Το 2021 δεν είναι 1932

Του Βαγγέλη Γλαντζή

Το 1893 πραγματοποιείται ο πρώτος εορτασμός της εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα. Ακολουθεί μια εικοσαετία συνεχών απεργιακών κινητοποιήσεων με κεντρικό αίτημα το 8ωρο, η οποία χαρακτηρίζεται από συλλήψεις και άγριες απεργιακές συγκρούσεις.

Στα τότε  βιομηχανικά κέντρα της χώρας εργάζονται 14 ώρες την ημέρα.

Πολλοί από τους συνδικαλιστές που ηγούνται των κινητοποιήσεων της εικοσαετίας 1890-1910 συλλαμβάνονται και στέλνονται στα μέτωπα.

Το 1910 για πρώτη φορά καθιερώνεται η αργία της Κυριακής, ενώ το 1913 ψηφίζονται κάποιοι νόμοι που καθορίζουν το 10ωρο για τους εργάτες επιφανείας μεταλλείων και το 8ωρο για όσους απασχολούνται σε υπόγειες εργασίες.

Στις 21 Αυγούστου 1916 έχουμε μια πολύνεκρη απεργία των μεταλλωρύχων στη Σέριφο με κεντρικό αίτημα την 8ωρη εργασία, για να φτάσουμε στο 1919, οπότε υπογράφεται η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας για το Οκτάωρο από το Διεθνές Γραφείο Εργασίας στη Γενεύη.

Το 1920 ψηφίζεται ο Ν. 2269 για 8ωρη εργασία (48 εβδομαδιαίως), ο οποίος αφορούσε μόνο τις βιομηχανικές επιχειρήσεις.

Το 1921 εφαρμόζεται προσωρινά το οχτάωρο στους ηλεκτροτεχνίτες και τους τροχιοδρομικούς.

Με Προεδρικό Διάταγμα στις 27.6/4.7.1932 το 8ωρο επεκτείνεται και σε άλλους επαγγελματικούς κλάδους. Αυτό συνεχίζεται μέχρι το 1936.

Η σημερινή κυβέρνηση είναι έτοιμη να φέρει προς ψήφιση στη Βουλή μέσα στον Απρίλιο το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στα εργασιακά.

Οι διατάξεις του νέου εργατικού κώδικα της ΝΔ:

– Ουσιαστική κατάργηση του 8ωρου και αναγνώριση της δυνατότητας στις επιχειρήσεις να διευθετούν τον χρόνο εργασίας των εργαζομένων τους όπως αυτές θέλουν. Η βασική πρόβλεψη εδώ είναι ότι οι επιχειρήσεις θα έχουν τη δυνατότητα να απασχολούν τους εργαζόμενούς τους έως και 10 ώρες ημερησίως χωρίς πρόσθετη ή υπερωριακή αμοιβή, εφόσον αντισταθμίζουν τις ώρες αυτές με αντίστοιχη μείωση ωρών εργασίας ή ρεπό ή μέρες άδειας εντός του ίδιου εξαμήνου.

– Κατάργηση του ειδικού ανώτατου ορίου των 90 ωρών υπερωριακής απασχόλησης στη βιομηχανία και τη βιοτεχνία και εξίσωσή του με το όριο των 120 ωρών που ισχύει στους άλλους κλάδους της οικονομίας, κάτι που θα οδηγήσει στη μείωση του κόστους των υπερωριών για τις βιομηχανίες.

– Διεύρυνση της εργασίας τις Κυριακές, με την προσθήκη νέων επιχειρήσεων στη λίστα αυτών που επιτρέπεται να λειτουργούν αυτή τη μέρα.

– Αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο αλλά και στις απεργίες, με την εισαγωγή ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για τη λήψη αποφάσεων για απεργία και τη θέσπιση υποχρέωσης για προσωπικό ασφαλείας στις απεργίες που θα αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 40% του συνολικού προσωπικού.

Η κυβέρνηση λοιπόν εντός του Απριλίου καταργεί μια ιστορική κατάκτηση των εργαζομένων, την 8ωρη εργασία. Οι εργαζόμενοι που επιστρέφουν στην εργασία τους (αν βρουν την επιχείρηση ανοικτή μετά από έξι ή επτά μήνες lockdown) και μπαίνουν σε καραντίνα 7 ή 14 ημερών, σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΟΔΥ, θα είναι υποχρεωμένοι να δουλεύουν εντεκάωρο, με τρεις ώρες άμισθης υπερωρίας!

Το “σπάσιμο” του οκταώρου είναι βασική επιδίωξη του ΣΕΒ και πάγια θέση του από το 2010, οι δε “ευέλικτες” υπερωρίες που δεν θα επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις είναι ένα μέτρο που περιλαμβάνεται στην “έκθεση Πισσαρίδη”.

Με άλλα λόγια, ο υπουργός Εργασίας θεσμοθετεί όλες τις ανατροπές που υπαγορεύει η “έκθεση Πισσαρίδη” στην εργασία, όπου έχουν ενσωματωθεί με τη σειρά τους όλα τα αιτήματα του ΣΕΒ. Ακόμη και αυτά που δεν είχαν γίνει δεκτά από την τρόικα την περίοδο 2010–2015.

Αυτό θα συμβεί για να περάσει η Ελλάδα τη δέκατη αξιολόγηση του Eurogroup, που θα γίνει το Μάιο.

Κατάργηση 8ωρου, μείωση κατώτατου μισθού, εργασία τις Κυριακές μετά το lockdown, οι βασικοί στόχοι του κράτους.

Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία της Eurostat: οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν φτάσει να εργάζονται 2.170 ώρες τον χρόνο, δηλαδή 42 πραγματικές ώρες εργασίας την εβδομάδα, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 37,2 ώρες. Και αυτά είναι τα επίσημα στοιχεία. Μάλιστα, ο πραγματικός χρόνος εργασίας είναι πολύ μεγαλύτερος διότι έχουμε και την αδήλωτη ανασφάλιστη εργασία, άρα χρόνο απασχόλησης πάνω από τον συμβατικό, που δεν μπορεί να μετρηθεί. Την ίδια ώρα, οι μισθοί έχουν μειωθεί κατά 40%-45%.

Ζώντας τα τελευταία είκοσι και πλέον χρόνια έναν εργασιακό μεσαίωνα, γνωρίζουμε όλοι οι εργαζόμενοι/ες πως όλα όσα αναφέρονται στο υπό κατάθεση νομοσχέδιο εφαρμόζονται ήδη άτυπα σε ευρεία κλίμακα.

Οι τωρινοί διαχειριστές της εξουσίας αποφάσισαν να τα κάνουν και νόμο του κράτους.

Στον αγώνα μας να μην επιτρέψουμε εργασιακή απασχόληση σε συνθήκες γαλέρας δεν θα βρούμε σύμμαχο τη δοτή διοίκηση της ΓΣΕΕ.

Από το 1985, με τον διορισμό του Ραυτόπουλου, η ΓΣΕΕ έχει ουσιαστικά δοτή διοίκηση και η παρουσία των εργοδοτών και των μεγαλοδιευθυντικών στελεχών στα συνδικάτα, καθώς και η μετατροπή της ΓΣΕΕ σε εταιρεία διαχείρισης ευρωπαϊκών, επιχειρηματικών και κρατικών κονδυλιών εκατομμυρίων, αποδεικνύουν την απροκάλυπτα φιλεργοδοτική της στάση.

Δεν θα βρούμε όμως συμμάχους ούτε και στους γραφειοκράτες συνδικαλιστές, οι οποίοι με κάποιες γενικολογίες, όπως συσπείρωση γύρω από το ΠΑΜΕ, εξυπηρετούν κυρίως την αναπαραγωγή της κομματικής επιρροής του ΚΚΕ στα συνδικάτα.

Από τη μια καταγγέλλουν -και σωστά- τις νοθείες στις διαδικασίες αντιπροσώπευσης και διεξαγωγής συνεδρίων, από την άλλη όμως αποδέχονται διορισμό από το κράτος και τους δικαστές, στον οποίο συμμετέχουν, μαζί με τους νόθους και τους εργοδότες, αναγνωρίζοντάς τους. Όμως ο ταξικός συσχετισμός δεν αλλάζει μέσω της αστικής δικαιοσύνης.

Για να μην επιστρέψουμε στην προ 1932 εποχή, χρειάζεται αδιαμεσολάβητος αγώνας, αγωνιστικός, διεκδικητικός και ριζοσπαστικός.

Οι ακηδεμόνευτοι φοιτητικοί αγώνες μάς έδειξαν πως ένα χουντικής έμπνευσης νομοσχέδιο έμεινε στα χαρτιά.

Τα σωματεία βάσης μάς δείχνουν τον δρόμο – σωματεία με: αμεσοδημοκρατική αντι-ιεραρχική συνδικαλιστική λειτουργία, με τη δυνατότητα συνελεύσεων στον ίδιο τον χώρο εργασίας και με ευχέρεια οργάνωσης άμεσων αντιδράσεων και κινητοποιήσεων των εργαζομένων.

Όπως και το βιώσιμο εγχείρημα της ΒΙΟΜΕ ότι μπορούμε χωρίς αφεντικά.

Κινητοποιήσεις και απεργίες διαρκείας είναι ο μοναδικός και αποτελεσματικός τρόπος για να αντισταθούμε στο νομοσχέδιο-έκτρωμα που προσπαθεί να επιβάλλει η σημερινή κυβέρνηση.

Επισφαλώς εργαζόμενοι, άνεργοι, αορίστου και ορισμένου χρόνου μισθωτοί ιδιωτικού και δημοσίου τομέα να βρεθούμε στους δρόμους με ενότητα και μαζικούς αγώνες.

Να μην αφήσουμε αυτός ο νόμος να εφαρμοστεί.

 

Μοιραστείτε το άρθρο