Η πατριαρχία στα χρόνια του κορονοϊού

Ευρισκόμενες σε μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση, την οποία η ανθρωπότητα καλείται να αντιμετωπίσει, αναγνωρίζουμε τις ψευδείς προσπάθειες του κράτους και του κεφαλαίου να παρουσιάσει ένα ανθρωποκεντρικό προσωπείο ενώ στην πραγματικότητα ενδιαφέρεται απλά για την αυτοσυντήρηση του, εκμεταλλευόμενο με αισχροκέρδεια το κοινωνικό σώμα. Μέσα από δακρύβρεχτα δελτία ειδήσεων κρατικοί εκπρόσωποι εξαγγέλλουν την μέριμνά τους για την δημόσια υγεία ενώ το κράτος μέσα από τις πρακτικές του “μοχθούσε” και συνεχίζει να δουλεύει πυρετωδώς για να την υποβαθμίσει με τις συνεχείς περικοπές στις δαπάνες για το σύστημα υγείας. Η αποσάθρωση της δημόσιας υγείας έχει ξεκινήσει προ πολλού, ωθώντας στην ιδιωτική εναλλακτική ακόμα και για θεραπείες ρουτίνας. Βέβαια, δεν είναι μόνο ο τομέας της υγείας στον οποίο το κρατικό-καπιταλιστικό σύστημα έχει δείξει τις πραγματικές προθέσεις του.

Η εργασία, ως κατεξοχήν πεδίο εκμετάλλευσης, συνεχίζει να βάλλεται τόσο ως προς τα δικαιώματα των εργαζομένων όσο και ως προς τις συνθήκες στις οποίες καλούνται να εργαστούν. Από την σημαντική έλλειψη υγειονομικού προσωπικού, την έλλειψη ακόμη και στον βασικό υλικοτεχνικό εξοπλισμό για την αυτοπροστασία του, τα εξαντλητικά ωράρια και τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των ανθρώπων που “μάχονται” στην πρώτη γραμμή μέχρι την αναίτια εξαναγκαστική εργασία ανθρώπων που δεν ανήκουν σε κλάδους πρώτης ανάγκης το επίδικο είναι ένα, η διεύρυνση της καταπίεσης σε όλη την κοινωνία προς όφελος του συστήματος. Άλλωστε είναι φανερός ο κοινός τόπος των περιοχών όπου ξεκίνησε η πανδημία, τόσο η Γιουχάν όσο και το Μπέργκαμο αποτελούν μεγάλα βιομηχανικά κέντρα στα οποία υπάρχει υπερπληθυσμός και εργασιακός και υγειονομικός μεσαίωνας. Το κράτος, με αρωγό στο έργο του τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αντίθετα με τις εξαγγελίες του, αποποιείται όλων αυτών των ευθυνών μετακυλίοντας τες συστηματικά στην κοινωνία, μιλώντας για ατομική ευθύνη και προβαίνοντας σε αυστηρά μέτρα εγκλεισμού.

Το “μένουμε σπίτι” δεν αποτελεί για όλους μια υπαρκτή πραγματικότητα, ούτε είναι ασφαλές για όλες. Η αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας αποτελεί γεγονός με τις καταγγελίες να πληθαίνουν καθημερινά και την κρατική μέριμνα για άλλη μια φορά να αποτυγχάνει. Μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση εγκλεισμού παρατηρείται αύξηση -ακόμη και μέχρι 50%- στα ποσοστά των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας. Ορισμένες γυναίκες και άτομα της ΛΟΑΤΚΙΑς κοινότητας, εξαναγκάζονται να μένουν σπίτι με τους κακοποιούς τους χωρίς να τους προβάλλεται εναλλακτική φυγής, καθώς δεν είναι εφικτό να αλλάξουν κατοικία και να πάνε σε κάποιο συγγενικό ή μη πρόσωπο, ούτε  να νοικιάσουν άλλο σπίτι λόγω της καραντίνας και των οικονομικών δυσκολιών. Ακόμη καθίσταται δυσκολότερη η καταγγελία στις αρμόδιες υπηρεσίες λόγω της συνεχούς παρουσίας του θύτη και της περιορισμένης κινητικότητας τους. Άλλωστε ακόμη κι αν επιτευχθεί η καταγγελία δεν υπάρχει ανταπόκριση από την αστυνομία. Όπως απάντησαν και οι ίδιοι οι μπάτσοι στην γυναίκα που ήθελε να καταγγείλει τον άντρα της για σωματική κακοποίηση αποτρέποντας την: “σε κάθε περίπτωση αυτά δεν είναι θέματα που λύνει η αστυνομία και η ποινική δικαιοσύνη αλλά ένα διαζύγιο”.  Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ευθύνη πέφτει αποκλειστικά πάνω στο θύμα, καθιστώντας την, έτσι, υπεύθυνη για την αντιμετώπιση του προβλήματος και δημιουργώντας της το αίσθημα ότι η ίδια ευθύνεται για την κακοποίηση της.

Παράλληλα, παρέχεται στους δράστες άλλο ένα είδος κοινωνικής νομιμοποίησης τόσο από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όσο και από τμήματα της κοινωνίας ενισχύοντας την έμφυλη πατριαρχική βία με το “άλλοθι” της καραντίνας. Η αισχρή αυτή πρόφαση αναπαράγεται ακόμη και σε περιπτώσεις δολοφονιών με την σαθρή επιχειρηματολογία πως για αυτά ευθύνονται οι οικονομικές δυσκολίες και οι τεταμένες προσωπικές σχέσεις λόγω του εγκλεισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού αποτελεί η δολοφονία φοιτήτριας από τον σύντροφό της με το πρόσχημα ότι η “καραντίνα τον τρέλανε, τον έφτασε στα όριά του και τον ανάγκασε να δράσει κατά αυτόν τον τρόπο”. Έτσι, η στάση αυτή αποτελεί διπλή δολοφονία, κάτι που δεν αντικρίζουμε πρώτη φορά.

Βέβαια, το “μένουμε σπίτι” δεν ισχύει για όλους.  Από την μία, υπάρχουν ακόμη επαγγέλματα που συνεχίζουν να ασκούνται και σε πολλά από αυτά βλέπουμε οι γυναίκες να αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό των εργαζομένων. Ζώντας σε μία πατριαρχικά δομημένη κοινωνία, οι γυναίκες νοσηλεύτριες, εργάτριες, καθαρίστριες, υπάλληλοι super market και φαρμακείων πέρα από τον κίνδυνο για την υγεία τους, έρχονται αντιμέτωπες με ένα πολλαπλό φορτίο, αυτό της εργαζόμενης,της συζύγου, της μητέρας και της νοικοκυράς, με τις δυσκολίες να εντείνονται όταν μιλάμε για μονογονεϊκές οικογένειες. Αυτό συμβαίνει καθώς η πατριαρχία, όσο και αν  η κοινωνία έχει προσπαθήσει να απαγκιστρωθεί από αυτά τα στερεότυπα, θέλει τη γυναίκα να επωμίζεται ολοκληρωτικά το βάρος του νοικοκυριού. Στην παρούσα συγκυρία η κατάσταση αυτή εντείνεται.

Από την άλλη, δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια μπροστά στις δυσβάστακτες συνθήκες που αντιμετωπίζουν τόσο οι εγκλωβισμένοι/ες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όσο και οι έγκλειστοι/ες σε φυλακές και σε ψυχιατρικές κλινικές. Εκεί όπου η πρόσβαση στην υγεία αποτελούσε ανέκαθεν “ψιλά γράμματα”, η έλλειψη της καθίσταται πλέον δολοφονική πρακτική. Ο τεράστιος συνωστισμός και οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, προμηνύουν ένα τρομακτικό μέλλον, καθώς η γρήγορη μετάδοση μοιάζει αναπόφευκτη. Ειδικότερα, οι πρόσφυγες και μετανάστες ανεξάρτητα από την παρούσα πανδημία, εφόσον δεν τους παρέχεται κοινωνική ασφάλιση, στερούνται ακόμα και τη δυνατότητα απλής συνταγογράφησης κάποιας φαρμακευτικής αγωγής, θέτοντας τη ζωή τους σε καθημερινό κίνδυνο.

Ως γυναίκες, βιώνοντας αυτήν την πρωτόγνωρη κοινωνικά περίοδο, η οποία αναδεικνύει και μεγεθύνει την πατριαρχική βία που ήδη υπήρχε, προτάσσουμε την αλληλεγγύη. Στεκόμαστε η μία δίπλα στην άλλη και μαχόμαστε ενάντια σε ό,τι μας καταπιέζει. Σε αυτήν τη δύσκολη για όλες μας περίοδο δεν ξεχνάμε τις εργαζόμενες, τις γυναίκες που κακοποιούνται, τις γυναίκες που δολοφονούνται, τις έγκλειστες και τις εγκλωβισμένες. Σε ένα σύστημα που προστατεύονται οι λίγοι, είναι απαραίτητο να παλέψουμε για τις ανάγκες των πολλών. Κανένας και καμία μόνη/ος απέναντι σε έναν επικίνδυνο ιό και σε ένα δολοφονικό κρατικο-καπιταλιστικό σύστημα.

Η ΕΜΦΥΛΗ ΒΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑ

ΑΓΩΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΥΓΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ/ΕΣ | ΑΠΟΣΥΜΦΟΡΗΣΗ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ | ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΩΝ ΚΟΛΑΣΤΗΡΙΩΝ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΘΑ ΝΙΚΗΣΕΙ

Γραμμές SOS: 15900: θύμα σεξιστικής βίας

11528: θύμα ομοφοβικής/τρανσφοβικής βία

Πρωτοβουλία γυναικών ενάντια στην πατριαρχία, Θεσσαλονίκη 2020. [email protected]

Μοιραστείτε το άρθρο