Μόλις λίγες ώρες αφότου αφέθηκαν ελεύθεροι οι 31 συλληφθέντες φοιτητές, αλλά φορτωμένοι με κατηγορίες, το infolibre μίλησε με δύο εξ’ αυτών. Περιγράφουν ό,τι βίωσαν από τη στιγμή που εκδηλώθηκε το πογκρόμ των ΜΑΤ τη Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου στην Πρυτανεία του ΑΠΘ, τη σύλληψή τους, τη μεταγωγή τους στη ΓΑΔΘ και τις συνθήκες κράτησής τους μέχρι και την εμφάνισή τους στην Εισαγγελία.
“Η κατάληψη της Πρυτανείας ξεκίνησε από τις 7 το πρωί από φοιτητικούς συλλόγους, αλληλέγγυες παρατάξεις και αλληλέγγυο κόσμο που ήρθαν για να στηρίξουν την κινητοποίηση ενάντια στο νέο νομοσχέδιο Κεραμέως-Χρυσοχοίδη, το οποίο αποτελεί το μεγαλύτερο και πιο καθοριστικό χτύπημα στην εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια. Είναι ένας νόμος που επιστρέφει την εκπαίδευση στα δεδομένα της δεκαετία του ‘60, μία απόλυτα ταξική εκπαίδευση που επιτρέπει μόνο σε όσους αντέχει η τσέπη τους την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, εντείνοντας βαθύτατα τον ταξικό αποκλεισμό και μετατρέποντας το πανεπιστήμιο σε εταιρεία-φυλακή, στο οποίο δεν υπάρχει κανένας χώρος για την ελευθερία έκφρασης, πολιτικής δράσης, αγώνα και αντίστασης απέναντι στα βάρβαρα νεοφιλελεύθερα μέτρα.”
Τα ΜΑΤ “μπαίνουν” στην Πρυτανεία – Άγρια καταστολή.
“Από τις 7.00 το πρωί που ξεκίνησε η κατάληψη μέχρι τις 12.00 περίπου, οι φοιτητές ήταν συγκεντρωμένοι στον ανοιχτό χώρο μπροστά από την Πρυτανεία και φυσικά δεν υπήρχε καμία φθορά στο κτήριο όπως ισχυρίστηκε ο πρύτανης. Ξαφνικά ενημερωθήκαμε ότι μαζεύονται διμοιρίες των ΜΑΤ στη ΔΕΘ με σκοπό να εισέλθουν στο πανεπιστήμιο. Οι φοιτητές συγκρότησαν αλυσίδες μπροστά από την Πρυτανεία και σύντομα έκαναν την εμφάνισή τους οι αστυνομικές δυνάμεις με ιδιαίτερα επιθετικές διαθέσεις. Επιτέθηκαν κατευθείαν στο «ψαχνό» και ένα κομμάτι των φοιτητών προκειμένου να αποφύγει τη σύλληψη και τα χτυπήματα μπήκε μέσα στην πρυτανεία, για την ακρίβεια τους εγκλώβισαν οι ίδιοι οι αστυνομικοί και αυτή ήταν και η πλειοψηφία των συλληφθέντων φοιτητών. Την ίδια στιγμή στον περιβάλλοντα χώρο ξεκίνησε ένα ρεσιτάλ βίας με επιθέσεις των αστυνομικών δυνάμεων στους συγκεντρωμένους φοιτητές χωρίς κανένα προφανή λόγο, με τεράστιας κλίμακας βιαιότητες και την ταυτόχρονη χρήση δακρυγόνων και κρότου λάμψης. Δεν δίστασαν ακόμα να χτυπήσουν φοιτητές με προβλήματα υγείας και κινητικά ζητήματα και να τους κοπανούν στο έδαφος και στη συνέχεια να προσπαθούν βίαια να τους προσαγάγουν. Παράλληλα στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν τους δημοσιογράφους από το να καταγράψουν τα περιστατικά επιτέθηκαν και σε δημοσιογράφους αλλά και σε καθηγητές που βρέθηκαν εκεί ώστε να αποτρέψουν τις βίαιες επιθέσεις και να προστατέψουν τους φοιτητές.”
Στοιβαγμένοι στο υπόγειο της ΓΑΔΘ.
“Από τις 32 αρχικές προσαγωγές (μετέπειτα συλλήψεις) οι δύο οδηγήθηκαν αρχικά στο νοσοκομείο γιατί έφεραν πληγές και τραύματα από τα χτυπήματα, κυρίως στο κεφάλι, στην πλάτη και στον θώρακα από γκλοπιές και γροθιές των αστυνομικών.
Μας πήραν με κλούβες και περιπολικά και μέχρι τη μία μας είχαν οδηγήσει στη ΓΑΔΘ, όπου μας κρατήσαν για 6 ώρες στον χώρο προσωρινής κράτησης χωρίς να γνωρίζουμε αν πρόκειται για προσαγωγές ή συλλήψεις παρά το γεγονός ότι ρωτούσαμε διαρκώς και είτε αδιαφορούσαν είτε μας απαντούσαν «λογικά πρόκειται για προσαγωγούλες, μην αγχώνεστε, θα φύγετε σε λίγο».
Μέσα σε όλη τη διαδικασία της αναμονής, η μία από τις 32 προσαγωγές παρέμεινε τελικά προσαγωγή και ο φοιτητής έφυγε τελικά με το πρόστιμο των 300 ευρώ και όλες οι υπόλοιπες μετατράπηκαν κατά τις 10 το βράδυ σε συλλήψεις με το γνωστό κατηγορητήριο κατάληψης δημοσίου χώρου, την πρόκληση φθοράς και την άσκηση βίας απέναντι στους αστυνομικούς υπαλλήλους και για την πλειοψηφία των φοιτητών προστέθηκε και η απείθια. Παράλληλα μας αρνήθηκαν την είσοδο των δικηγόρων μας, ακόμα και την τηλεφωνική επικοινωνία με αυτούς, αλλά μπήκαν μέσα στη ΓΑΔΘ βουλευτές για να μας μιλήσουν. Για πάρα πολλές ώρες ζητούσαμε νερό και φαγητό και μας έδιναν μόνο νερό και μόνο εφόσον επικυρώθηκε η απόφαση για την μετατροπή των προσαγωγών σε συλλήψεις μας έφεραν φαγητό ενώ ήμασταν νηστικοί οι περισσότεροι από το πρωί.
Η διαδικασία των απολογιών ξεκίνησε κατά τις 11:30 το βράδυ και στη συνέχεια μας οδήγησαν στα κελιά όπου μας στοίβαξαν τον έναν πάνω στον άλλο. Να σημειώσουμε ότι από την πρώτη στιγμή που μπήκαμε στη ΓΑΔΘ στον προσωρινό χώρο κράτησης, μας τοποθέτησαν τον έναν πάνω στον άλλο χωρίς να τηρείται το παραμικρό μέτρο προστασίας για τον κορονοϊό. Δεν υπήρχε ούτε ένα παράθυρο ώστε να αερίζεται ο χώρος και υπήρξαν αστυνομικοί οι οποίοι κάπνιζαν και δεν τηρούσαν τα μέτρα και ασφαλώς στα κελιά δεν υπήρχε καμία υγιεινή και ήμασταν απολύτως εκτεθειμένοι. Φυσικά μας χρέωσαν όλους τα πρόστιμα για άσκοπη μετακίνηση και μη τήρηση των μέτρων…”
Στον Εισαγγελέα…
“Το πρωί με αυστηρή και σκληρή περιφρούρηση μας πήραν και μας πήγαν στις κλούβες για να μας πάνε στα δικαστήρια, όπου δεν υπήρχε ούτε νερό ούτε φαγητό και ήμασταν όλοι νηστικοί από την προηγούμενη ημέρα.
Η εισαγγελία εξ αρχής έδειξε ότι ήθελε να κάνει ακόμα πιο σκληρούς τους όρους των ποινών. Πρόσθεσε το από κοινού σε όλες τις κατηγορίες σαν να είναι κάτι προμελετημένο και προσχεδιασμένο και αρνούταν πεισματικά να οριστεί δικάσιμος και ήθελε να προχωρήσει στην αυτόφορη διαδικασία το οποίο ήταν και το χειρότερο σενάριο. Εν τέλει αυτό έγινε, κρατηθήκαμε ως τις 2 όπου πραγματοποιήθηκε η αυτόφορη διαδικασία και εκεί πέρα έπειτα από τις επίμονες πιέσεις των δικηγόρων αλλά και των διοκώμενων φοιτητών ορίστηκε τελικά νέα δικάσιμος για την Πέμπτη.”
Προκλητική στάση της αστυνομίας.
Καθόλη τη διάρκεια της κράτησής μας, η στάση της αστυνομίας ήταν προκλητική, οι ειρωνίες δεν έλειψαν φυσικά. Ανάμεσα στους συλληφθέντες εκτός από τους δύο τραυματίες υπήρχε και φοιτητής με πέτρα στα νεφρά και καθώς ζητούσαμε να του παρασχεθεί ιατροφαρμακευτική περίθαλψη μας ειρωνευόντουσαν λέγοντάς μας «τι είστε γιατροί εσείς;» και καθυστερούσαν την οποιαδήποτε βοήθεια.
Στο πλαίσιο της τήρησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων μας μέσα στη ΓΑΔΘ πρόκειται για ένα μεγάλο φιάσκο, πέραν την κράτησής μας για τόσες ώρες χωρίς να μας ενημερώνουν αν πρόκειται για προσαγωγή ή σύλληψη, μας αρνήθηκαν την επικοινωνία με τους δικηγόρους τους οποίους κρατούσαν για 5 ώρες στον πρώτο όροφο ενώ εμείς βρισκόμασταν στο υπόγειο και δεν μπορούσαμε ούτε να τους δούμε και να τους συμβουλευτούμε. Κάτι το οποίο τελικά συνέβη μετά από από επίμονες και έντονες προσπάθειες δικές μας αλλά και των αλληλέγγυων έξω από τη ΓΑΔΘ και στο κέντρο της πόλης όπου πραγματοποιούσαν συγκεντρώσεις και πορείες.
Γενικά υπήρξε μία έντονα επιθετική στάση της αστυνομίας και μία άρνηση να ασχοληθούν ακόμα και με τα θέματα υγείας.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του αυτόφορου θέλησαν να μην υπάρχει παρουσία των δημοσιογράφων δημιουργώντας ένα χουντικό πλαίσιο, με διαδικασίες κεκλεισμένων των θυρών και φαστ τρακ αποφάσεις απέναντι σε όσους τολμούν να αγωνίζονται και να αντιστέκονται. Με την έντονη επιμονή και απαίτηση των συνηγόρων υπαράσπισης τελικά παρέμειναν οι δημοσιογράφοι μέσα.
Ταυτόχρονα η αστυνομία προσπάθησε να προτείνει στην αυτόφορη διαδικασία να δικαστούμε ένας ένας, αλλά με τις πιέσεις των δικηγόρων και των συλληφθέντων φοιτητών δεν πραγματοποιήθηκε.
Συμπερασματικά, οι συλλήψεις φορτώθηκαν σε όλους μας ακριβώς επειδή οι αστυνομικές δυνάμεις προχώρησαν σε ακραία βίαιη καταστολή απέναντι στους φοιτητές που βρίσκονταν στην κατάληψη με αρκετούς τραυματίες και προσπάθησαν με αυτόν τον τρόπο να δικαιολογήσουν την ακραία άσκηση βίας. Ταυτόχρονα με την πολυεπίπεδη κλιμάκωση των αγώνων και των κινητοποιήσεων του κόσμου, αποφάσισαν να δείξουν ένα ακόμα πιο σκληρό και αυταρχικό προφίλ τραβώντας παραπάνω το σχοινί, και σίγουρα έχουμε μία προσπάθεια κανονικοποίησης και παγίωσης των χουντοαπαγορεύσεων και νόμων όπου όποιος αγωνίζεται βαφτίζεται από το κράτος εγκληματίας και όποιος συμβαδίζει με τις αποφάσεις και τις ντιρεκτίβες της κυβέρνησης θεωρείται νομιμόφρων πολίτης. Είμαστε σε μία αρκετά δύσκολη περίοδο όπου το φοιτητικό και το εργατικό κίνημα πρέπει να πατήσει γερά στα πόδια του και να συνειδητοποιήσει ότι οι ίδιοι μέσα από τις δομές αυτοοργάνωσης και μέσα από τις διαδικασίες συλλόγων, σωματείων κλπ πρέπει να ξεκινήσουμε έναν αγώνα διαρκείας για να σπάσουμε στην πράξη τους χουντονόμους γενικότερα και το νομοσχέδιο Κεραμέως ειδικότερα, που αποτελεί έναν οδοστρωτήρα για την εκπαίδευση και προπομπό για το τι πρόκειται να ακολουθήσει σε όλες τις πτυχές της ζωής μας.
Αυτή η επίθεση πρέπει να λειτουργήσει ως καμπανάκι για όλους μας, ότι αυτό σημαίνει η εφαρμογή του νέου νόμου, η καταστολή και η ωμή βία από τις αστυνομικές δυνάμεις με την νομική κάλυψη που επιθυμούσαν ώστε να αποτελεί πλέον τη νέα κανονικότητα, την οποία οφείλουμε να σπάσουμε μέσα από την πράξη και τους αγώνες για ελευθερία, δημοκρατικά δικαιώματα και για την ίδια μας την αξιοπρέπεια.”