρεαλιστική εκδοχή. Πράγματι στην πατριαρχική παγκόσμια κοινωνία, ο πόλεμος είναι ο πατέρας όλων των ζωντανών όντων. Ζούμε σε κοινωνία που βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο με τον εαυτό της. Αυτός ο πόλεμος ξεχωρίζει τους θεούς από τους ανθρώπους. Ποιοι είναι οι θεοί που καρπώνονται τα οφέλη της νίκης; Η απάντηση στην ερώτηση είναι προφανής. Η άρχουσα τάξη των ιδιοκτητών του κόσμου. Οπότε οι άνθρωποι είμαστε εμείς και χωριζόμαστε πάντα σε σκλάβους και ελεύθερους… υπηρέτες των θεών.
Καίγεται ο κόσμος. Περπατώ στην πόλη, μοιάζω με ξαγκιστρωμένο ψάρι, ψάχνω αέρα να αναπνεύσω… ιδρώνω. Ο κόσμος όλος συρρικνώνεται σε μια σταγόνα ιδρώτα που κυλάει, από το αριστερό φρύδι οδεύοντας προς το μάτι. Προσπερνά το μάτι ρέοντας σαν ποτάμι, διασχίζει το αριστερό μάγουλο και εκβάλει στο στόμα. Είναι αλμυρή στην γεύση. Είναι το νερό, που ξεκινά από το μέσα μας, κάνει το ταξίδι του και επιστέφει, μέσα μας. Και είναι αλμυρό. Είμαι ο/η άνθρωπος, πλασμένος σαν τη Γη, από τη Γη. Έχω όση θάλασσα έχει η Γη. Το δέρμα μου το διαρρέουν χιλιάδες ποτάμια. Είμαι ένα κομμάτι ενός παζλ, που είναι ίδιο με το παζλ και θέλω να το διαφεντεύσω. Είναι μέγιστη ύβρις, το μέρος να πιστεύει ότι είναι ανώτερο από το όλο. Ουφ… ζέστη.
Ριχτήκαν όλοι στην μαύρη απελπισία. Τα μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά, ξανάρχονται. Λες και φύγανε ποτέ, για να ξανάρθουν. Λούφαξαν λίγο, άλλαξαν προβιά και επανήλθαν δριμύτερα. Τώρα είναι αστραφτερά, γράφουν καλύτερα στην οθόνη και απευθύνονται σ’ ένα κοινό εκπαιδευμένο, που νομίζει ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πόλεμος ανάμεσα σε καλούς και σε κακούς και τον κέρδισαν οι καλοί, γιατί είχαν τον Τζον Γουέιν αρχηγό. Άλλωστε το γκουγκλάρανε και είναι σίγουροι, μετά έκανε και τα πράσινα μπερέ και ξευτέλισε όλους τους Βιετκόνγκ. Θα καθάριζε και τα κουμούνια, αλλά είχε γεράσει πιά κι έτρεμε το χέρι του. Θα έρθουν και θα φωνάζουν: Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια. Αν αντιδράσεις θα σε ρωτήσουν ενοχλημένοι: γιατί πρέπει να ντρέπομαι που είμαι Έλληνας Ορθόδοξος, αντί να το δηλώνω περήφανος; Κι από κοντά η κρεβατομουρμούρα των παρουσιαστών, που δηλώνουν αντικειμενικοί δημοσιογράφοι. Κουνούν το δάχτυλο, χλευάζουν και διαπιστώνουν, ότι δεν πάμε καθόλου καλά όταν ντρεπόμαστε για την Πατρίδα μας και για την
Πίστη μας… Η μαγκιά της μεταμοντέρνας σύλληψης, της άρχουσας τάξης των αφεντικών του κόσμου, είναι αυτό που είχε πει κάποτε ο Τσαρούχης μεταφρασμένο σε παγκόσμιο λόγο, στον κόσμο είσαι ότι δηλώνεις… Κατακερματίζοντας την πραγματικότητα σε χιλιάδες κουτάκια, βάζουν τον/την άνθρωπο να ψάχνει να βρει το ριζικό του δικαίωμα και να μην βλέπει την Γυμνή Ζωή που τον περιτριγυρίζει.
Ανασηκώθηκα ξυπνώντας, βυθίστηκα στην θάλασσα καταπίνοντας νερό. Έβγαλα το κεφάλι από το νερό, έσυρα το βλέμμα μου στον ορίζοντα, πουθενά ξηρά για να πατήσω. Μόνο νερό, παντού νερό.
Άλλη μια μέρα, κολύμπι χωρίς σταματημό. Αρχίζω να κάνω τις πρώτες απλωτές, χαλαρές, έχω όλη μέρα μπροστά μου, να κολυμπήσω. Είναι το μόνο που μου απόμεινε να κάνω… Το κάνω όλη μου τη ζωή, εκπαιδεύτηκα γι’ αυτό… Από δίπλα μου, ακούω χέρια που βουτάνε στο νερό κάνοντας την ίδια κίνηση με μένα. Δεν είμαι μόνος μου. Μπροστά μου, πίσω μου, δεξιά μου αλλά και αριστερά μου, βλέπω ανθρώπους όλων των ηλικιών, φυλών, χρωμάτων και σεξουαλικών ή άλλων προτιμήσεων, να κολυμπούν με τον ίδιο αργό τρόπο. Όλοι έχουμε τον ίδιο σκοπό, να φτάσουμε κάπου, να πατήσουμε, έστω για λίγο, έδαφος… Κολυμπάμε σαν κοπάδι, αυτό ήταν το λάθος μας, ωστόσο αυτό μπορεί να γίνει και η σωτηρία μας.
Την ώρα της χαλάρωσης, αφηνόμαστε όλοι κάνοντας οτοστόπ στο ρεύμα. Αυτό, ούτως ή άλλως, είναι που ορίζει τον δρόμο μας. Τότε όλοι μας συζητάμε. Αναθυμόμαστε άλλες εποχές, την προηγούμενη εποχή. Τότε που υπήρχε Γη που όλοι την πατούσαμε, όλοι είχαμε τις ζωές μας. Μέχρι που ανέτειλε μια νέα εποχή όταν τα αφεντικά του κόσμου, αποφάσισαν να πάρουν τις τύχες του κόσμου, στα χέρια τους. Φτάνει πια με την ελεγχόμενη δημοκρατία τους. Γιατί καμιά φορά ξεφεύγουν τα πράγματα, όπως έγινε με τα κουμούνια και τους συνοδοιπόρους τους. Όλες οι εκλεγμένες εξουσίες θα υπόκεινται σε έλεγχο από μη εκλεγμένες σκιώδεις επιτροπές. Πρέπει να αφήσουμε ανεξέλεγκτη την μέγιστη αρετή του καπιταλισμού, την απληστία. Σημασία έχουν τα κέρδη, όχι ο/η άνθρωπος. Τότε ήταν που βρεθήκαμε σε μια κατάσταση όπου η Γη που πατούσαμε
έγινε ιδιωτική και έπρεπε να την αδειάσουμε. Δεν είχαμε κανένα δικαίωμα, ήμασταν περιττοί.
Ξαφνικά μάθαμε πως είμαστε πάρα πολλοί και όσοι περισσεύουμε – 9 στους 10 – πρέπει να αποχωρήσουμε. Έκτοτε κολυμπάμε, προσπαθώντας να αντέξουμε στον χρόνο. Είναι το μόνο που μας έχει απομείνει. Το χειρότερό όμως είναι, πως εμείς τους ψηφίζαμε, μέχρι τέλους…
Ιδανικός τύπος ανθρώπου για την νέα μεταδημοκρατίκη τάξη πραγμάτων, είναι ο/η άνθρωπος χωρίς μνήμη. Οξύμωρο σχήμα την εποχή της πληροφορίας. Σκέφτομαι πως υπάρχω, γιατί θυμάμαι.
Πως μπορείς να σβήνεις τη μνήμη και να υπάρχεις, να είσαι εσύ;.. Ο/Η άνθρωπος χτίζεται από τη μνήμη. Τα υλικά της, είναι τα βιώματα που παράγουν εμπειρίες και οι λέξεις που τις περιγράφουν και τις κάνουν ιδέες. Φαντάζομαι τον εαυτό μου να μπαίνει σ’ ένα ποτάμι. Θέλω να βρέξω τα πόδια μου και μετά, να περάσω απέναντι. Όσο περπατώ μέσα στο ποτάμι, συνειδητοποιώ πως για κάθε βήμα που κάνω, ανάλογα απομακρύνεται και η όχθη. Το ίδιο γίνεται και όταν κάνω μεταβολή για να επιστρέψω, πίσω στην όχθη που ξεκίνησα. Το μόνο που αλλάζει σε όλη την σκηνή, είναι το νερό είναι πάντα… καινούργιο. Αρχίζω να σκέφτομαι πως θέλω να περιγράψω αυτό το φαινόμενο και ανακαλύπτω, πως δεν υπάρχουν οι λέξεις, ή κι αν υπάρχουν, έχουνε χάσει το νόημά τους. Κάπως έτσι φυλακιζόμαστε σ’ ένα ανατροφοδοτούμενο κοινωνικό δικτυακό παρόν, αποφασισμένοι να αρέσουμε πάση θυσία, εξορίζοντας τον πόνο από την μνήμη μας. Ακολουθώντας, το ψιθύρισμα του Σεφέρη, «Η μνήμη όπου κι αν την αγγίξεις πονεί, | ο ουρανός είναι λίγος, θάλασσα πια δεν
υπάρχει, | ό,τι σκοτώνουν τη μέρα τ’ αδειάζουν με κάρα πίσω απ’ τη ράχη», (Μνήμη Α’).
Ξεσαλώσαμε σε ξένο αχυρώνα. Τώρα αυτός μας ξέρει καλύτερα από ότι γνωρίζουμε τον εαυτό μας.
Δεν έχει να κάνει τίποτε άλλο πάρα να χειρίζεται τα νήματα, μιας και μετατραπήκαμε σε κούκλες.
Σημειώνω εδώ πως όλοι οι αχυρώνες στον μεταμοντέρνο παράδεισο που ζούμε, ανήκουν στους ιδιοκτήτες του κόσμου.
Αναρωτήθηκα πως μπορούν ν΄ αλλάξουν τα πράγματα, μιας και η ζωή τρέχει και δεν μπορεί να περιμένει. Μήπως είμαστε ερωτευμένοι με τις αλυσίδες μας;… Πόσο μεγάλο είναι το σκοτεινό δωμάτιο που κρύβουμε στα εσώψυχά μας;… Γιατί αναζητούμε τον μεγάλο ηγέτη που θα μας φωτίσει το αβέβαιο μέλλον;… Γιατί έχουμε ανάγκη να μισούμε καθετί διαφορετικό, από τους δικούς μας;… Είναι πολλές οι ερωτήσεις που χρειάζεται να απαντήσουμε, αρκεί να ξαναβρούμε τις λέξεις που μας έκλεψαν.
1. Μπάρι Μάιλς | Ουίλιαμ Μπάροουζ. El Hombre Invisible, μτφ Γ. Γούτας. Απόπειρα, 2008
*Η λέξη είναι το ακρωνύμιο των αρχιγραμμάτων των παραγράφων του κειμένου: ΜΕΤΑΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ