Δικαιοσύνη στους δρόμους, κραυγή ενάντια στη γενικευμένη ασφυξία
Με ενός λεπτού σιγή ξεκίνησε η εκδήλωση για το έγκλημα των Τεμπών που διοργάνωσε η Αντιεξουσιαστική Κίνηση Θεσσαλονίκης και ο ΕΚΧ Σχολείο, το απόγευμα του Σαββάτου 22/3 στην ΕΔΟΘ, στην οποία πήραν μέρος Σέρβες/οι φοιτήτριες/ες, μητέρα θύματος του εγκλήματος στα Τέμπη και πρώην μηχανοδηγός του σιδηροδρόμου.
Σέρβες/οι φοιτήτριες/ες: Τα βασικά στοιχεία της συνθήκης στη Σερβία παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες παρά τις επιμέρους διαφορές. Κεντρικό ρόλο κατέχει η σχέση κράτους και κεφαλαίου, το καθεστώς φιλελευθερισμού και ιδιωτικοποιήσεων. Το ατύχημα συνέβη σε ένα μεγάλο πρότζεκτ που αφορούσε υποτιθέμενη αναβάθμιση στις μεταφορές της Σερβίας, σε συνεργασία με την Κίνα. Υπήρχαν αδιαφανείς διαδικασίες και εδώ και χρόνια συνέβαιναν κινητοποιήσεις για τη σκιώδη αυτή κατάσταση. Η αύξηση της καταστολής και ο αυταρχισμός της κυβέρνησης οδήγησαν σε μαζικότερες συγκεντρώσεις. Μετά το ατύχημα, η μαζικότητα αλλά και οι οργανωτικές επιλογές (αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες) του κινήματος πήραν άλλη διάσταση. Προμετωπίδα οι φοιτητές με μαχητικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις. Αποτέλεσμα, οι αγώνες έγιναν μέρος της καθημερινότητας. Οι αποφάσεις λαμβάνονται αμεσοδημοκρατικά, ομάδες εργασίας περατώνουν αποφάσεις των συνελεύσεων. Συμπληρωματικά ακολούθησαν workshops, εκδηλώσεις και δομές αυτοοργάνωσης εντός του κινήματος.
Όμως, η κυρίαρχη τάση των φοιτητών, παρά τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα των δράσεων, δίνει έμφαση στο θεσμικό και αναζητά το “καλό κράτος”. Ο χαρακτήρας των κινητοποιήσεων κατά βάση είναι αντικυβερνητικός αλλά η κριτική απέναντι στο κράτος σαν θεσμό και την ιδιωτική ιδιοκτησία και το κεφάλαιο δεν αποτελεί μέρος της μεγάλης μάζας. Ο υφέρποντας λαϊκισμός και οι εθνικιστικές αναφορές αποκτούν παραπάνω χώρο. Έτσι εντείνεται μια συνθήκη “ριζοσπαστικού απολιτικισμού” όπου απορρίπτονται πολιτικές οργανώσεις. Το πραγματικά ριζοσπαστικό τμήμα του κινήματος δέχεται προβοκάτσιες. Μια ομάδα 20 αναρχικών που θέλησε να προωθήσει ιδέες αυτοοργάνωσης δέχτηκε κατακραυγή και λειτουργεί κρυφά για να μην εντοπιστούν από τις ομάδες ασφαλείας των φοιτητών. Άλλη αναρχική ομάδα κατέλαβε ένα πρώην φοιτητικό κέντρο που λειτουργούσε σαν γραφείο κόμματος και του έδωσαν ζωή με χαρακτήρα αυτοδιαχείρισης. Συνολικά, τα ριζοσπαστικά μέσα πολλές φορές είναι αποδεκτά μόνο ως μέσα επίτευξης του σκοπού και όχι ως πολιτικές προτάσεις.
Μητέρα θύματος: Η μητέρα της Κέλλης Πορφυρίδου, Άννα Καρατζόγλου εστίασε στην προσωπική εμπειρία, στα συναισθήματα που βίωσε και βιώνει από το έγκλημα στα Τέμπη. Επικεντρώθηκε στην απόδοση ευθυνών για Μητσοτάκη, Καραμανλή, Ξιφαρά, Σπίρτζη, Τριαντόπουλο, στελέχη της εταιρείας και όσους συμμετείχαν στο μπάζωμα. “Δικαιοσύνη σημαίνει όλοι στο κάδρο”. Η στήριξη του κόσμου σε μαζικές κινητοποιήσεις αποτελεί ένα σημαντικό βήμα.
Μηχανοδηγός: Ο Άρης Σταμάτης, πρώην μηχανοδηγός υπέβαλλε την παραίτησή του τον Ιούλιο του 2024 καθώς δεν μπορούσε να νιώσει κομμάτι του σιδηρόδρομου με όλα αυτά που προηγήθηκαν και ακολούθησαν του εγκλήματος, αισθανόμενος παράλληλα ότι στη θέση των μηχανοδηγών που έχασαν τη ζωή τους στα Τέμπη θα μπορούσε να βρίσκεται ο ίδιος. Απηύθηνε χαιρετισμό στον αγώνα των Σέρβων και αναφερόμενος στην επιστολή που είχε σταλεί, εστίασε στη σημασία της αυτοοργάνωσης. Προχώρησε σε έναν διαχωρισμό τριών φάσεων, πριν τα Τέμπη, εκείνη τη στιγμή και τι ακολούθησε μετά. Μίλησε για τις συνθήκες εργασίας οι οποίες ήταν άθλιες, πολλοί σταθμάρχες δούλευαν 30 μέρες συνεχόμενα, κάποιοι με διπλοβάρδιες. Μηχανοδηγοί δούλευαν απανωτές βάρδιες με ελάχιστες ώρες ανάπαυσης. Για να δικαιολογούνται αυτές αξιοποιούνταν διάφορες τρύπες στη νομοθεσία. Η επικινδυνότητα ήταν εμφανής καθώς για την επικοινωνία μεταξύ των εργαζόμενων, υπήρχαν νεκρά σημεία όπου δεν έπιαναν σήμα τα κινητά κατά τα δρομολόγια. Αναφέρθηκε επίσης σε συγκεκριμένα περιστατικά που είχαν προηγηθεί του εγκλήματος στα Τέμπη:
2/2/23 αποφεύχθηκε σύγκρουση με εκσκαφέα.
9/2/23 εγκλωβισμός επιβατών από δέντρο που έπεσε στη γραμμή και κατέστρεψε τα καλώδια των γραμμών.
Λίγες μέρες πριν τα Τέμπη, μηχανοδηγοί έσβησαν φωτιά σε τρένο στα Διαβατά.Τα περιστατικά αποσιωπούνταν αλλά προεικόνιζαν το τι θα γίνει.
“Το πρωί μετά το ατύχημα, παρών στο μηχανοστάσιο, δεχόμασταν τηλέφωνα ώστε να βρεθεί μηχανή τρένου για να εκτελεστεί δρομολόγιο εμπορικής αμαξοστοιχίας, σαν μην είχε συμβεί τίποτα. Βάλανε τα κέρδη πάνω από τις ζωές μας”.
Έγινε συντονισμένα η προσπάθεια το έγκλημα των Τεμπών να το χρεωθούν οι εργαζόμενοι/ες ενώ στελέχη και μάνατζερς απέφευγαν τις ευθύνες τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όταν κυκλοφόρησαν τα ηχητικά αρχεία, τα οποία αποδείχθηκε γρήγορα ότι ήταν μονταρισμένα, με τις υποτιθέμενες συνομιλίες ανάμεσα στο μηχανοδηγό και τον σταθμάρχη, η φωνή του μηχανοδηγού που ακουγόταν ήταν ενός εν ζωή και άσχετου με τα Τέμπη μηχανοδηγού.
Μετά την κακοκαιρία Ντάνιελ στη Θεσσαλία δεν λειτουργούσε για καιρό φωτοσήμανση και παρόλα αυτά τα δρομολόγια γίνονταν κανονικά. Παράλληλα αναφερόμενος στα τούνελ, δήλωσε ότι δεν υπήρχε φωτισμός εντός τους, ούτε ανεμιστήρες και οι ανελκυστήρες δεν λειτουργούσαν.
Ο Άρης Σταμάτης προς το τέλος της ομιλίας του εξέφρασε την πεποίθηση ότι αν υπήρχε τηλεσήμανση ή (και) etcs το ατύχημα δεν θα είχε συμβεί και συμπερασματικά μίλησε για απαίτηση ξηλώματος των στελεχών, δημόσιο ενιαίο σιδηρόδρομο, σταθερές σχέσεις εργασίας και όχι μπλοκάκι. Εν τέλει, η κοινωνική αντιπολίτευση να μετουσιωθεί σε κάτι που θα έχει λόγο στη λήψη αποφάσεων.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ – ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Μετά τις εισηγήσεις και τις ομιλίες ακολούθησαν τοποθετήσεις και ερωτήσεις στη γεμάτη αίθουσα της ΕΔΟΘ, οι οποίες στάθηκαν στο τεχνικό σκέλος και τις εξελίξεις, στα συναισθήματα που προκάλεσαν τα Τέμπη, στο ζήτημα της δικαιοσύνης και της διαφθοράς και φυσικά στο σκέλος της οργάνωσης, του προσήμου και της νοηματοδότησης καθώς και στο πώς προχωρούμε στη συνέχεια. Κοινή παραδοχή οι επιτυχημένες προσπάθειες να ανοίξει ουσιαστική συζήτηση, να δημιουργηθούν σημεία συνάντησης και ζύμωσης και να αποκτήσει διάρκεια η κοινωνική αντίδραση.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟ
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε βιώσει μια έκρηξη κοινωνικών διεκδικήσεων, με μαζικές πορείες και μια νέα τροπή στον δημόσιο διάλογο που δείχνουν ότι η κοινωνική οργή και τα ζητήματα που προβληματίζουν την κοινωνία δεν μπορούν να αγνοηθούν από καμία κυβέρνηση. Μια τέτοια δυναμική είναι επόμενο να προκύψει μετά το κρατικό-κεφαλαιοκρατικό έγκλημα των Τεμπών και όλες τις αποκαλύψεις που το συνόδευσαν τα τελευταία σχεδόν δύο χρόνια. Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις αποδεικνύουν πως το θέμα δεν έχει κλείσει, αλλά παραμένει μια ανοιχτή πληγή για την κοινωνία. Κι ενώ ο αγώνας έχει στραφεί κυρίως στην απόδοση πολιτικής και νομικής δικαιοσύνης, το ζήτημα αφορά σε μια ευρύτερη συστημική πραγματικότητα. Η δικαιοσύνη, για να είναι πλήρης, πρέπει να συνοδευτεί από την κοινωνική αλλαγή.
Η επικοινωνιακή στρατηγική που έχει ακολουθηθεί για την παρουσίαση της υπόθεσης των Τεμπών, από τις πρώτες ώρες μέχρι και σήμερα -σχεδόν δύο χρόνια αργότερα- καθιστούν προφανή μια προσπάθεια εκ μέρους της κυβέρνησης νδ, των πολιτικών θεσμών, των τοπικών πολιτικών φορέων και των μίντια να συσκοτίσουν τα αίτια και τις συνθήκες κατά τις οποίες συνέβη η σύγκρουση, να συγκαλύψουν καίρια στοιχεία και να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη αλλά και την απόδοση δικαιοσύνης. Πέρα από την επίρριψη ατομικών ευθυνών, το μπάζωμα του σημείου, τις κατά καιρούς προκλητικές, αλαζονικές δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, υπάρχουν και περιστατικά όπως η μεταφορά της υπόθεσης από τον ένα δικαστικό λειτουργό στον άλλον, τα στοιχεία που δεν έχουν συμπεριληφθεί στη δικογραφία ή που σταδιακά και “τυχαία” αναδύονται, που εν πολλοίς έχουν οδηγήσει στη γενικότερη αίσθηση ότι η δικαιοσύνη είναι ακόμη μακριά από το να αποδοθεί. Η αίσθηση αυτή δεν είναι μια θεωρία εν κενώ και -παρόλο που παρουσιάζεται ως αντικυβερνητική προπαγάνδα – στην πραγματικότητα αποτελεί ένα κομμάτι του παζλ “κράτος-μαφία” (μάρτυρες/δημοσιογράφοι δολοφονούνται, προστατευόμενοι μάρτυρες βλέπουν τα ονόματά τους σε πρωτοσέλιδα φιλοκυβερνητικών φυλλάδων, εισαγγελείς αφήνουν υποθέσεις στη μέση και μεταναστεύουν στο εξωτερικό κ.ο.κ.). Είναι φανερό ότι υπάρχει ένα συλλογικό βίωμα της κοινωνίας αναφορικά με την κατάφωρη αδικία που συντελείται γύρω από την υπόθεση των Τεμπών και μια κοινή αίσθηση ότι απέναντί της λειτουργεί ένας αδίστακτος μηχανισμός.
Ακόμα, φαίνεται από τον αυθόρμητο, μαζικό και πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα των κινητοποιήσεων ότι πέρα του ότι τα επίδικα της υπόθεσης παραμένουν νωπά στη συλλογική μνήμη, ο κόσμος νιώθει ταύτιση με τις οικογένειες των θυμάτων, νιώθει τα θύματα ανθρώπους δικούς του. Έτσι, ο κόσμος που κατέβηκε στο δρόμο αναζητά επίρριψη πολιτικών ευθυνών για ένα έγκλημα προδιαγεγραμμένο, ένα από τα πολλά που πλήττουν την κοινωνική βάση. Αλλά ακόμα περισσότερο, αυτός ο κόσμος αναζητά δικαιοσύνη για ένα έγκλημα που συντελέστηκε στο βωμό της κερδοφορίας, σε βάρος των θανατοπολιτικών που μεθοδευμένα εκφυλίζουν τις δημόσιες δομές, υποβαθμίζουν την ποιότητα των δημοσίων αγαθών (υγεία, εκπαίδευση, ενέργεια, μετακινήσεις) και με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν σε τραγωδίες, σε νέα Τέμπη.
Οι τελευταίες κυβερνήσεις και οι αντίστοιχοι πολιτικοί θεσμοί, πιστοί στο νεοφιλελεύθερο δόγμα, ολοένα απομακρύνονται από το ρόλο κράτους-πρόνοιας, αποσύρονται από κοινωνικές παροχές και δημόσιες ευθύνες και ταυτόχρονα επιβάλλουν ένα καθεστώς ατομοκεντρισμού και συνεχούς μετρησιμότητας. Οι πολιτικές λιτότητας, ιδιωτικοποιήσεων, εμπορευματοποίησης των δημόσιων χώρων φανερώνουν ακριβώς αυτό, την εκτόπιση της έννοιας του δημόσιου συμφέροντος και το μπάσιμο του παράγοντα “κέρδος” όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική. Το κράτος ακολουθώντας τη συγκεκριμένη πολιτική, επιλέγει να στηρίξει τα οικονομικά συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και να εισάγει στο παιχνίδι τρίτους (οικείους) με διττή στόχευση. Από τη μία να αποκομίζει άμεσα κέρδη (μαξιλαράκι) που θα το βοηθήσουν να διεκπεραιώσει επικοινωνιακές πολιτικές που αποσκοπούν σε βραχυπρόθεσμο όφελος (passes). Από την άλλη, να δημιουργήσει και να συντηρήσει ένα πυρήνα οικονομικής ελίτ, κοινών συμφερόντων με το ίδιο, που θα το θωρακίσει και θα το βοηθήσει να διαχειρίζεται πολιτικές κρίσεις, ως ένα όχημα πολιτικής επιβίωσης. Έτσι, σχηματίζει ένα κύκλο εξουσίας (πολιτικά πρόσωπα, πλουτοκράτορες, μίντια) που αλληλοτροφοδοτείται και μεριμνά για την αυτοσυντήρησή του. Ωστόσο, η αέναη ιδιωτικοποίηση/εμπορευματοποίηση, το κυνήγι μεγαλύτερου κέρδους, η οικονομική συμπίεση σε βάρος του μπάτζετ, οι περικοπές από όπου μπορούν να γίνουν κ.ο.κ. βάζουν στη μέγγενη του κέρδους έννοιες όπως η ασφάλεια, η οικονομική προσιτότητα, η χρηστικότητα.
Εν τέλει, αν θέλουμε να οραματιστούμε τις δημόσιες μετακινήσεις ως κοινό/δημόσιο αγαθό και συμπερασματικά ως ένα αγαθό που ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ατόμων που το χρησιμοποιούν και που το δουλεύουν και όχι, λοιπόν, ως εμπόρευμα, ο μόνος τρόπος είναι να απεμπλακούμε από τη λογική της εμπορευματοποίησης και κερδοφορίας. Αγωνιζόμαστε για τη δημόσια διαχείριση των μέσων μαζικής μεταφοράς (όπως και των μέσων κάλυψης κάθε άλλης ανάγκης μας), που θα υφίσταται κοινωνικό έλεγχο και θα ανταποκρίνεται στο αίτημα για ασφαλείς, ελεύθερες και άνετες μετακινήσεις.
ΔΗΜΟΣΙΕΣ, ΑΣΦΑΛΕΙΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΒΑΣΙΜΕΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΓΙΑ ΤΑ 57 ΘΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ-ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΣΤΑ ΤΕΜΠΗ – ΤΕΛΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΚΑΛΥΨΗ
ΟΛΟΙ, ΟΛΕΣ, ΟΛΑ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ – ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΜΕ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΣ 28/2
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Από το Νόβι Σαντ στα Τέμπη. Κι όμως η γη κινείται.
Το μεγάλο και μαζικό έγκλημα στα Τέμπη έφερε στην επιφάνεια με αυτόν τον τραγικό τρόπο τις κεντρικές πτυχές του σημερινού κόσμου. Ενός κόσμου που συγκροτείται γύρω από το πρόταγμα του κέρδους και της ισχύος που το συμπληρώνει. Η σύγχρονη εξουσία, έχοντας ως κορωνίδα το “όλα πωλούνται και όλα αγοράζονται”, κοστολογεί τη ζωή και τον θάνατο με βάση τη ζημία και το όφελος. Κάνοντας τους ισολογισμούς της θεσμοθετεί προστατευτικούς θεσμούς και κανόνες ασυλίας, εκποιεί δημόσιες περιουσίες, λεηλατεί τη φύση, εξαγοράζει συνειδήσεις, ποινικοποιεί αντιστάσεις. Γι’ αυτήν το νόημα της ζωής είναι η υποταγή, η ενσωμάτωση και η εκποίηση της με ένα πλήθος θέσεων, εμπορεύσιμων ιδεών, πραγμάτων και εμπειριών. Η αντιστροφή της πραγματικότητας προβάλλει ως η μόνη αλήθεια για να επισφραγιστεί μία άλλη αντιστροφή: δεν υπάρχουνε χάριν της ανοχής μας – υπάρχουμε χάριν της ανοχής τους. Όμως, αυτή η φύση και ο κυνισμός-αλαζονεία της εξουσίας δεν είναι κάποιο ειδικό, ελληνικό φαινόμενο.
Λίγα χιλιόμετρα από εδώ, από τον Νοέμβρη του 2024 η Σέρβικη κοινωνία και ο κρατικός μηχανισμός ταρακουνιούνται από τις μαζικές διαδηλώσεις, καταλήψεις κτηρίων και δράσεις που συμβαίνουν σε πόλεις της χώρας. Έπειτα από την κατάρρευση της οροφής ενός σιδηροδρομικού σταθμού με αποτέλεσμα την δολοφονία 15 ανθρώπων στο Νόβι Σαντ, η κοινωνία ξεχύθηκε στους δρόμους ασταμάτητα, διεκδικώντας το καθολικό και στοιχειώδη αίτημα για Δικαιοσύνη, όπως βλέπουμε συνέχεια να κυριαρχεί και στα δικά μας μέρη.Γιατί ο κόσμος της εξουσίας που συγκαλύπτει κάθε λογής κρατικό έγκλημα, από τα καθημερινά pushbacksστο Αιγαίο και το μεγαλύτερο ναυάγιο στα ανοιχτά της Πύλου με πάνω από 600 πνιγμένους ανθρώπους μέχρι και αυτό στα Τέμπη κ.α., κι αυτές οι συνεχείς φωνές της κοινωνίας αποτελούν δύο διαφορετικούς κόσμους που αντιμάχονται.Κι αν ανοίγονται ορίζοντες για το ξεπέρασμα όλων αυτών των δεινών, είναι γιατί επιλέγουμε να μη σωπάσουμε ή να κοιτάξουμε μονάχα τη δουλειά μας. Κι εκεί ακριβώς στοχεύουν με όλες τις μεθοδεύσεις, τον αποπροσανατολισμό και τη συγκάλυψη που συντελείται.
Αυτό που έχει σημασία είναι η σύγχυση που προκαλείται ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα. Μία σύγχυση πού επιχειρείται να γίνει διαχειρίσιμη από αυτούς που κατέχουν την εξουσία, τόσο την κυβερνητική όσο και την δικαστική. Με αυτή την τακτική της σύγχυσης επί δύο χρόνια, το κράτος αφού δολοφόνησε 57 πολίτες στα Τέμπη, τους ξαναδολοφονεί με δόσεις. Στην ΣΥΓΚΆΛΥΨΗ των κρατικών και εταιρικών ευθυνών η μόνη ανθιστάμενη δύναμη, είναι το ασύντακτο ανθρώπινο ποτάμι που κατέκλισε τους δρόμους της επικράτειας και αυτό ήταν μία πραγματική ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ που αιφνιδίασε ακόμη και τους πιο αισιόδοξους. Η κυβερνητική προπαγάνδα πέρα απ’ την συστηματική επιχείρηση συγκάλυψης, απαξιώνει τους συγγενείς και τον αγώνα τους με αυτό το άθλιο “οι συγγενείς μπορούν να λένε ό,τι θέλουν” που μεταφράζεται στο “εσείς μπορείτε να λέτε ό,τι θέλετε αλλά θα γίνει αυτό που θέλουμε εμείς”. Κι όταν αφήνει τους συγγενείς και απευθύνεται σε μας τους υπόλοιπους βαφτίζει το έγκλημα, εθνικό πένθος για να διαχύσει τις ευθύνες της, ωσάν να επρόκειτο για μια φυσική καταστροφή που έπεσε ξαφνικά επάνω μας.
Το παλιό σύνθημα “δεν μπορείτε εσείς – μπορούμε εμείς” το είπαν αντίστροφα την Κυριακή οι διαδηλωτές, στην θεσμική αντιπολίτευση όλων των αποχρώσεων. Αδιαμφισβήτητα, οι διαδηλώσεις της Κυριακής (26/01) για τα Τέμπη παράγουν πολιτική. Το αίτημα για δικαιοσύνη αποκτά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά. Είναι ένα αίτημα από τα κάτω γιατί οι από πάνω έχουν φτιάξει ένα τείχος και ένα πραγματικό λαβύρινθο που εάν μπεις εκεί μέσα, δεν υπάρχει κανένας μίτος για να σε βγάλει. Όσο η απόδοση ευθυνών για το έγκλημα παραμένει στα χέρια αυτών που το προκάλεσαν, άλλο τόσο η δικαιοσύνη θα βρίσκεται εκεί έξω, στους δρόμους. Κάποιοι πιθανόν να θυσιαστούν προκειμένου ο κορμός να παραμείνει στέρεος έστω και πληγωμένος.
Κανείς μα κανείς δεν περίμενε αυτό το κοινωνικό ταρακούνημα. Ούτε κόμματα ούτε οργανώσεις αυτά τα δύο χρόνια δεν είχαν οσμισθεί τις υπόγειες διαδρομές αυτής της ορμής. Οι ηγεμονίες του παρελθόντος και του παρόντος πιάστηκαν αδιάβαστες μπροστά στην παρουσία του αυθόρμητου πλήθους. Όλα τα προφανή και χρόνια προβλήματα και η ανάλογες κινητοποιήσεις πού συστοιχίζονταν γύρω από την οικονομία , μετατοπίστηκαν σε άλλο επίπεδο βάζοντας στην αιχμή του δόρατος την δικαιοσύνη.Μία δικαιοσύνη ανορθόγραφη όπως την γράψανε οι γονείς του δολοφονημένου Σαμπάνη από την αστυνομία, που αμφισβητεί την σημερινή θεσμική της πρακτική.Η δικαιοσύνη στους δρόμους είναι η κραυγή ενάντια στην γενικευμένη ασφυξία. Την ασφυξία της εξουσίας που έχει δημιουργήσει τείχη απροσπέλαστα και νομικά θωρακισμένα για τους από πάνω και μία γυμνή και αναλώσιμη ζωή για τους από κάτω.Όμως η δικαιοσύνη από μόνη της δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο της αδικίας. Δικαιοσύνη χωρίς ισότητα είναι δικαιοσύνη με ορθογραφία, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα αυτών που την ελέγχουν, την νομοθετούν και την εφαρμόζουν στην βάση της ανισότητας και της διαίρεσης. Ισότητα χωρίς αλληλεγγύη και αλληλοβοήθεια είναι ισότητα για την πάρτη μας, είναι ισότητα στην κατανάλωση και την υποταγή, χωρίς κοινωνικούς δεσμούς. Κοινωνικοί δεσμοί χωρίς νέους θεσμούς, χωρίς νέες μορφές οργάνωσης γρήγορα εκπίπτουν σε νέα δεσμά.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, καλούμαστε εδώ και τώρα να επανασχεδιάσουμε σαν ίσοι προς ίσους τη ζωή που την παίρνουμε στα χέρια μας και μας ανήκει, χωρίς παραχωρήσεις και χωρίς εκπτώσεις σε τρίτους. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί χωρίς τον άμεσο και ενεργό κοινωνικό έλεγχο της οργανωμένης ζωής και των μέσων που διαθέτει για να μπορεί να αναπαραχθεί. Χωρίς δηλαδή την μετατροπή αυτών των μέσων σε αγαθά ασφαλή, ελευθέρα, δημόσια και κοινωνικά και ένα από αυτά είναι και ο σιδηρόδρομος.Τα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι ένα κινούμενο έδαφος μέσα στο οποίο μπορεί να γεωθεί μια απελεύθερη σχέση από τα κάτω και με τους από κάτω. Μία σχέση θεσμισμένη με άμεσοδημοκρατικές συνελεύσεις, που θα αφορά στον έλεγχο, στα οικονομικά μεγέθη, στην προστασία και στην εξυπηρέτηση χρηστών και εργαζομένων.
Η αλληλέγγυα σύμπραξη και συνδρομή τους είναι η μόνη που μπορεί να αλλάξει την σημερινή κατάσταση του αιματηρού “πάμε και όπου βγει”.
Ειδάλλως θα βρισκόμαστε συνεχώς αντιμέτωπες/οι με μικρές και μεγάλες τραγωδίες από το οργανωμένο έγκλημα ενός πολιτικού και οικονομικού συστήματος που αναπτύσσεται λεηλατώντας και αναλώνοντας ανθρώπους και φύση με τη δική μας ανοχή.Η ιδιαιτερότητα αυτού του συστήματος είναι πως έχει ανάγκη την ανοχή μας γιατί αυτή είναι το καύσιμο της εξουσίας του. Η αντίστασή μας και η άλλη προοπτική είναι το δικό μας οξυγόνο είναι η δική μας ανάσα που θα γειώνεται σε νέα εδάφη έξω από τη λογική του, για να μπορεί να έχει διάρκεια και εκτόπισμα.Η δικαίωση των δολοφονημένων αδερφών μας και η στήριξη των συγγενών τους είναι υπόθεση που μας αφορά όλους και όλες και ότι είναι να γίνει θα γίνει με τη δική μας αλληλεγγύη αλληλοβοήθεια και την ενεργό παρουσία και τώρα και μέχρι την δίκη. Έχουμε στα χέρια μας την αντιφασιστική παρακαταθήκη από την οποία έχουμε πολλά να σκεφτούμε.Νομική δικαίωση χωρίς καταδίκη των υπευθύνων δεν μπορεί να υπάρξει. Σε ένα κρατικό/καπιταλιστικό έγκλημα υπεύθυνο είναι το ίδιο το κράτος και η εταιρεία και εδώ υπάρχουν ονόματα και διευθύνσεις και όχι ο τελευταίος ή ακόμα και ενδιάμεσος τροχός της αμάξης αυτού του εγκλήματος.
Τέλος ας έχουμε υπόψιν πώς οι δρόμοι όπως γεμίζουν έτσι και αδειάζουν. Δικό μας μέλημα είναι να μη συμβάλλουμε στην οπισθοχώρηση στον κατευνασμό και στην αυτοαναφορικότητα. Να διαχυθούμε μέσα σε αυτό το κοινωνικό ποτάμι όχι για να το εκφράσουμε ως άλλοι ειδήμονες και ειδικοί , αλλά για να εκφραστούμε και αυτό είναι πράγματι στο χέρι μας.
Να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας. Δεν μιλάμε για μία κενή συνθηματολογία. Αλλά γι’ αυτό που έγινε επιτακτική ανάγκη και αποκτά όλο και περισσότερο νόημα στο σήμερα για να μη θρηνήσουμε άλλους/ες νεκρούς/ές. Διότι η ανάθεση των ζωών και των προβλημάτων που την περιβάλλουν πάντοτε θα οδηγούν σε “Τέμπη”.
Να σπάσουμε, επιτέλους, αυτόν τον κύκλο της Υποταγής.