Συγκέντρωση ενάντια στο νέο ποινικό κώδικα, Κυριακή 21/1 στις 13:00 στην πλατεία Συντάγματος

Να μην δεχτούμε ως όρο ζωής τη φυλακή – Ενάντια στον νέο ποινικό κώδικα

Στις 28/11/23 αναρτήθηκε προς δημόσια διαβούλευση ένα δαιδαλώδες σύμπλεγμα πολυάριθμων παρεμβάσεων και τροποποιήσεων του Ποινικού Κώδικα συνοδευόμενων αυτή τη φορά και από σημαντικές – πάντα αντιδραστικές- τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Πρόκειται για την τρίτη κατά σειρά τροποποίηση του Π.Κ. από τη νεοφιλελεύθερη ακροδεξιά κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αυτή τη φορά δια στόματος του «εκσυγχρονιστή» υπ. Δικαιοσύνης Γ. Φλωρίδη. Κυβέρνηση η οποία όχι απλά δεν κρύβει την φασίζουσα ρητορική του δόγματος νόμος και τάξη αλλά την επιδεικνύει μεγαλόστομα σκοπεύοντας να περάσει τα πιο αντιδραστικά μέτρα καταστολής, ελέγχου και ποινικοποίησης κάθε πτυχής της κοινωνικής ζωής που εκφεύγει ή θα μπορούσε να εκφύγει από τα ασφυκτικά όρια του Νόμου. Μέτρα που αν εφαρμοστούν αναμένεται να πλημμυρίσουν τις -ήδη ασφυκτικά γεμάτες- φυλακές της χώρας με χιλιάδες «παραβατικούς», «παράνομους», φτωχοδιαβόλους, προλετάριους αλλά και αγωνίστριες. Ενδυναμωμένη από την πρόσφατη εκλογική επικρότηση των πολιτικών της, η παρούσα κυβέρνηση εμφανίζεται ασύδοτη και αποφασισμένη να εφαρμόσει στην πράξη τις πιο σκοτεινές, αντιδραστικές αντιλήψεις περί «εγκλήματος» και «σωφρονισμού». Όχι μόνο αρνήθηκε το επιτακτικό αίτημα των φυλακισμένων και του κινήματος για αποσυμφόρηση των φυλακών, όχι μόνο αγνόησε και τιμώρησε τον πρόσφατο αγώνα των κρατουμένων για ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης και περισσότερα δικαιώματα αλλά σαδιστικά σκοπεύει να θάψει κι άλλους, χιλιάδες, στις φυλακές.

Κεντρικός άξονας των προς ψήφιση τροποποιήσεων είναι η πραγματική έκτιση ποινής, η τιμωρητική φυλάκιση δηλαδή, όσο το δυνατών περισσότερων «ενόχων». Η αναστολή ποινής για πλημμελήματα γίνεται πλέον η εξαίρεση, ενώ αυξάνονται επιθετικά και τα όρια των ποινών. Εμβληματική είναι και η επιχειρούμενη εξίσωση της απόπειρας με την τετελεσμένη πράξη και του/της συνεργού με τον φυσικό αυτουργό. Ταυτόχρονα, είναι διάχυτη στο νομοσχέδιο η επικράτηση των υποκειμενικών παραγόντων που θα ορίζουν πλέον την καταδίκη ενός ατόμου, αλλά και την παραμονή του στη φυλακή, αμβλύνοντας καθοριστικά τα περιθώρια κάθε είδους δικαστικής ερμηνείας. Η μείωση της επίδρασης των ελαφρυντικών, ο ορισμός μίας μόνο επιτρεπόμενης αναβολής ανά υπόθεση, αλλά και η μη υποχρέωση παρουσίας των μπάτσων στις δίκες με αποδοχή μόνο των γραπτών τους καταθέσεων (εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων) μειώνουν δραστικά τις όποιες δικλείδες ασφαλείας των κατηγορούμενων αφήνοντάς τες/τους ακόμη πιο εκτεθειμένους/ες στις εκάστοτε ορέξεις των μπάτσων και της δικαστικής εξουσίας. Επαναφέρονται δε οι εναλλακτικές μορφές έκτισης ποινής μέσω κοινωφελούς εργασίας ή/και μετατροπής της ποινής σε χρήμα, αλλά και τα υψηλά ποσά σε παράβολα που θα απαιτούνται επιβεβαιώνοντας με τον πιο εξόφθαλμο τρόπο την υποκρισία και την ταξική υπόσταση της «Δικαιοσύνης».

Η ποινική αντιμεταρρύθμιση η οποία προωθείται, που όπως επαναλάβαμε είναι σε συνέχεια άλλων που έχουν προηγηθεί τα 4 τελευταία χρόνια-όλες τους στον πνεύμα εκμηδενισμού των δικαιωμάτων των κρατουμένων- έχει ως βασικό επικοινωνιακό της όπλο προς τα ακροατήρια που ενδιαφέρουν την κυβέρνηση τον «περιορισμό της ατιμωρησίας». Ένα αφήγημα που συνάδει με τη εγκληματολογική φιλοσοφία αυτών των δεξαμενών think tank που εντελώς μεταφυσικά θεωρούν ότι η σκληρότερη δυνατή τιμωρία λειτουργεί και ως αποτρεπτικός παράγοντας, ή που τουλάχιστον αυτό πουλάει ως ιδεολογικό προϊόν. Οι νέες αλλαγές λοιπόν συνεχίζουν ακριβώς στην ίδια βάση η οποία είναι η νομιμοποίηση ενός καθεστώτος εξαίρεσης για ένα συγκεκριμένο πεδίο, που είναι φυσικά το πεδίο των φυλακών. Με τις νέες αλλαγές το κράτος παρέχει στον εαυτό του τη νομική οδό ώστε να μην αναγνωρίζει τα ατομικά δικαιώματα μιας ολόκληρης κοινωνικής μερίδας κόντρα στον ίδιο τον πυρήνα της φιλοσοφίας του «αστικού δικαίου» που είναι ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα κάθε ξεχωριστού ανθρώπου ακόμα κι αν αυτός είναι εγκληματίας πολέμου. Αυτή η νομική ευελιξία καλύπτει το κενό χώρο μεταξύ «αυθαιρεσίας» και νομιμότητας ωθώντας τους μηχανισμούς καταστολής σε περαιτέρω αποθράσυνση.

Σε αυτήν την κατεύθυνση λοιπόν έρχονται οι νέες αλλαγές οι οποία ανά κατηγόρια πλήττουν στο σύνολο τους την βάση πάνω στην οποία νομιμοποιούνται τα κεκτημένα των κρατουμένων. Ας τα δούμε αναλυτικά:

Επίθεση στην αρχή της αναλογικότητας

Οι παρακάτω αλλαγές παραβλέπουν ότι η διαβάθμιση ποινών είναι ιστορικά ένα δίκαιο κεκτημένο των από τα κάτω στην προσπάθεια τους να περιορίσουν τον απόλυτο λόγο της εξουσίας πάνω στους ανθρώπους ακόμα κι όταν αυτοί παρανομούν. Η στερητική της ελευθερίας ποινή θεωρείται από μόνο του κάτι εξαιρετικά σοβαρό με σημαντικές συνέπειες στη ζωή των ανθρώπων και του περίγυρου τους. Όλα τα δικαιώματα που μέχρι τώρα έχουν κερδηθεί στο κομμάτι των φυλακών αυτό έχουν προτάξει ως βασικό αντεπιχείρημά, ότι δηλαδή ο χρόνος στέρησης της ελευθερίας πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την αντικειμενική απαξία κάθε πράξης, το βαθμό συμμετοχής κάθε ξεχωριστού ατόμου σε κάθε πράξη, το αν η ίδια η πράξη είναι απόπειρα ή τετελεσμένη, το αν ένα άτομο δεν έχει απασχολήσει στο παρελθόν την ποινική διαδικασία αλλά και το αν ο χρόνος της στέρησης αυτό κάθε αυτός είναι τόσο μεγάλος (25 χρόνια για παράδειγμα) που οι συνέπειες για την προσωπικότητα ενός ανθρώπου είναι τόσο ανεπανόρθωτες που στην ουσία καταργείται και το δικαίωμα της δεύτερης ευκαιρίας. Οι εξισωτικές ποινές, οι αυξήσεις ορίων κράτησης και η δυσχέρεια στις αναστολές και τις υφ όρων απολύσεις επομένως προωθούν σταδιακά την αντίληψη μιας περίπου οριζόντιας αντιμετώπισης της παρανομίας.

-Η αναστολή ποινής θα μπορεί να χορηγηθεί σε ποινές έως ένα έτος, όταν οι αμετάκλητες προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν το ένα έτος.

-Πραγματική έκτιση (φυλάκιση) μέρους της ποινής έως 6 μήνες για ποινές από 2 έως 3 έτη.

-Πραγματική έκτιση (φυλάκιση) για ποινές άνω των 3 ετών.

-Αύξηση του ανωτάτου ορίου κάθειρξης για κακουργήματα από τα 15 στα 20 έτη.

-Αύξηση του ανωτάτου ορίου κάθειρξης επί συρροής κακουργημάτων στα 25 έτη (από 20) και επί συρροής πλημμελημάτων στα 10 έτη (από 8).

-Αυστηροποίηση των προϋποθέσεων υφ’ όρον απόλυσης. Πλέον θα εναπόκειται στην κρίση του δικαστικού συμβουλίου ανάλογα με την «επικινδυνότητα του εγκλήματος» και τα «ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του/της υπόδικου», ανεξαρτήτως τυπικών προϋποθέσεων συμπλήρωσης χρόνου κράτησης.

-Δυνατότητα επιβολής ποινής για την απόπειρα τέλεσης μιας πράξης, ίδια με την ποινή που προβλέπεται για την τετελεσμένη πράξη.

-Δυνατότητα επιβολής ποινής σε συνεργό, όμοια με την ποινή που προβλέπεται για τον φυσικό αυτουργό.

-Επιβαρυντικές διατάξεις για τη διατάραξη δημοσίων υπηρεσιών ακόμα και μόνο με φωνές/διαμαρτυρίες

Επίθεση στην αρχή της «δίκαιης δίκης»

Οι παρακάτω αλλαγές αποτελούν επίθεση στο ιστορικό κεκτημένο των από τα κάτω που περιορίζει και πάλι τον απόλυτο λόγο της εξουσίας ακόμα και πάνω στους ανθρώπους που παρανομούν καθώς αναγκάζουν το ίδιο το σύστημα που διώκει και καλεί να επιβάλει στερητικές της ελευθερίας ποινές να αποδείξει ότι κάθε ξεχωριστό άτομο που παραπέμπεται είναι ένοχο βάση μιας αποδεικτικής διαδικασίας που περιλαμβάνει για αρχή τη δυνατότητα νομικής υπεράσπισης κάθε ατόμου. Η φυσική παρουσία κάθε ατόμου ήδη από το στάδιο της προανάκρισης και πολύ περισσότερο στο στάδιο ακροαματικής διαδικασίας που οφείλει να είναι ανοιχτή και δημόσια στο κοινό, η εξέταση μαρτύρων κατηγορίας και η αντιπαράθεση με την πολιτική αγωγή για την αντίκρουση του κατηγορητηρίου , η δυνατότητα γνώσης οποιασδήποτε εισήγησης/απόφασης δικαστικού λειτουργού, η δυνατότητα διεξαγωγής κάθε δίκης από πολλαπλές και μικτές συνθέσεις (γεγονός που δίνει την ευχέρεια πολλών υποκειμενικών κρίσεων κάτι ιδιαίτερα σημαντικό ιδιαίτερα για βαριές υποθέσεις) καθώς και η δυνατότητα εξέτασης μιας υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό, είναι όλες τους περιοριστικές ως προς το βαθμό κατάχρησης εξουσίας, αυθαιρεσίας και εκδικητικών διώξεων και σκευωριών κάτι που όσον αφορά το δικό μας χώρο έχουμε δει άπειρες φορές. Ας αναλογιστούμε ότι υπόθεση γνωρίζαμε ως τώρα χωρίς αυτές τις δυνατότητες.

-Εξέταση μαρτύρων και κατηγορουμένων από απόσταση (τηλεδίκες).

-Κατασχέσεις/έρευνες χωρίς φυσική παρουσία του ανακρίνοντος ατόμου

-Κατάργηση υποχρέωση γραπτής γνώμης εισαγγελέα για αντικατάσταση προσωρινής κράτησης

-Συγκεντρωτικό μοντέλο μονομελών πλημμελειοδικείων και κάποιων κακουργιοδικείων – απόφασης από έναν και μόνο δικαστή.

-Δυνατότητα μίας μόνο αναβολής με χρέωση ως και 200 ευρώ

-Περιορισμός του ρόλου των ενόρκων στα ΜΟΔ – ουσιαστική ενίσχυση του ρόλου των δικαστών

-Περιορισμός της δυνατότητας έφεσης

Επίθεση στην αρχή της ισότητας

Τέλος έχουμε την τελευταία κατηγορία αλλαγών που επιτίθενται στο ιστορικό κεκτημένο των από τα κάτω που απαιτεί από την εξουσία να μην εφαρμόζει κανενός είδους διακρίσεις στο πως η ίδια αντιμετωπίζει ανθρώπους που παρανομούν. Σε μια συγκυρία λοιπόν όπου βλέπουμε ότι πάσης φύσεως πρόσωπα που σχετίζονται με κέντρα πολιτικής και οικονομικής ισχύος απολαμβάνουν προκλητικής ασυλίας σε οτιδήποτε κι αν κάνουν: δολοφονίες, βιασμούς, απάτες κατά του γενικού συμφέροντος, οικολογικές καταστροφές, την ίδια στιγμή θεσπίζονται κριτήρια που αφορούν μόνο και ειδικά τη βάση των από τα κάτω με ξεκάθαρα ταξικό και ρατσιστικό χαρακτήρα. Έτσι το δικαίωμα σε μια δίκαια δίκη μετατρέπεται σε πολυτέλεια για όσους έχουν τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν στις διαρκώς υπερκοστολογημένες οικονομικές ρήτρες που προβλέπονται σε κάθε μέτρο μιας δικαστικής περιπέτειας επομένως επιβαρύνει τα πιο φτωχά στρώματα της κοινωνίας ενώ για όσα άτομα δεν έχουν την ελληνική υπηκοότητα η τιμωρία τους τελείως αυθαίρετα θα συμπεριλαμβάνει μέτρα που αφορούν την καταγωγή τους. Μια θεσμοθετημένη δικαιοσύνη επομένως με καθαρά ρατσιστικά κριτήρια.

Απέλαση και απαγόρευση επανεισόδου στη χώρα ατόμων μη ελληνικής υπηκοότητας τα οποία έχουν καταδικαστεί σε ποινή από 6 έτη και πάνω.

-Αύξηση του κόστους εξαγοράσιμης ποινής

-Αυξήσεις στα παράβολα δικής

Τέλος στο νομοσχέδιο εμπεριέχεται μεταξύ άλλων θεμάτων που είναι στην “επικαιρότητα” και μια παράγραφος για την ενδοοικογενειακή βία, η οποία πέρα από την ευκαιριακή προσέγγιση του ίδιου του θέματος δεν μπορεί και ούτε θα μπορούσε πότε να αποτελεί οποιουδήποτε τύπου “λύση”. Και αυτό γιατί σε μια κοινωνία, όπου η πατριαρχική εξουσία και επιβολή αποτελεί καθημερινή απειλή για όποιο σώμα δεν επιβεβαιώνει τα πρότυπα της κανονικότητας, δεν περιμένουμε από καμία κρατική παρέμβαση να μας προστατέψει από τη βία της πατριαρχίας. Το ανάποδο μάλλον συμβαίνει καθώς από την εδραίωση της εξουσιαστικής υπόστασης που απορρέει από το σύνολο των υπόλοιπων παρεμβάσεων ενισχύεται το αίσθημα δύναμης και ισχύος του κάθε σεξιστή.

Στις αρχές του 2024, λοιπόν, σχεδιάζεται η ψήφιση αυτού του εκτρωματικού νομοσχεδίου, μιας αυταρχικής μεταρρύθμισης, αλλά και μιας επιβεβαίωσης ότι ο κόσμος μας μετατρέπεται όλο και πιο έντονα σε ένα γενικευμένο πεδίο ελέγχου, επιβολής και καταπίεσης των ζωών μας. Ο ελληνικός εξουσιαστικός μηχανισμός δείχνει μέχρι τώρα ιδιαίτερα ικανόςνα εκμεταλλευτεί ανά πάσα στιγμή τα πιο σάπια αντανακλαστικά της ελληνικής μικροαστικής κοινωνίας και των νοικοκυραίων πουλώντας τους άλλοτε πατρίδα και φυλή άλλοτε ασφάλεια και -όπως τώρα- νόμο και τάξη – με απώτερο σκοπό τη διαιώνιση της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας του.

Όλη αυτή η πολιτική κατεύθυνση δεν αποτελεί ένα τυχαίο ξέσπασμα ακροδεξιάς αυταρχικότητας αλλά το μεθοδικό κατασκεύασμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών του εξουσιαστικού μηχανισμού που μορφοποιούν το σύγχρονο κόσμο. Αν και η συγκεκριμένη τροπολογία φαίνεται να πηγάζει από ένα “σκοτεινό” παρελθόν, αν δούμε πιο συνολικά τις κατασταλτικές πολιτικές των κρατών παγκοσμίως και την προσπάθειά τους να αναδειχθούν σε προστάτες απέναντι σε αυτό που τα ίδια περιγράφουν ως “έγκλημα” ή “τρομοκρατία” μάλλον βρισκόμαστε αντιμέτωποι/ες με ένα δυστοπικό μέλλον. Μια δυστοπία που μπορεί να γίνεται πιο εμφανής και πιο έντονη όταν έχουμε απέναντί μας τους παραδοσιακούς δεξιούς εκφραστές της, αλλά βρίσκεται σε ένα είδος συνέχειας με τους όποιους προοδευτικούς διαχειριστές της εξουσίας, μια συνέχεια που κατασκευάζει το σύγχρονο κράτος.

Σε περιβάλλον παρατεταμένης καπιταλιστικής κρίσης, πολέμων, μιλιταρισμού και εξοπλισμών, σε περιβάλλον δηλαδή εύφορο για την ανάπτυξη των ακροδεξιών, εθνικιστικών, φασιστικών ιδεολογιών και ενστίκτων, τα κράτη οχυρώνονται όλο και περισσότερο απέναντι σε εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς, προετοιμάζονται για πόλεμο, για κοινωνικές εκρήξεις και κινδύνους αποσταθεροποίησης. Στην ελληνική πραγματικότητα, το κράτος όχι μόνο δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά ακολουθεί την ίδια γραμμή νομοθετώντας ένα μωσαϊκό νόμων αντεργατικών, νόμων απελευθέρωσης των εξώσεων, διατήρησης και αύξησης των κερδών του κεφαλαίου σε περίοδο πληθωριστικών πιέσεων, ακρίβειας, ανέχειας και πλήρους ανασφάλειας της κοινωνικής βάσης, ενώ συνεχίζει με ένταση τις δαπάνες για τον στρατιωτικό του εξοπλισμό και την ενίσχυση των σωμάτων ασφαλείας θέτοντας ως προτεραιότητά του κατά το δόγμα «Νόμος και Τάξη». Τα κρατικά επιτελεία, άλλωστε, δείχνουν παραπάνω από πρόθυμα να υιοθετήσουν οποιοδήποτε σύγχρονο εργαλείο τους προσφέρεται από την παγκόσμια εμπειρία της επιβολής με σκοπό να πειραματιστούν προσαρμόζοντάς το στην εδώ πραγματικότητα. Ως ψηφίδα αυτού του μωσαϊκού αντιλαμβανόμαστε την νέα αντιδραστική αλλαγή του Ποινικού Κώδικα και τον αγώνα εναντίον της τον θεωρούμε μέρος του αγώνα για τη συνολική εναντίωση στο κράτος και το κεφάλαιο.

Το σύμπλεγμα όλων αυτών των παρεμβάσεων συνθέτουν έτσι ένα φασιστικής σύλληψης κατασκεύασμα, βγαλμένο από τις πιο βάναυσες στιγμές στην ιστορία της εξαθλίωσης, από τα κάτεργα των φυλακών του αμερικάνικου νότου μέχρι τα λευκά κελιά της δυτικής Γερμανίας και το Γκουαντάναμο, όπου η εξουσιαστική επιβολή συμπλέκεται με την ακραία εκμετάλλευση. Ένα νομοσχέδιο που προσδοκεί να ακουμπήσει όλα τα σάπια ακροδεξιά ένστικτα της ελληνικής μικροαστικής τάξης, χωρίς να ξεχνάει όμως και τα νεοφιλελεύθερα ήθη κατά τα οποία τα πάντα μπορούν να αποτελέσουν προϊόν αγοραπωλησίας. Σαν ένα τέτοιο προϊόν αντιμετωπίζεται και η ποινική μεταχείριση στον ταξικό κόσμο του καπιταλισμού, όπου στοχοποιείται η κάθε είδους μικροπαραβατικότητα των από τα κάτω, εκείνων δηλαδή που απέναντι σε μια ολοένα και εντεινόμενη εκμετάλλευση επιλεγούν να χρησιμοποιήσουν τα μέσα που τους/τις έχουν απομείνει για να επιβιώσουν. Μια επιλογή στην οποία το κράτος επιβάλει την παραδειγματική τιμωρία, με στόχο τo φόβου και πειθάρχησης των ταξικά αποκλεισμένων στις επιταγές των καπιταλιστικών σχέσεων.

Για όποιον και όποια, από την άλλη, επιλέγει όχι απλά να επιβιώνει αλλά να διεκδικεί να ζήσει αμφισβητώντας την εξουσιαστική επιβολή του κράτους, του/της επιφυλάσσεται ο “πολιτικός” σωφρονισμός. Ο κρατικός μηχανισμός, αναγνωρίζοντας στο πρόσωπο του αναρχικού χώρου αλλά και του ευρύτερου κινήματος έναν από τους βασικούς του εσωτερικούς εχθρούς, επιχειρεί την ολοκληρωτική καταστολή του. Το καθεστώς εξαίρεσης των διωκόμενων αγωνιστών και αγωνιστριών, αλλά και των πολιτικών κρατουμένων βαθαίνει ακόμη περισσότερο. Όποια πολιτική πρακτική αποπειράται να αντισταθεί στην εξουσιαστική επιβολή της «νομιμότητας» στοχοποιείται ως “ειδεχθές έγκλημα”. Πόσο μάλλον εκείνη που δεν διεκδικεί απλά, αλλά τολμά να αμφισβητεί και το κρατικό μονοπώλιο της βίας. Με εξοντωτικές και εκδικητικές ποινές σε πράξεις που κατεξοχήν αφορούν τον κόσμο του αγώνα, με τη μη χορήγηση αναστολής (παρά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις) σε καταδίκες που αφορούν το άρθρο ΠΚ 187, με ουσιαστική συρρίκνωση των ελαφρυντικών περιστάσεων, αλλά και με την άρνηση της υφ’ όρον απόλυσης σε κρατούμενους που δε θα προβαίνουν σε δηλώσεις μετανοίας αφού η χορήγησή της θα έγκειται πλέον απόλυτα στην υποκειμενική κρίση των δικαστικών συμβουλίων χωρίς αυτά να δεσμεύονται από τις τυπικές προϋποθέσεις χορήγησης. Το τελευταίο, βέβαια, εφαρμόζεται άτυπα ούτως ή άλλως εδώ και χρόνια σε αγωνιστές/τριες, με εξέχον παράδειγμα τον πολιτικό κρατούμενο αιχμάλωτο μέλος του Ε.Α., Νίκο Μαζιώτη, στον οποίο αρνούνται εκδικητικά να χορηγήσουν την υφ’ όρον απόλυση για φρονηματικούς λόγους, παρόλο που πληροί όλες τις προϋποθέσεις από τον Ιανουάριο του 2022. Επιχειρείται, λοιπόν, να καθιερωθεί και να διευρυνθεί η ήδη υπάρχουσα λογική της υλικής και ηθικής εξόντωσης όσων αγωνίζονται ενάντια στην κρατική εξουσία και την εξαθλίωση των ζωών τους.

Ως συνέλευση αλληλεγγύης στους φυλακισμένους και διωκόμενους αγωνιστές/ριες, ως μέρος του κινήματος αλληλεγγύης στους αγώνες των φυλακισμένων αλλά και των πολιτικών κρατουμένων, θεωρούμε την στιγμή αυτή κομβική. Το ελληνικό κράτος στοχεύει, πέραν όλων των άλλων, και στην εξόντωση των αγωνιζομένων κοινωνικών κομματιών, του ριζοσπαστικού κινήματος ειδικότερα, επιχειρώντας μια πρωτοφανή ποινικοποίηση κάθε μορφής αντίστασης σκοπεύοντας να στείλει στις φυλακές του όλες και όλους που θα επιχειρήσουν να αμφισβητήσουν την μονοκρατορία του και το μονοπώλιο του στη βία. Να εξαφανίσει από τον ορίζοντα του κοινωνικού και ταξικού ανταγωνισμού την πολιτική βία σε κάθε της μορφή. Ένα νέο, ακόμα πιο σκληρό, καθεστώς εξαίρεσης επιχειρείται να στηθεί και εις βάρος των πολιτικών κρατουμένων, των αιχμαλώτων του κοινωνικού πολέμου. Ένα καθεστώς που θα επιχειρήσει να τους/τις αποκόψει ακόμα περισσότερο από τον «έξω» κόσμο, από τις κοινότητες αγώνα από τις οποίες προέρχονται και να τους θάψει στη λήθη, εξοντώνοντας τους υλικά και ηθικά. Ένα πεδίο στο οποίο οφείλουμε να αντισταθούμε θέτοντας συλλογικά αναχώματα.

Δεν τρέφουμε αυταπάτες για την κατεύθυνση των κρατικών πολιτικών, εντός ή εκτός φυλακών. Απέναντι σε έναν κατασταλτικό μηχανισμό, που γιγαντώνεται συνεχώς μέσω της φυσικής του επέκτασης αλλά και της νοηματικής του εδραίωσης και ενώ φαίνεται ότι όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας “μοιάζουν έτοιμα να καταναλώσουν την υποδούλωση τους ως αισθητική απόλαυση”, ας θυμηθούμε ότι την έννοια της ελευθερίας δεν την ορίζουν τα όρια των φυλάκων αλλά ο αγώνας για την κατάργησή τους.

ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΕΡΟ ΑΠ’ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΛΙΑ

ΟΥΤΕ ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΟΥΤΕ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΜΠΟΥΡΛΟΤΟ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΦΥΛΑΚΗ

Συνέλευση Αλληλεγγύης στους φυλακισμένους, φυγόδικους και διωκόμενους αγωνιστές/τριες


Tροποποιήσεις Π.Κ. και Κ.Π.Δ.

όταν το καθεστώς εξαίρεσης θεσμοθετείται και γίνεται κανόνας δικαίου

Το παράδοξο της κυριαρχίας συνίσταται στο γεγονός ότι ο κυρίαρχος, βρίσκεται την ίδια στιγμή εντός και εκτός της έννομης τάξης. Έχοντας τη νόμιμη εξουσία να αναστέλλει την ισχύ του νόμου, τίθεται νομίμως εκτός του* .

Τι είναι όμως τελικά πιο επικίνδυνο για τον κυρίαρχο και τον νόμιμο νομοθέτη, η ρήξη με την ευνομούμενη κοινωνία που προκαλεί ο αυτόνομος, ή η έλξη που τελικά καταλήγει να της ασκεί.

Αν, πράγματι, κυρίαρχος είναι αυτός στον οποίο η έννομη τάξη αναγνωρίζει την εξουσία να κηρύσσει την κατάσταση εξαίρεσης και να αίρει, με αυτόν τον τρόπο, την ισχύ της τάξης, τότε ο ίδιος βρίσκεται έξω από την κανονικά ισχύουσα έννομη τάξη και ωστόσο ανήκει σ’ αυτήν, εφόσον είναι αρμόδιος για τη λήψη της απόφασης αν η ισχύς του συντάγματος μπορεί να ανασταλεί εξ ολοκλήρου.

Ο κυρίαρχος μέσω της κατάστασης εξαίρεσης «δημιουργεί και εγγυάται την κατάσταση», την οποία το δίκαιο χρειάζεται για τη δική του ισχύ.

Εδώ διαχωρίζεται η πολιτική απόφαση από τον κανόνα δικαίου και η εξουσία αποδεικνύει ότι για να δημιουργήσει δίκαιο δεν χρειάζεται να ‘χει δίκιο. Η εξαίρεση είναι πιο ενδιαφέρουσα από την κανονική περίπτωση. Το κανονικό δεν αποδεικνύει τίποτε, η εξαίρεση αποδεικνύει τα πάντα. Δεν επιβεβαιώνει απλώς τον κανόνα, παρά ο κανόνας ζει από την εξαίρεση και μόνο. Κι αν τελικά τα πλήθη έλκονται από την αυτονομία, οι νόμιμοι νομοθέτες και εκτελεστές της εξουσίας είναι αμείλικτοι απέναντί της.

Απέναντι στην αμφισβήτηση, η κυρίαρχη τάξη, αξιοποιεί μηχανισμούς πειθάρχησης και καταστολής με σκοπό την προστασία της εξουσίας της. Αυτό το διττό ρόλο εξυπηρετεί έτι περαιτέρω η μεταρρύθμιση του ποινικού δικαίου. Σε μια εποχή που οι δικτατορίες, -στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες τουλάχιστον, δεν επιβάλλονται με στρατιωτικές επεμβάσεις, αλλά με ρύθμιση και έλεγχο των λεπτομερειών της καθημερινής μας ζωής, η καταστολή των διαφωνούντων δεν στοχεύει στην εξουδετέρωση, τη σωματική τιμωρία και τη φυσική τους εξόντωση, αλλά πλέον αναπτύσσονται θεσμοί και μηχανισμοί που στοχεύουν στην πολιτική συνείδηση και ταυτότητα. Οι νεοφιλελεύθερες και αυταρχικές με ακροδεξιά στοιχεία κυβερνήσεις, αναπτύσσουν θεσμούς και μηχανισμούς που στοχεύουν  στην πρόληψη, το φόβο  και μετέπειτα την αναμόρφωση και μεταστροφή της συνείδησης του ατόμου, στην ενσωμάτωσή του στην οριζόμενη από το κράτος «κανονικότητα», στην κάμψη και υποδούλωση του ηθικού του˙ πλέον στόχος είναι το μυαλό και η εμπέδωση ότι το κάθε μορφής αντίσταση έχει δυσανάλογο με ό,τι ξέραμε ως τώρα κόστος.

Η επιχειρούμενη «μεταρρύθμιση» του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αποτελεί πολιτική επιλογή τιμώρησης και δίωξης πολιτικών αντιπάλων, εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών, με την εισαγωγή διευρυμένης ποινικής ευθύνης και με σκοπό την κατασταλτική αντιμετώπιση της κοινωνικής αντίδρασης απέναντι στην επέλαση του πιο άγριου νεοφιλελεύθερου απολυταρχικού καθεστώτος μετά την μεταπολίτευση**.

Εργαλειοποιεί και εντείνει το δόγμα «Νόμος και Τάξη», ως συνέχεια της αυταρχικής πολιτικής της ΝΔ, που μεταξύ άλλων, επέβαλε το 2020 αντισυνταγματική απαγόρευση του δικαιώματος συνάθροισης (επικαλούμενη τον covid-19), νομοθέτησε την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, τον περιορισμό των διαδηλώσεων, μετέτρεψε όλα τα camp σε κλειστά κέντρα επιβάλλοντας καθεστώς εξαίρεσης στα σώματα των μεταναστ(ρι)ών που κήρυξε «εθνικό κίνδυνο» εκείνες τις μέρες της εθνικιστικής έξαρσης στον Έβρο.

Αποτελεί μέρος μόνο της κλιμακούμενης επίθεσης στο κεκτημένο δίκαιο των από τα κάτω στην προσπάθεια τους να περιορίσουν τον απόλυτο λόγο της εξουσίας πάνω στους ανθρώπους ακόμα κι όταν αυτοί παρανομούν***.

Στην πρώτη θητεία της η κυβέρνηση της ΝΔ, πρόσθεσε στο αρ 187 ΠΚ περί εγκληματικής οργάνωσης, φωτογραφική για συλλογικότητες του κινήματος παράγραφο με σκοπό τη δίωξη κι εξόντωσή τους ως «συμμορίες με σκοπό την τέλεση πλημμελημάτων». Η τωρινή μεταρρύθμιση, πολλαπλασιάζει τον ήδη διογκωμένο πληθυσμό των κρατουμένων στις φυλακές, ενώ με δυσανάλογες και τιμωρητικές ποινές θέτει το επιθυμητό για την κυβέρνηση πλαίσιο μαζικών διώξεων και φυλακίσεων, που αφορούν το σύνολο των ενεργά πολιτικά υποκειμένων, τις συλλογικότητες, τα κέντρα αγώνα και τα κινήματα, αλλά και γενικότερα οποιονδήποτε αντιστέκεται στη λεηλασία κάθε ίχνους ζωής και ελευθερίας.

Βασικό χαρακτηριστικό του νέου νομοσχεδίου είναι η αυστηρή και εξοντωτική μεταχείριση ακόμη και για απλά πλημμεληματικού χαρακτήρα αδικήματα, με ταυτόχρονο περιορισμό της δυνατότητας αναστολής της ποινής, καθεστώς που έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με μια παράδοση δεκαετιών του ποινικού συστήματος στο οποίο η αναστολή για τα πλημμελήματα ήταν ο κανόνας. Την ίδια στιγμή αυξάνονται τα ανώτατα όρια έκτισης ποινών και περιορίζονται ακόμη περισσότερο τα κριτήρια της αποφυλάκισης υπό όρους. Μια ακόμη θεμελιώδης αλλαγή είναι ο περιορισμός των πολυμελών συνθέσεων των δικαστηρίων με αποτέλεσμα η καταδίκη ή η αθώωση του κατηγορουμένου να είναι ατομική απόφαση ενός και μόνο δικαστικού λειτουργού, με συνεπακόλουθη διεύρυνση του περιθωρίου λαθεμένης δικαστικής κρίσης, αλλά και το συμβολισμό «ταχύτητας και συγκεντρωτισμού» ακόμα πιο εμφανή. Οι επιχειρούμενες αλλαγές εμπεδώνουν τη φυλακή ακόμα περισσότερο ως αποθήκη ζωών και χώρο «σωφρονισμού» αγωνιστών, την ίδια στιγμή που 24 από τα 34 καταστήματα κρίνονται υπερπλήρη****, ενώ παράλληλα οι αγροτικές φυλακές είναι άδειες. Εντείνουν τον ταξικό χαρακτήρα της «Δικαιοσύνης» στοχοποιώντας περαιτέρω τους ταξικά αποκλεισμένους, αφού πλέον θα είναι μεγάλο ρίσκο η εμφάνιση στο δικαστήριο ακόμα και με απλές κατηγορίες χωρίς συνήγορο υπεράσπισης (όπως συνέβαινε σε απλές δίκες), υπηρεσία μη προσβάσιμη στα πιο φτωχά στρώματα της κοινωνίας.

Την ίδια στιγμή επιχειρείται «η ελάφρυνση του φόρτου των αστυνομικών μαρτύρων» αφού, οι τελευταίοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση να καταθέτουν στα δικαστήρια. Η νέα ρύθμιση έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με βασικές γενικές αρχές του δικαίου όπως εκείνης της προφορικότητας της διαδικασίας, βάλλοντας το δικαίωμα του κατηγορουμένου σε μία δίκαιη δίκη και ταυτόχρονα συγκρούεται με υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις όπως της ΕΣΔΑ, αλλά και την πάγια νομολογία του ΕΔΔΑ, όπως και του Αρείου Πάγου, ο οποίος από το 1999 ρητά αναφέρει ότι απαγορεύεται η ανάγνωση καταθέσεων στο δικαστήριο, εκτός κι αν δικαιολογημένα κρίνεται ανέφικτη η κλήτευση και προσέλευση του μάρτυρα*****. Tα δικαιώματα αυτά παραβιάζονται ολοκληρωτικά στις περιπτώσεις που οι καταθέσεις αστυνομικών και προανακριτικών υπαλλήλων είναι αυτές που στοιχειοθετούν την κατηγορία στο σύνολό της, ειδικά για αδικήματα που αποδίδονται σε διαδηλωτές, χωρίς -όπως δείχνει η εμπειρία σε δικογραφίες και ακροατήρια- ουδεμία ουσιαστική εξατομίκευση των κατηγοριών ή αναγνώριση των δραστών. Η δικαστική πρακτική έχει δείξει ότι όταν οι μάρτυρες αστυνομικοί ειδικά συγκεκριμένων υπηρεσιών (ΥΜΕΤ,ΥΑΤ,ΔΡΑΣΗ) υποβάλλονται στη βάσανο της εξέτασής τους από την έδρα και τους συνηγόρους υπεράσπισης, συνήθως αδυνατούν πλήρως να υποστηρίξουν οποιαδήποτε κατηγορία, υποπίπτουν σε κραυγαλέες αντιφάσεις κι απλώς υπεραμύνονται των ενεργειών σύλληψης, με αποτέλεσμα την ανάδειξη των σαθρών κατηγορητηρίων και σωρεία αθωωτικών αποφάσεων.

Το νέο νομοθέτημα προβλέπει ακόμη την κατάργηση της ενδιάμεσης διαδικασίας των Δικαστικών Συμβουλίων –που κρίνουν την παραπομπή ή μη ενός κατηγορούμενου σε δίκη και με ποιες κατηγορίες– στο όνομα της επιτάχυνσης της Δικαιοσύνης. Η εκτίμηση του Δικαστικού Συμβουλίου με την έκδοση βουλεύματος αποτελεί βασικό ανάχωμα στην παραπομπή αθώων άδικα και αναίτια στο ακροατήριο, ειδικά με βαριές κακουργηματικές κατηγορίες για τις οποίες στο στάδιο της ανάκρισης δεν  έχουν προκύψει όχι αποδείξεις αλλά συχνά ούτε οι αναγκαίες ενδείξεις, αλλά και στην άνευ λόγου υπερφόρτωση των ποινικών δικαστηρίων, την οποία μάλιστα ευαγγελίζεται ο Υπουργός Δικαιοσύνης ότι θέλει με το εν λόγω νομοθέτημα να αντιμετωπίσει.

Το ποινικό δίκαιο με τις παραπάνω αλλαγές-τομές για τα μέχρι τώρα δεδομένα, μετατρέπεται σε ποινικό δίκαιο του Εχθρού-λαού, αφενός με την έννοια της ειδικής πρόληψης δηλαδή της καταστολής των κέντρων αγώνα, των κινημάτων, των αντιστεκόμενων μερών κι αφετέρου με την εμπέδωση του φόβου, της λεγόμενης γενικής πρόληψης προς τον νοικοκυραίο που όταν διαρρηχθεί η υπαρκτή συναίνεσή του προς την κυβέρνηση, δεν πρέπει να διανοηθεί να αντισταθεί σε όσα του επιφυλάσσουν. Πρέπει να παραμείνει πεισμένος, ειδάλλως φοβισμένος και πάντως ιεραρχών την ασφάλεια του ίδιου και της οικογένειάς του, και οπωσδήποτε μακριά από κάθε «ουτοπική σκέψη».

Απέναντι στο κρατικό μονοπώλιο της βίας θεσμοθετημένης ή μη φτιάχνουμε τις δικές μας αντιστάσεις, τα δικά μας κέντρα αγώνα, δομές αλληλεγγύης, αυτόνομους απελευθερωμένους χώρους.

Ο νόμος που καταπατά ο αυτόνομος τον φέρνει σε ρήξη με την κοινωνία, ο νόμος που φτιάχνει όμως τον συμφιλιώνει μαζί της.

Καλούμε στις συγκεντρώσεις ενάντια στο Νέο Ποινικό Κώδικα την Κυριακή 21/01, 13.00 στο Σύνταγμα και σε κάθε άλλη δράση/συγκέντρωση που θα καλεστεί το επόμενο διάστημα.

Καλούμε άτομα, συλλογικότητες και φορείς να συμμετάσχουν και να πλαισιώσουν το επόμενοδιάστημα την σταθερή ανοιχτή συνέλευση για τον Νέο Ποινικό Κώδικα, κάθε Τετάρτη 18.30 στηνΑΣΟΕΕ, που καλέστηκε με πρωτοβουλία της Πλατφόρμας Συνομοσπονδιακής Ένωσης.

Επιτροπή για την Ανάδειξη και την Υπεράσπιση της Κοινότητας των Προσφυγικών και της Συλλογικής της Μνήμης


Ο νέος ποινικός κώδικας αλλά και η ανατροπή του άρθρου 16 για τα πανεπιστήμια αποτελούν διακήρυξη του τέλους της μεταπολιτευτικής αστικής δημοκρατίας και της εδραίωσης ενός καθεστώτος πολιτειακής εκτροπής.

Άμεση και επιτακτική ανάγκη αποτελεί η οργάνωση του ανοίγματος και της κεντρικοποίησης του αγώνα μαζικά στο δρόμο, πριν την ψήφιση τους.

Στη βάση όλων των παραπάνω καλούμε σε συνάντηση και συνοργάνωση ενός όσο το δυνατόν ευρύτερου κινηματικού φάσματος, για την ενεργοποίηση σε μια μακροπρόθεσμη καμπάνια άμεσης και πλατιάς κινητοποίησης, η οποία θα εκκινεί από τον νέο ποινικό κώδικα και θα επεκτείνεται συνολικά απέναντι στο καθεστώς πολιτειακής εκτροπής από πλευράς κυβέρνησης, ολιγαρχών και ελληνικού κράτους.

Καλούμε σε:

– Στήριξη της πανελλαδικής πανεκπαιδευτικής κινητοποίησης την Πέμπτη 11/01 και συγκέντρωση στο Σύνταγμα στη 13:00 αυστηρή ώρα, ενάντια στο νέο ποινικό κώδικα, την ανατροπή του άρθρου 16 και το καθεστώς Μητσοτάκη

-Νέα ανοιχτή συνέλευση την Τετάρτη 17/01 στην ΑΣΟΕΕ στις 18:30

– Πλαισίωση της εκδήλωσης για τη παρουσίαση της νέας ατζέντας από το Ταμείο Αλληλεγγύης Φυλακισμένων και Διωκόμενων Αγωνιστών την Πέμπτη 11/01 18:30 στη Νομική

-Πλαισίωση της εκδήλωσης για το νέο ποινικό κώδικα τη Παρασκευή 12/01 19:00 στο κατειλημμένο στέκι Άνω Κάτω Πατησίων

-Μαζική στήριξη του καλέσματος για συγκέντρωση στο Εφετείο ενάντια στον νέο ποινικό κώδικα τη Πέμπτη 18/01 19:00 από την Συνέλευση Αλληλεγγύης στους φυλακισμένους, φυγόδικους και διωκόμενους αγωνιστές/τριες

– Μαζική στήριξη του καλέσματος για συγκέντρωση στο Σύνταγμα ενάντια στον νέο ποινικό κώδικα την Κυριακή 21/01 12:00 από την Συνέλευση Αλληλεγγύης στους φυλακισμένους, φυγόδικους και διωκόμενους αγωνιστές/τριες

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ

ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΟΛΙΓΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΡΙΖΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ


Συγκέντρωση για τον νέο ποινικό κώδικα
Κυριακή 21/1 | 13.00 | Σύνταγμα

Τοπικός Συντονισμός Αθήνας – Αναρχική Πολιτική Οργάνωση

*

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ
Ατιμωρησία για τα καθημερινά και μαζικά εγκλήματα κράτους και αφεντικών – Φυλακές και καταστολή για τους φτωχούς και τους αγωνιζόμενους

Στο τέλος του 2023 κατατέθηκε προς δημόσια διαβούλευση το τρίτο κατά σειρά μέσα στα τελευταία 5 χρόνια σχέδιο τροποποιήσεων και παρεμβάσεων του ποινικού κώδικα και του κώδικα ποινικής δικονομίας. Το σχέδιο αυτό, το οποίο αφορά περισσότερα από 100 άρθρα, έρχεται να εφαρμόσει μια σειρά τροποποιήσεων σε μια άκρως αντιδραστική, αντικοινωνική και τιμωρητική κατεύθυνση για την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Βασικά χαρακτηριστικά του αποτελούν η κοινωνική τιμωρία, η μετακύλιση των κρατικών ευθυνών στο άτομο, η ταξική ανισότητα, η οικονομική αφαίμαξη μέσω της φοροεισπρακτικότητάς του και φυσικά το χτύπημα των κοινωνικών και ταξικών αντιστάσεων. Επί της ουσίας αυτό που επιχειρείται είναι η ακραία επίθεση στα δικαιώματα των κατηγορουμένων και πιο συγκεκριμένα όσων ανήκουν στα φτωχά κοινωνικά στρώματα και όσων στοχοποιούνται για τη συμμετοχή τους στον αγώνα ενάντια στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Οι τροποποιήσεις που έχουν κατατεθεί προς δημόσια διαβούλευση ανοίγουν διάπλατα το δρόμο στη δραματική αύξηση του αριθμού των κρατουμένων στις ήδη ασφυκτικά γεμάτες και υπό άθλιες συνθήκες φυλακές και σε δεύτερο χρόνο στη δημιουργία ιδιωτικών φυλακών όσο και στο φάσμα της απλήρωτης εργασίας και της οικονομικής εξόντωσης όσων βρεθούν υπό δίωξη. Πιο συγκεκριμένα προβλέπεται η πραγματική έκτιση της ποινής για ποινές άνω των 3 ετών χωρίς δυνατότητα αναστολής. Αναστολή θα χορηγείται μόνο για ποινές έως ένα έτος και εφόσον οι αμετάκλητες προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν τους 12 μήνες. Σε ποινές από 2-3 έτη προβλέπεται πραγματική έκτιση μέρους της ποινής, ενώ σε ποινές από 1-2 χρόνια προβλέπεται η εξαγορά της ποινής ή η παροχή κοινωφελούς εργασίας. Ταυτόχρονα η αυστηροποίηση των ποινών, η αύξηση των ανωτάτων ορίων κάθειρξης (για τα κακουργήματα από 15 στα 20 χρόνια, για τη συρροή πλημμελημάτων στα 10 έτη και για συρροή κακουργημάτων στα 25), η εξίσωση της απόπειρας με την τετελεσμένη πράξη αλλά και της ποινής που προβλέπεται για τον συνεργό με αυτή του φυσικού αυτουργού προωθούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο επί των ποινών.
Όσον αφορά την ποινική διαδικασία αλλαγές δρομολογούνται τόσο στις συνθέσεις των δικαστηρίων όπου καταργούνται τα τριμελή πλημμελειοδικεία και τα πενταμελή εφετεία με αποτέλεσμα οι αποφάσεις να λαμβάνονται από μικρότερες συνθέσεις ακόμα και τους ενός δικαστή, όσο και στη διαδικασία επί του ακροατηρίου με τη ρύθμιση που αφορά την εξέταση αστυνομικών- μαρτύρων κατηγορίας, όπου πλέον δεν θα υποχρεούνται να καταθέσουν επί του ακροατηρίου αλλά θα λαμβάνονται υπ’ όψιν οι μαρτυρικές καταθέσεις τους στο στάδιο της προδικασίας, αφαιρώντας τη δυνατότητα από τους κατηγορούμενους των ερωτήσεων κατά τη διάρκεια της δίκης, εκεί όπου αναδεικνύονται οι ανακολουθίες των κατασταλτικών μηχανισμών και ειδικά σε πολιτικές δίκες καταρρίπτονται τα στημένα κατηγορητήρια των αστυνομικών επιτελείων. Ταυτόχρονα αυστηροποιείται η χορήγηση αναβολών, με την πρόβλεψη του δικαιώματος για μια αναβολή (καθώς δεύτερη μπορεί να χορηγηθεί μόνο για λόγους υγείας που θα πιστοποιούνται από δημόσιο νοσοκομείο) και αυξάνεται η τιμή του αναβολόσημου. Επίσης καταργείται η υποχρέωση του εισαγγελέα της γραπτής αιτιολόγησης για την αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης ενώ θεσπίζεται η εκτενής αιτιολόγηση της έδρας σε περίπτωση χορήγησης αναστολής.
Επιπλέον στην κατεύθυνση της ταξικής ανισότητας και της οικονομικής εξόντωσης των διωκόμενων ή καταδικασθέντων βρίσκονται οι ρυθμίσεις που αφορούν την αύξηση τόσο των τιμών στα παράβολα όσο και του κόστους της εξαγοράσιμης ποινής από 5 ευρώ τη μέρα στα 10. Τα υπέρογκα ποσά για την εξαγορά ποινών όπως και τα έξοδα για την παράσταση δικηγόρου, με δεδομένο ότι ακόμα και για ένα απλό πλημμέλημα ο δρόμος για τη φυλακή είναι ανοιχτός, καταδεικνύουν ότι στόχος είναι η περαιτέρω οικονομική εκμετάλλευση των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων και η ευνοϊκή μεταχείριση για τους έχοντες.
Μια ακόμα σημαντική ρύθμιση αποτελεί η αυστηροποίηση της υφ’ όρον απόλυσης, σύμφωνα με την οποία ανεξάρτητα από την τυπική προϋπόθεση της συμπλήρωσης του χρόνου κράτησης το δικαστικό συμβούλιο θα κρίνει αν θα χορηγηθεί αυτή ανάλογα με την επικινδυνότητα του εγκλήματος και τα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του υπόδικου. Με αυτόν τον τρόπο θεσμοποιείται αυτό που ήδη έχει επιχειρηθεί να εφαρμοστεί σε πολλές περιπτώσεις πολιτικών κρατουμένων, όπου παρά την πλήρωση των τυπικών προϋποθέσεων για την υφ’ όρων αποφυλάκισή τους έρχονται αντιμέτωποι με την εκδικητικότητα τους καθεστώτος, το οποίο αρνείται να εφαρμόσει τους νόμους του και με κριτήριο το πολιτικό φρόνημα επιζητά δηλώσεις μετανοίας.
Τέλος χαρακτηριστικά παραδείγματα της επιθετικής διάστασης των τροποποιήσεων του ποινικού κώδικα αποτελούν τόσο οι επιβαρυντικές διατάξεις για τη διατάραξη δημόσιων υπηρεσιών ” με φωνασκίες” με ειδική αιχμή τα νοσοκομεία, λειαίνοντας επί της ουσίας το δρόμο στις διώξεις εργαζομένων στην υγεία που θα διαμαρτυρηθούν για τη διάλυση του ΕΣΥ αλλά και οι διατάξεις που αφορούν τις πυρκαγιές, με τις οποίες προβλέπεται ότι αν από αμέλεια κάποιος προκαλέσει φωτιά σε δάση τότε μπορεί να δημευτεί η περιουσία του. Μια διάταξη που έρχεται μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές που έχουν κατακάψει χιλιάδες στρέμματα γης και δασών και έχουν αφήσει πίσω τους νεκρούς ανθρώπους και νεκρά ζώα τα τελευταία καλοκαίρια και υπό την ευρεία ερμηνεία της επιχειρεί να μετακυλίσει τις κρατικές ευθύνες για τη λεηλασία της φύσης και των τοπικών κοινωνιών ακόμα και σε αυτόν που δεν καθάρισε το χωράφι του από τα ξερόχορτα.
Το νέο αυτό σχέδιο του ΠΚ και ΚΠΔ έρχεται μέσα σε μια περίοδο όπου κράτος και κεφάλαιο εντείνουν όλο και περισσότερο τους όρους εκμετάλλευσης και καταπίεσης στο κοινωνικό σώμα, μέσα από τις συνεχείς αντικοινωνικές αναδιαρθρώσεις που προωθούνται με μια σειρά νομοσχεδίων. Από την επικείμενη ψήφιση του νομοσχεδίου για την ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την παράκαμψη του άρθρου 16 μέχρι την πρόσφατη ψήφιση νομοσχεδίων που άπτονται της εργασίας, της υγείας, της παιδείας, της φύσης, της κατοικίας και της πολιτικής και κοινωνικής έκφρασης. Ταυτόχρονα το κράτος, εντείνοντας την πάγια αντιεξεγερτική στρατηγική του, εξοπλίζεται τόσο ενισχύοντας το νομικό του οπλοστάσιο όσο και κατασταλτικά με τη διαρκή στελέχωση των σωμάτων ασφαλείας, στην προσπάθειά του να αποτρέψει την οποιαδήποτε κοινωνική έκρηξη και να επιβάλλει τη σιωπή, ειδικά μέσα σε μια περίοδο όπου η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία βρίσκεται αντιμέτωπη με την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης, τη φτώχεια και την επισφάλεια.
Στην κατεύθυνση αυτή, οι επικείμενες τροποποιήσεις του ΠΚ καταδεικνύουν την προσπάθεια ισχυροποίησης της δόμησης του σύγχρονου ολοκληρωτισμού και της κρατικής επιβολής και ελέγχου πάνω στο κοινωνικό σώμα. Την ίδια στιγμή οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ χαίρουν ασυλίας με την προκλητική ατιμωρησία για μια σειρά κρατικών και καπιταλιστικών εγκλημάτων απέναντι στην κοινωνία και τη φύση. Από το έγκλημα στα Τέμπη, τη δολοφονία εκατοντάδων προσφύγων και μεταναστών στο ναυάγιο της Πύλου, τη λεηλασία της φύσης και των τοπικών κοινωνιών με τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Εύβοια, τη Ρόδο, τον Έβρο και την Αττική και τις πλημμύρες στη Θεσσαλία μέχρι τις δολοφονίες ρομά από τις συμμορίες της ΕΛ.ΑΣ, τους χιλιάδες θανάτους στα νοσοκομεία λόγω της εγκληματικής κρατικής διαχείρισης της πανδημίας και της επιχείρησης διάλυσης του ΕΣΥ και τις δεκάδες εργατικές δολοφονίες στα κάτεργα της μισθωτής σκλαβιάς.
Αυτό που στοχεύει το κράτος είναι ο κοινωνικός μετασχηματισμός, η αλλαγή της κοινωνικής συνείδησης με κάθε μέσο, εξαθλιώνοντας τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, δημιουργώντας όρους κοινωνικής υποταγής και καταστέλλοντας όσους ορθώνουν ανάστημα απέναντι στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα. Στοχεύει στη διάλυση καθετί συλλογικού και κάθε συνεκτικού δεσμού μεταξύ των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων και στην επικράτηση της εξατομίκευσης, του φόβου και του κοινωνικού κανιβαλισμού, όπου όσοι επιλέξουν να αγωνιστούν θα συντριβούν και οι υπόλοιποι είτε θα αδυνατούν να αντιδράσουν στην περαιτέρω εκμετάλλευσή τους από τους κυρίαρχους είτε θα στραφούν απέναντι στον πιο αδύναμο. Η αλλαγή του κοινωνικού παραδείγματος έρχεται μέσα από μια σειρά επιθετικών πολιτικών της κυριαρχίας, όπου μοναδικό μέλημα του κράτους αποτελεί η διατήρηση της εξουσίας του και αυτό εκφράζεται σε πρώτο στάδιο μέσα από την καταστολή των κοινωνικών και ταξικών αντιστάσεων, την εγκληματοποίηση της απεργίας και των εργατικών αγώνων, την επίθεση στο αναρχικό κίνημα και στις δομές του, τις διώξεις σε αγωνιστές/τριες, τις δολοφονίες των πιο περιθωριοποιημένων και εκμεταλλευόμενων κομματιών της κοινωνίας, των φτωχών, των προσφύγων- μεταναστών, των ρομά.
Αντιλαμβανόμαστε ότι, απέναντι στην κρατική τρομοκρατία και την ταξική εκμετάλλευση, απέναντι στο φόβο και την εξατομίκευση, απέναντι στην προσπάθεια κράτους και αφεντικών να σβήσουν κάθε ίχνος συλλογικής αντίστασης και να πείσουν ότι έχει επέλθει το τέλος της Ιστορίας, ο μόνος δρόμος που έχουν οι καταπιεσμένοι και εκμεταλλευόμενοι είναι ο αγώνας για την κοινωνική και ταξική χειραφέτηση. Απέναντι στο δυστοπικό μέλλον που μας επιφυλάσσουν οι ελίτ της εξουσίας και του πλούτου, υπάρχει η επιλογή της συλλογικής αντίστασης και του αγώνα. Να τους θυμίσουμε τι μπορεί να συμβεί όταν η κοινωνία των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων ανθρώπων παίρνει την κατάσταση στα χέρια της και αντιστέκεται μαζικά και μαχητικά στους σχεδιασμούς τους. Το όραμα για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, για μια κοινωνία Ίσων δεν θα δικαιωθεί μέσα από τα ατομικά, μερικά ή αυθόρμητα ξεσπάσματα της δίκαιης οργής μας αλλά από τον οργανωμένο πολιτικό αγώνα ενάντια στους καταπιεστές μας. Μέχρι την Κοινωνική Επανάσταση, μέχρι την οικοδόμηση ενός κόσμου αλληλεγγύης, ελευθερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ

Αναρχική Πολιτική Οργάνωση | Ομοσπονδία Συλλογικοτήτων


H δικαιοσύνη είναι ταξική, δομημένη να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της τάξης που άρχει και στρέφεται εναντίον των εργατριών, των μεταναστών, των φτωχοδιάβολων και όσων βιώνουν στο πετσί τους τη στυγνότητα του καπιταλιστικού συστήματος. Η ατιμωρησία για τη δολοφονία εκατοντάδων μεταναστ(-ρι)ών στην Πύλο από το ελληνικό κράτος και το λιμενικό του, η προσπάθεια συγκάλυψης του κρατικο-καπιταλιστικού εγκλήματος στα Τέμπη, η υπόθαλψη και η προστασία από την αστυνομία και την αστική δικαιοσύνη των οργανωμένων μαφιών trafficking και διακίνησης ναρκωτικών, οι δολοφονίες Ρομά, δίπλα στις εξώσεις και τους πλειστηριασμούς κατοικιών λαϊκών οικογενειακών και τις εργατικές δολοφονίες, αποδεικνύουν για μια ακόμη φορά ότι δεν μπορεί να υπάρξει δικαιοσύνη την ίδια στιγμή που συντηρείται το αδηφάγο σύστημα που παράγει τις ίδιες τις αιτίες της αδικίας. Γιατί αντίθετα από ότι η αστική ιδεολογία διαχρονικά διατείνεται, η ποινική νομοθεσία δεν είναι ένα ουδέτερο πολιτικά και ταξικά εργαλείο «πάταξης του εγκλήματος», ακριβώς γιατί και το ίδιο γενικά το «έγκλημα» δεν παράγεται ούτε «εν κενώ», ούτε εξαιτίας «της ανθρώπινης φύσης», αλλά στο έδαφος της δοσμένης υλικής, κοινωνικής και ταξικής πραγματικότητας, εκείνης δηλαδή που διαφυλάσσει και θεωρεί νόμιμο, ιερό και απαραβίαστο το μεγαλύτερο και πρωταρχικό έγκλημα, αυτό της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Νέος ποινικός κώδικας και κώδικας ποινικής δικονομίας : Το ακόνισμα ενός εργαλείου ταξικής κυριαρχίας και κρατικής καταπίεσης

«…Καθώς όμως πλησιάζει το μέλλον που κυοφορεί γεγονότα, αυτά που μέλλονται να γίνουν, το μολύβι μου θροΐζει μέσα στους ψυχρούς τοίχους αυτού του τσιμεντένιου τάφου, που είναι χτισμένος πάνω στην κρύα σας συνείδηση. Θρόισμα που ανατριχιάζει το δέρμα και μπροστά του εγώ νιώθω ένα κρύο, ένα κρύο ηθικό και ανθρώπινο… Δεν θα αφήσω να σκοτώσουν τα συναισθήματά μου ούτε τη γνώμη μου ούτε να σβήσουν την κραυγή μου ούτε την παιδικότητά μου, ούτε την ελευθερία που πάλλεται μέσα μου. Δεν θα αφήσω να αλυσοδέσουν τις αξίες μου με ψέματα: αυτές αποτελούν το άλας της ύπαρξής μου, την τροφή μου. Δεν είμαι βουητό, είμαι κραυγή πολέμου μέσα από την ατελείωτη νύχτα της σκοτεινιάς των φυλακών…» Χοσέ Ταρίο Γονσάλες (Τρέξε, Άνθρωπε, Τρέξε – Ημερολόγιο από τις Φυλακές FIES)

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από το 2019 έως και σήμερα παρεμβαίνει διαρκώς στην ποινική νομοθεσία, με όλες τις αλλαγές να έχουν ως κοινό παρονομαστή την αυστηροποίηση των ποινών, την ένταση της καταστολής εναντίον της αγωνιζόμενης κοινωνίας και την ποινικοποίηση της φτώχειας. Με διάχυτο ποινικό λαϊκισμό και με ενδεικτικές των στοχεύσεών της, τις δηλώσεις του υπουργού Δικαιοσύνης Φλωρίδη ότι: «Τέρμα με τον δικαιωματισμό, τώρα θα ασχοληθούμε με τα δικαιώματα των θυμάτων», κατατέθηκε πρόσφατα προς διαβούλευση στη Βουλή ένα νέο σχέδιο τροποποιήσεων και παρεμβάσεων στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Προτού δούμε όμως προσεκτικά τις «μεταρρυθμίσεις» αυτές, ώστε να αντιληφθούμε το μέγεθος των αλλαγών που κομίζουν όσο και το τι σηματοδοτούν σε κοινωνικό επίπεδο, θα πρέπει πρώτα να δώσουμε μια απάντηση στο τι είναι αυτή η ίδια η ποινική νομοθεσία. Γιατί αντίθετα από ότι η αστική ιδεολογία διαχρονικά διατείνεται, η ποινική νομοθεσία δεν είναι ένα ουδέτερο πολιτικά και ταξικά εργαλείο «πάταξης του εγκλήματος», ακριβώς γιατί και το ίδιο γενικά το «έγκλημα» δεν παράγεται ούτε «εν κενώ», ούτε εξαιτίας «της ανθρώπινης φύσης», αλλά στο έδαφος της δοσμένης υλικής, κοινωνικής και ταξικής πραγματικότητας, εκείνης δηλαδή που διαφυλάσσει και θεωρεί νόμιμο, ιερό και απαραβίαστο το μεγαλύτερο και πρωταρχικό έγκλημα, αυτό της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Σε αυτό ακριβώς λοιπόν το αυστηρά καθορισμένο ταξικά και αξιακά πλαίσιο, η ποινική νομοθεσία συμπυκνώνει ένα -αντίστοιχης προέλευσης- σύνολο κρίσεων για όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής : από το τι είναι δίκαιο και τι άδικο και από το χαρακτήρα και το περιεχόμενο του εγκλήματος ως έννοια, μέχρι την μεταχείριση του παραβάτη, με τελικό σκοπό τη διαφύλαξη και τη διαιώνιση του καπιταλιστικού συστήματος εκμετάλλευσης. Υπό αυτήν την έννοια δεν μπορεί να τεθεί ποτέ ζήτημα μιας δίκαιης ποινικής νομοθεσίας μέσα σε συνθήκες καπιταλισμού, όπως παράλληλα δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτές οι τροποποιήσεις της, πόσο μάλλον κάποιες τόσο βαθιές όπως είναι αυτές που φέρνει ο νέος ποινικός κώδικας, παρά μόνο μέσα από το πρίσμα της ανάγκης προσαρμογής ενός βασικού εργαλείου κρατικής και ταξικής καταπίεσης όπως είναι η ποινική νομοθεσία, στις διαρκώς οξυμένες ανάγκες του κράτους και του κεφαλαίου, εντός των συνθηκών δομικής κρίσης και πολέμου, όπως είναι αυτές που διανύουμε.

Ας δούμε τώρα επιγραμματικά τις κυριότερες αλλαγές που φέρνει ο νέος ποινικός κώδικας. Τα πλαίσια των ποινών αυξάνονται τόσο επί συρροής πλημμελημάτων (από 8 έτη το μέγιστο όριο γίνεται 10), όσο και επί κακουργημάτων (από τα 20 έτη το μέγιστο όριο γίνεται 25), για τα οποία κακουργήματα αυξάνεται εν γένει το όριο της κάθειρξης στα 20 έτη, από τα 15 που ίσχυαν έως σήμερα. Παράλληλα, εξισώνεται η απόπειρα με την τετελεσμένη πράξη και η ποινή του συνεργού με αυτή του αυτουργού. Πλάι στη αύξηση των ποινών έρχεται και η μερική ή ολική έκτιση ποινών για τα πλημμελήματα, όταν η ποινή που επιβάλλεται είναι μεγαλύτερη του ενός έτους, με δυνατότητα χορήγησης αναστολής μόνο αν ο κατηγορούμενος δεν έχει καταδικαστεί προηγουμένως σε ποινή μεγαλύτερη του ενός έτους, προβλέποντας παράλληλα την δυνατότητα έκτισης ποινών με τους εναλλακτικούς τρόπους της κοινωφελούς εργασίας – όπως είναι η μετωνυμία της εργασίας χωρίς μισθό και δικαιώματα, τα οφέλη της οποίας θα αξιοποιήσουν καπιταλιστικές επιχειρήσεις όπως Δήμοι και Περιφέρειες – με ή της μετατροπής της ποινής σε χρήμα για ποινές φυλάκισης έως 2 έτη. Συνεπώς, επιβάλλεται δίχως εξαιρέσεις η πραγματική έκτιση στη φυλακή για τις ποινές των τριών ετών και άνω.

Στο πλαίσιο αυτό αλώβητος δεν θα μπορούσε να μείνει ο θεσμός της υφ’ όρων απόλυσης. Έως και σήμερα ο κάθε κρατούμενος δικαιούται να αιτηθεί την υφ’ όρων απόλυσή του, όταν συμπληρωθούν οι τυπικές προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος και μόνο με ειδική αιτιολογία μπορεί το δικαστικό συμβούλιο να την αρνηθεί. Πλέον αυτή θα εναπόκειται στην ουσιαστική κρίση του συμβουλίου, το οποίο θα κρίνει στη βάση της επικινδυνότητας του εγκλήματος που έχει τελεστεί και των ατομικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών του δράστη, ανεξαρτήτως των τυπικών προϋποθέσεων συμπλήρωσης του χρόνου κράτησης. Έτσι ο κρατούμενος ξανακρίνεται και ξαναδικάζεται για ένα έγκλημα για το οποίο έχει ήδη καταδικαστεί. Την νέα αυτή ρύθμιση βέβαια την έχουμε δει ήδη να εφαρμόζεται άτυπα στους πολιτικούς κρατούμενους, οι αιτήσεις αποφυλάκισης πολλών από τους οποίους απορρίπτονται γιατί δεν υποβάλλουν δηλώσεις μετανοίας.

Η αλλαγή αυτή σε συνδυασμό με αλλαγές που επήλθαν με τον σωφρονιστικό κώδικα του 2022, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις κατέστησε αδύνατο το δικαίωμα στην τακτική και εκπαιδευτική άδεια, είναι σίγουρο ότι θα οδηγήσει σε διόγκωση του πληθυσμού των φυλακών (ενδεικτικά αναφέρεται ότι η πληρότητα των φυλακών το 2021 ανερχόταν σε 110%, ενώ τα αγροτικά καταστήματα λειτουργούσαν με το 35% της χωρητικότητάς τους). Άλλωστε νέα «καταστήματα κράτησης» ήδη κατασκευάζονται ενώ παράλληλα διαμορφώνεται το κατάλληλο έδαφος για την εισαγωγή του θεσμού των ιδιωτικών φυλακών.

Οι αλλαγές δεν σταματούν εδώ καθώς προβλέπεται επιπρόσθετα η ενίσχυση των μονομελών συνθέσεων των δικαστηρίων, τα οποία κατ’ ουσία θα εκδικάζουν τις περισσότερες υποθέσεις και άρα η τύχη του κατηγορουμένου θα εξαρτάται από την κρίση ενός και μόνο δικαστή, ενώ παράλληλα αυξάνονται οι τιμές στα παράβολα, περιορίζονται οι αναβολές σε μία, καταργείται η ενδιάμεση διαδικασία των συμβουλίων σε πολλά κακουργήματα, προβλέπεται η δυνατότητα εξέτασης με ηλεκτρονικά μέσα μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, διαδίκου ακόμη και η απολογία του κατηγορουμένου με αυτόν τον τρόπο και καταργείται η υποχρέωση εμφάνισης στο ακροατήριο μάρτυρα αστυνομικού, λαμβάνοντας ως δεδομένη την κατάθεσή του κατά την προδικασία. Στην τελευταία αυτή ρύθμιση θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή καθώς κατά την εμφάνιση τους στο ακροατήριο και δεδομένης της δυνατότητας του κατηγορουμένου να τους υποβάλλει ερωτήσεις, τις περισσότερες φορές καταδεικνύεται η ανακολουθία των λεγομένων τους, αφού πέφτουν σε αντιφάσεις, γεγονός που επιτρέπει να καταδειχθούν τα στημένα από της ΕΛΑΣ και τις επιμέρους υπηρεσίες της κατηγορητήρια, κάτι το οποίο το έχουμε δει πολλές φορές να συμβαίνει σε δίκες αγωνιστ(ρι)ών.

Τέλος, αναφορικά με τις αλλαγές που επιχειρούνται θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο αδίκημα της διατάραξης δημόσιων υπηρεσιών γίνεται πρόβλεψη της ειδικής επιβαρυντικής περίστασης «με φωνασκίες» και με ειδική μνεία να γίνεται στα νοσοκομεία, επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να σταματήσουν τις παρεμβάσεις στις δημόσιες υπηρεσίες και δη στο χώρο της υγείας. Δεν έχει περάσει άλλωστε πολύς καιρός από τις διαμαρτυρίες εργαζομένων στο ΕΣΥ και αλληλέγγυων, ενάντια στην υποβάθμιση της δημόσιας υγείας κατά την πανδημία, οι οποίες ενόχλησαν ιδιαίτερα την κυβέρνηση, αφού ανέδειξαν άμεσα την κρατική ευθύνη έναντι της ατομικής και το ατελέσφορο της κατασταλτικής διαχείρισης της πανδημίας.

Δε θα μπορούσαμε επίσης να μη σταθούμε στη ρητορική που ακολουθείται από την κυβέρνηση προκειμένου να παρουσιαστούν ως επωφελείς προς το κοινωνικό σύνολο οι επικείμενες αλλαγές. Εκμεταλλευόμενοι την πρόσφατη επικαιρότητα με τις καταστροφικές πυρκαγιές του προηγούμενου καλοκαιριού καθώς και την ένταση της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, διατείνονται ότι με τα νέα νομοθετήματα θα πατάξουν τα φαινόμενα αυτά. Η μόνη λύση που φυσικά προσφέρεται είναι η αυστηροποίηση των ποινών, ανάγοντας αφενός τις πυρκαγιές σε φαινόμενο το οποίο προκαλείται από ενέργειες κακόβουλων ατόμων (βλ. στοχοποίηση των μεταναστών για τη φωτιά στο δάσος της Δαδιάς), με παρεπόμενη ποινή μάλιστα τη δήμευση της περιουσίας τους και όχι εξαιτίας της κρατικής αδιαφορίας και της καπιταλιστικής ανάπτυξης και αφετέρου την έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία σε φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα επειδή οι ποινές δεν είναι αρκετά αυστηρές. Για τις μεν πυρκαγιές στην πραγματικότητα τα μέτρα δασοπροστασίας είναι στην καλύτερη περίπτωση ελλιπή, δεν προσλαμβάνεται μόνιμο και ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό ενώ καμένες εκτάσεις παραχωρούνται από το κράτος σε ξένο και ντόπιο κεφάλαιο προς «αναπτυξιακούς» σκοπούς. Για τη δε ενδοοικογενειακή βία με το νέο νομοθέτημα αναγνωρίζεται η ψυχολογική βία, μόνο ως προς τα ανήλικα θύματα, χωρίς καν σαφή ορισμό αυτής και δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη στο πεδίο της προληπτικής αντιμετώπισης για την καταπολέμηση των έμφυλων διακρίσεων και την προστασία της παιδικής ηλικίας. Ενδεικτικά της υποκρισίας τους είναι ότι δεν ενισχύονται οι φιλικοί χώροι εξέτασης των παιδιών θυμάτων, τα λεγόμενα «Σπίτια του παιδιού», τα οποία υποτυπωδώς λειτουργούν μόνο εντός Αττικής και δεν αλλάζει η ουσία και οι διαδικασίες, οι οποίες οδηγούν τα θύματα και τις επιζώσες να μην μιλάνε, όπως ακριβώς είναι η εμπλοκή τους σε χρονοβόρες, κοστοβόρες και ψυχοφθόρες διαδικασίες, που το δύσπιστο δικαστικό σύστημα, αναζητά το ιδεατό θύμα που κατήγγειλε αμέσως και θυμάται κάθε λεπτομέρεια της κακοποιητικής συμπεριφοράς που υπέστη.

Το κοινωνικό έδαφος για να επέλθουν οι αλλαγές αυτές είχε προετοιμαστεί καιρό τώρα. Από τις πομπώδεις μουσικές στα δελτία ειδήσεων που συνοδεύουν τις εικόνες κουκουλωμένων και δεμένων με χειροπέδες κατηγορουμένων που σύρονται στις αίθουσες των δικαστηρίων, με τις εκκλήσεις να σαπίσουν οι εγκληματίες στη φυλακή, μαζί με τις πολιτικές φτωχοποίησης και εξαθλίωσης και την αναγωγή του ατομικισμού σε ύψιστη αξία, κράτος και κεφάλαιο με την αρωγή των πάντα πιστών τους ΜΜΕ, προσφέρουν θέαμα, δημιουργώντας ένα κοινό που διψάει για αίμα. Μεθοδικά και σε βάθος χρόνου δημιουργήθηκε ένα κλίμα αδιαφορίας για τις συνθήκες που επικρατούν στις ελληνικές φυλακές και επικράτησε σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας ο κυνισμός της εσαεί τιμωρίας του αποστήματος που τόλμησε να παραβεί τους κανόνες δικαίου.

Από πλευράς μας δε θα μπορούσαμε να μην επισημάνουμε και να καταδείξουμε τον χαρακτήρα της νέας ποινικής αντιμεταρρύθμισης. Οι αλλαγές αυτές καταδεικνύουν τον χαρακτήρα κράτους και κεφαλαίου. Όταν τα συμφέροντά τους κινδυνεύουν απεκδύονται του «φιλελεύθερου» μανδύα τους, δίνοντας χώρο στην ωμή καταστολή και την περιστολή ακόμη και των ίδιων δικαιωμάτων που διατείνονται ότι αποτελούν το θεμέλιο του συστήματός τους. Με τις μεταρρυθμίσεις αυτές λοιπόν, πέραν των δικαιωμάτων και των ελαχίστων εγγυήσεων για την αξιοπρεπή μεταχείριση των κατηγορουμένων και των φυλακισμένων, τα οποία κερδήθηκαν με πολυετείς και σκληρές μάχες εντός και εκτός των τειχών, τα οποία επί τους ουσίας καταργούνται, εντείνεται η ταξική ανισότητα και η οικονομική αφαίμαξη, με την αύξηση των τιμών των παραβόλων, την υποχρεωτική ουσιαστικά εκπροσώπηση από συνήγορο επί των πλημμελημάτων, αφού η φυλάκιση είναι η πιο πιθανή κατάληξη και τον διπλασιασμό του κόστους της εξαγοράσιμης ποινή από 5 ευρώ τη μέρα σε 10.

Ταυτόχρονα, οι αλλαγές αυτές επιχειρούνται σε μια συγκυρία κατά την οποία η επίθεση προς την τάξη μας γίνεται όλο και πιο λυσσαλέα: από την επικείμενη τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος με την επί της ουσίας κατάργηση της δημόσιας παιδείας, τις απαγορεύσεις των διαδηλώσεων και των απεργιών, τη διάλυση του ΕΣΥ και της δημόσιας υγείας, τις πολιτικές φτωχοποίησης, την επίθεση προς την αγωνιζόμενη κοινωνία και τις δομές του ανταγωνιστικού κινήματος. Σε μια συγκύρια ακόμα, όπου το ελληνικό κράτος συμμετέχει ενεργά στο μέτωπο της Ουκρανίας, της Παλαιστίνης και της Μ. Ανατολής, έχοντας δεκάδες ετοιμοπόλεμες νατοϊκές βάσεις στο εσωτερικό του, σε μια συνθήκη δηλαδή πολεμική που ως τέτοια επιβάλλει και αντίστοιχου τύπου ποινική δικαιοσύνη και καταστολή στα μετόπισθεν, στοιχεία που με τη σειρά τους στρώνουν το έδαφος για την ανάπτυξη του ίδιου του φασιστικού φαινομένου (εθνικισμός, μιλιταρισμός) αλλά και του κοινωνικού εκφασισμού.

Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο το ελληνικό κράτος θωρακίζεται. Το δόγμα της μηδενικής ανοχής και της προληπτικής αντιεξέγερσης εφαρμόζονται μαζί με το αναβαθμισμένο νομικό και κατασταλτικό οπλοστάσιο, ώστε να καθυποτάξουν κάθε αντίσταση και να αντιμετωπίσουν τους αγώνες και τις εκρήξεις που θα ξεσπάσουν.

Όλες και όλοι μας ξέρουμε ότι η δικαιοσύνη τους είναι ταξική, δομημένη να εξυπηρετεί τα συμφέροντα τους και στρέφεται εναντίον των εργατριών, των μεταναστών, των φτωχοδιάβολων και όσων βιώνουν στο πετσί τους τη στυγνότητα του καπιταλιστικού συστήματος. Η ατιμωρησία για τη δολοφονία εκατοντάδων μεταναστ(-ρι)ών στην Πύλο από το ελληνικό κράτος και το λιμενικό του, η προσπάθεια συγκάλυψης του κρατικο-καπιταλιστικού εγκλήματος στα Τέμπη, η υπόθαλψη και η προστασία από την αστυνομία και την αστική δικαιοσύνη των οργανωμένων μαφιών trafficking και διακίνησης ναρκωτικών, οι δολοφονίες Ρομά, δίπλα στις εξώσεις και τους πλειστηριασμούς κατοικιών λαϊκών οικογενειακών και τις εργατικές δολοφονίες, αποδεικνύουν για μια ακόμη φορά ότι δεν μπορεί να υπάρξει δικαιοσύνη την ίδια στιγμή που συντηρείται το αδηφάγο σύστημα που παράγει τις ίδιες τις αιτίες της αδικίας.

Χρέος μας να υψώσουμε αναχώματα αντίστασης και αλληλεγγύης, να αγωνιστούμε ενάντια στον νέο ΠΚ και ΚΠΔ, ως πτυχή του αγώνα για την περιφρούρηση και τη διεύρυνση των κοινωνικών και πολιτικών κατακτήσεων και συνάμα ως αιχμή του συνολικού μας αγώνα ενάντια σε κράτος, κεφάλαιο, ιμπεριαλισμό και πατριαρχία. Να εργαστούμε για την οργάνωση και την προετοιμασία ενός επαναστατικού σχεδίου, του μόνο ικανού εν τέλει παράγοντα για τη νίκη των επιμέρους αγώνων.

ΝΑ ΜΗ ΠΕΡΑΣΟΥΝ Ο ΝΕΟΣ ΠΚ ΚΑΙ ΚΠΔ- ΤΑΞΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΕΙΣ – ΜΟΝΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ Η ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ – ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΑ ΟΔΟΦΡΑΓΜΑΤΑ

Όλοι-ες στις αγωνιστικές κινητοποιήσεις ενάντια στον νέο Ποινικό Κώδικα [Συγκέντρωση Κυριακή 21 Ιανουαρίου 13.00 Σύνταγμα

Ταξική Αντεπίθεση – Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστ(-ρι)ών


ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΤΕΧΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Συγκέντρωση 21/1 στις 13:00 στο Σύνταγμα

Στις 28/11/21 κατατέθηκε προς δημόσια διαβούλευση ένα νομοσχέδιο με πολυάριθμες αλλαγές πάνω στον ισχίον ποινικό κώδικα με κύριο στόχο μέτρα καταστολής, ελέγχου και πειθάρχησης του κοινωνικού συνόλου. Μέτρα που αν εφαρμοστούν πρόκειται να βάλουν στην φυλακή με ακόμα πιο σκληρούς όρους φτωχούς , παραβατικούς , αναρχικούς και κάθε άτομο που δεν ακολουθεί τους όρους ζωής που ορίζει το κράτος και επιλέγει διαφορετικούς από αυτούς για να ζήσει. Κάποιοι από τους κεντρικούς άξονες του νέου ποινικού κώδικα που αναμένεται να ψηφιστεί είναι η αύξηση της πραγματικής ποινής , η αναστολή ποινής για δράσεις που μέχρι τώρα δεν έμπαινε κάποιο φυλακή αναθεωρείται( κυρίως για πλημμελήματα), η εξίσωση των ποινών ενός ατόμου που κάνει μια δράση με αυτόν που είναι μαζί του, το δικαίωμα στην δικαστική εξουσία να αποφασίζει για την καταδίκη ενός ατόμου αλλά και για το αν θα παραμείνει ένα κρατούμενο στην φυλακή μέσα από την επικράτηση των υποκειμενικών παραγόντων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του απο πάνω αποτελεί η έφεση στην υφ όρων αποφυλάκιση της αναρχικής Πόλας Ρούπας και η δημιουργία εμποδίων στην αποφυλάκιση του αναρχικού Νίκου Μαζιώτη. Παράλληλα νομοθετείται η μείωση της επίδρασης των ελαφρυντικών για τον ορισμό μιας ποινής, το δικαίωμα μιας μόνο αναβολής για μια υπόθεση η οποία θα κοστίζει και 200 ευρώ, ενώ θεσμοθετείται και η μη υποχρεωτική παρουσία μπάτσων στις δίκες που αποτελούν τις περισσότερες φόρες τους βασικούς μάρτυρες για μια υπόθεση μειώνοντας έτσι όποια δυνατότητα αντιπαράθεσης και υπεράσπισης των κατηγορουμένων αφήνοντας τους εκτεθειμένους στις γραπτές καταθέσεις των αστυνομικών και στις ορέξεις των δικαστικών. Επιπλέον ένα βασικό κομμάτι του νέου ποινικού κώδικα είναι και η επαναφορά των εναλλακτικών μορφών έκτισης μιας ποινής μέσω της κοινωφελούς εργασίας η την αντικατάσταση της ποινής σε χρήμα δείχνοντας έτσι και την ταξική διάσταση του δικαστικού συστήματος. Είναι άλλωστε προφανές ποια κοινωνικά σύνολα θα μπορούν να εξαγοράσουν την ποινή τους και ποια θα οδηγούνται στην απλήρωτη κοινωφελή εργασία. Παράλληλα είναι γνωστό πως οι φυλακές στην Ελλάδα βρίσκονται σε επίπεδα υπέρ πληθυσμού με τα κρατούμενα άτομα να δίνουν εδώ και χρόνια πολλούς αγώνες για καλύτερες συνθήκες διαβιώσης μέσα στα κελιά άλλα και για την αποσυμφόρηση αυτών. Η κατάργηση της αναστολής των ποινών για 1 έως 3 χρόνια πρόκειται να οδηγήσει πολλά άτομα στην φυλακή καθώς ακόμα και πράξης όπως η ρευματοκλοπή, η απαλλοτριώσεις αγαθών πρώτης ανάγκης, η μικρά χρέη προς την εφορία μπορούν να τα οδηγήσουν στην φυλάκιση μέχρι και για κάποιους μήνες κάνοντας έτσι ακόμα πιο ασφυκτικές τις συνθήκες διαβίωσης μέσα στα κάτεργα του εγκλεισμού.

Έτσι γίνεται σαφές πως το κράτος πέρα από την εγκαθίδρυση του εγκλεισμού σε ακόμα μεγαλύτερα κοινωνικά σύνολα στοχεύει και στην εξόντωση των αναρχικών, των αγωνιζομένων κομματιών της κοινωνίας και του ριζοσπαστικού κινήματος συνολικότερα στέλνοντας στην φυλακή όσα αντιδρούν στο μονοπώλιο της βίας του.

Παράλληλα μέσα από την ανάπτυξη της τεχνολογίας αναβαθμίζονται οι φυλακές και εισάγονται νέα κατασταλτικά μέτρα δείχνοντας έτσι με ξεκάθαρο τρόπο ότι το τεχνοβιομηχανικό σύστημα υπηρετεί την εξουσία, την τροφοδοτεί ενώ το σύνολο της επιστήμης πουπαρουσιάζεται πλέον ως κάτι αναγκαίο ουσιαστικά ελέγχει κάθε πτυχή της ζωής μας, Αποτελεί πλέον δεδομένο ότι η λήψη dna αλλά και διάφορα άλλα τεχνολογικά μέσα οπως οι κάμερες αποτελούν βασικά στοιχεία για την φυλάκιση πολλών ατόμων.

Ο εγκλεισμός βέβαια που εκφράζεται μέσα από την δημιουργία των φυλακών δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο και σύγχρονο φαινόμενο και δεν αφορά μόνο τους ανθρώπους. Και αν ο εγκλεισμός των ανθρώπων στοχεύει στην τιμωρία και στην πειθάρχηση στα υπόλοιπα ζώα ξεφύγει απο αυτά τα δυο πλαίσια. Ο εγκλεισμός αποτελεί πρακτική καταστολής και ελέγχου των σωμάτων τόσο των ανθρώπινων όσο και των μη ανθρώπινων ζώων, χρησιμοποιώντας παρόμοιες πρακτικές και διαδικασίες. Τα ζώα κλεισμένα και αυτά σε ασφυκτικές συνθήκες είναι αναγκασμένα να υπομένουν μια ζωή στα δεσμά της φυλακής με την κύρια διαφορά ότι δεν ξέρουν τι θα γίνουν και γιατί βρέθηκαν εκεί. Ως αποτέλεσμα της αντίληψης της ανωτερότητας του ανθρωπινού είδους το κράτος εκμεταλλεύεται τα ζώα με οποιοδήποτε δυνατό τρόπο προς όφελος των σύγχρονων ανθρωποκεντρικών κοινωνιών. Από τη σφαγή τους για τροφή, ρουχισμό και προϊόντα πολυτελείας, τα βασανιστήρια τους στα ερευνητικά κέντρα στο όνομα της προόδου και της επιστήμης, μέχρι την φυλάκιση των άγριων ενστίκτων τους στο βωμό του θεάματος και της ανθρώπινης διασκέδασης.

Ως άτομα που παλεύουμε για την καταστροφή της εξουσίας δεν διαχωρίζουμε κανενός είδους εγκλεισμού αλλά αναγνωρίζουμε την σύνδεσή των διαφορετικών μορφών του με την κυριαρχία για αυτό και η αλληλεγγύη μας προς όλα τα όντα που είναι φυλακισμένα αποτελεί βασικό κομμάτι της καθημερινής μας δράσης. Η κυριαρχία εκμεταλλεύεται καθημερινά κάθε τι φυσικό για την επέκτασή της ενώ δεν διστάζει να δολοφονήσει και να αιχμαλωτίσει αυτούς που δεν χρειάζονται πλέον είτε είναι άνθρωποι είτε άλλα ζώα, Για αυτό και ο αγώνας μας δεν τελειώνει μέχρι την καταστροφή κάθε κελιού-κλουβιού,

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΝΕΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ-ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΣ ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΥ

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΤΕΧΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Συγκέντρωση 21/1 στις 13:00 στο Σύνταγμα

ανοιχτή αντισπισιστική συνέλευση

Μοιραστείτε το άρθρο