Βιβλία στις μέρες του κορονοϊού

Στις μέρες που η πραγματικότητα προσομοιάζει με σενάριο επιστημονικής φαντασίας παρουσιάζονται επτά βιβλία – επιλογές που με κάποιο τρόπο προσεγγίζουν αυτό που βιώνουμε σήμερα.

Από τη μια η πραγματικότητα που αποτυπώνεται στη λογοτεχνία μέσα από τη γραφίδα του Ντάνιελ Ντεφόου την εποχή της πανούκλας στην Αγγλία, και από την άλλη η προσέγγιση φανταστικών καταστάσεων από την Άτγουντ, τους Σπίνραντ, Καμύ, Σαραμάγκου, που πλέον δεν φαίνονταν τόσο υπερβολικές και τολμηρές απέναντι στο αδιανόητο που βιώνουμε.

Για εισαγωγή αυτού του δυστοπικού αφιερώματος αφήνουμε τα λόγια του ίδιου του Ζοζέ Σαραμάγκου στην απονομή του βραβείου Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1998 για το μυθιστόρημά του Περί τυφλότητας. «…ήθελα να θυμίσω σε όσους μπορεί να το διαβάσουν ότι διαστρέφουμε την ίδια την έννοια του ορθού λόγου όταν εξευτελίζουμε την ανθρώπινη ζωή, ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια προσβάλλεται κάθε μέρα από τους ισχυρούς αυτού του κόσμου, ότι το παγκόσμιο ψέμα έχει αντικαταστήσει τις περισσότερες (και διαφορετικές) αλήθειες (που βιώνουν οι πολίτες στην καθημερινή τους ζωή), ότι ο άνθρωπος σταματάει να σέβεται τον ίδιο του τον εαυτό, όταν χάνει το σεβασμό των συνανθρώπων του. Τότε σα να προσπαθούσα να εξορκίσω τα τέρατα που γεννούσε η τυφλότητα της λογικής, άρχισα να γράφω τις πιο απλές απ’ όλες τις ιστορίες: ένας άνθρωπος ψάχνει για έναν άλλο άνθρωπο συνειδητοποιώντας ότι στη ζωή δεν είναι τίποτα άλλο περισσότερο σημαντικό από την επικοινωνία με τον άλλο άνθρωπο». Και είναι ακριβώς η στιγμή που ο άνθρωπος εγκλωβιζόμενος στον τεχνητό κόσμο των κίβδηλων και εφήμερων ιδανικών της λάμψης του ατομικού κέρδους και της ασφάλειας των βεβαιοτήτων που οι πολιτικά και οικονομικά κυρίαρχοι προβάλλουν ως μοναδική αλήθεια χάνει την εικόνα του άλλου ανθρώπου και οδηγείται στο σκοτάδι της τύφλωσης. «Γιατί τυφλωθήκαμε; Δεν ξέρω, ίσως μια μέρα να καταφέρουμε να μάθουμε το λόγο. Θέλεις να σου πω αυτό που νομίζω; Λέγε. Νομίζω ότι δεν τυφλωθήκαμε, νομίζω ότι είμαστε τυφλοί. Τυφλοί άνθρωποι που μπορούν να δουν. Τυφλοί άνθρωποι που μπορούν να δουν, αλλά δε βλέπουν».

Ζοζέ Σαραμάγκου, Περί τυφλότητας

 Το μυθιστόρημα θεωρείται σταθμός στη συγγραφική δραστηριότητα του Ζοζέ Σαραμάγκου (1995). Mια αντιολοκληρωτική αλληγορία. Πρόκειται για την ιστορία μιας ανεξήγητης μαζικής επιδημίας τύφλωσης που μολύνει σχεδόν όλους τους κατοίκους μιας πόλης που δεν κατονομάζεται, καθώς και της κοινωνικής κατάρρευσης που ακολουθεί. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τις δυσκολίες χαρακτήρων οι οποίοι είναι από τους πρώτους που χτύπησε η επιδημία, ενώ επικεντρώνεται στη σύζυγο του γιατρού, τον ίδιο τον γιατρό, αρκετούς από τους ασθενείς του και διάφορους άλλους που βρίσκονται τυχαία στο δρόμο τους. Αυτή η ομάδα ανθρώπων συσπειρώνεται σε ένα είδος οικογενειακής μονάδας ώστε να επιβιώσουν μέσω της ευστροφίας τους και της ανεξήγητης τύχης της συζύγου του γιατρού που γλίτωσε από την τύφλωση.

Ντάνιελ Ντεφόου, Ημερολόγιο της Χρονιάς της Πανούκλας

Ο Ντάνιελ Ντεφόου (1660-1731), συγγραφέας του πασίγνωστου Ροβινσόνα Κρούσου, γράφει τρία χρόνια αργότερα την Πανούκλα στο Λονδίνο, για να εξιστορήσει τα γεγονότα της τελευταίας μεγάλης επιδημίας πανούκλας που ξέσπασε στο Λονδίνο και σε άλλες πόλεις της Αγγλίας το 1665-66. Η Πανούκλα στο Λονδίνο στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία ο Ντεφόου διερεύνησε εξονυχιστικά, αντλώντας τις πληροφορίες του από χρονικά της εποχής, γραπτές και προφορικές μαρτυρίες και επίσημα έγγραφα, για να συνθέσει τη μαρτυρία ενός φανταστικού αυτόπτη μάρτυρα πιο ζωντανή και στην ουσία της ακριβέστερη από κάθε «πραγματικό» χρονικό. Η Πανούκλα στο Λονδίνο, «το μυθιστορηματικό πορτρέτο μιας πόλης τη στιγμή που αγωνιά» (Der Spiegel), μας δίνει μια εκπληκτικά «μοντέρνα» εικόνα της ανθρώπινης και κοινωνικής συμπεριφοράς σε μια μεγαλούπολη που αποδιοργανώνεται, αλλά και αντιστέκεται με όσα μέσα και γνώση διαθέτει στον αιφνιδιαστικό μαζικό θάνατο.

Αλμπέρ Καμύ, Η Πανούκλα

Μια άνοιξη της δεκαετίας του ’40, στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της Αλγερίας (γαλλική επαρχία τότε), ο γιατρός Ριέ βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο επισκέψεων στους ασθενείς του και σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα πεθαμένο ποντίκι. Το γεγονός του φαίνεται περίεργο για την τακτοποιημένη και καθαρή πόλη. Τις επόμενες ημέρες και για ένα μήνα, χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από τα υπόγεια, τα κελάρια και τους υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους δρόμους της πόλης, ανησυχώντας και αναστατώνοντας τους κατοίκους. Αμέσως μετά, θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα, με συμπτώματα πυρετού, λήθαργο, κόκκινα μάτια, σκασμένα χείλη, πρησμένους βουβώνες, παραλήρημα, κηλίδες στο σώμα και που, εικοσιτέσσερις ώρες μετά, καταλήγουν στον θάνατο. Ο γιατρός Ριέ και ο γηραιότερος γιατρός Καστέλ, υποψιασμένοι αλλά και έκπληκτοι, θα διαπιστώσουν ότι πρόκειται για τη βουβωνική πανώλη, τον “Μαύρο θάνατο” του Μεσαίωνα, που θεωρείται ότι είχε εκλείψει από τη δύση. Οι επίσημες αρχές, διστακτικές στην αρχή να λάβουν κάποια μέτρα, δεν θα αργήσουν μετά να υποκύψουν μπροστά στους αριθμούς. Ο αριθμός των θανάτων ανεβαίνει σχεδόν γεωμετρικά μέρα με τη μέρα. Πενήντα, ενενήντα, εκατόν τριάντα…

Νόρμαν Σπίνραντ, Τα χρόνια της αρρώστιας

Είναι μια συγκλονιστική νουβέλα που περιγράφει ένα πολύ κοντινό μας μέλλον… Η ανθρωπότητα καταδυναστεύεται από έναν ιό (που θυμίζει πολύ έντονα το πρόβλημα της εποχής μας). Το ανθρώπινο γένος στα όρια της παράκρουσης επιδίδεται στις πιο ξέφρενες απολαύσεις, όπου το σεξ και η βία αγγίζουν τις ακραίες τους εκφράσεις. Οι ζωντανές περιγραφές του και η σκληρή του γλώσσα εικονογραφούν γλαφυρά μια τρελή, μανιακή εποχή, μέσα από τις διηγήσεις των τεσσάρων πρωταγωνιστών, που αν και εντελώς διαφορετικοί βρίσκονται μπλεγμένοι σε μια απελπισμένη μάχη που θα κρίνει το μέλλον του είδους μας.

Mάργκαρετ Άτγουντ, Όρυξ και Κρέικ

Τα γουρούνια μπορεί να μην πετούν, αλλά σίγουρα έχουν υποστεί κάποια περίεργη μετάλλαξη. Το ίδιο ισχύει και για τους λύκους και τα ρακούν. Ένας άνδρας που κάποτε ονομαζόταν Τζίμι τώρα αυτοαποκαλείται Χιονάνθρωπος και ζει σ’ ένα δέντρο, τυλιγμένος με παλιά σεντόνια. Η φωνή της Όρυξ, της γυναίκας που αγάπησε, τον στοιχειώνει και τον περιπαίζει. Και τα Παιδιά του Κρέικ με τα πράσινα μάτια είναι, για κάποιο λόγο, δική του ευθύνη. Καλωσήρθατε στον εξωφρενικό κόσμο της Μάργκαρετ Άτγουντ. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Μάργκαρετ Άτγουντ, Η χρονιά της πλημμύρας

 Σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον, η οικολογική καταστροφή και η εξαθλίωση της ανθρώπινης ύπαρξης αποτελούν πλέον γεγονός. Ο Αδάμ Ένα, ο καλοσυνάτος ηγέτης των Κηπουρών του Θεού -μιας παραθρησκευτικής σέκτας που έχει αφιερωθεί στη συμφιλίωση της επιστήμης και της θρησκείας, καθώς και στη διατήρηση των φυτικών και ζωικών ειδών- είχε προβλέψει από καιρό μια φυσική καταστροφή που θα άλλαζε τη μορφή της Γης. Και δυστυχώς επαληθεύεται. Μόνο δύο γυναίκες φαίνεται να έχουν επιζήσει: η Ρεν, μια νεαρή χορεύτρια που είχε βρει καταφύγιο σε στριπτιζάδικο, και η Τόμπι, μέλος της σέκτας Κηπουροί του Θεού, που έχει απομονωθεί σ’ ένα πολυτελές σπα. Άραγε υπάρχουν άλλοι επιζήσαντες; Η κολλητή της Ρεν; Ο αγαπημένος της Τζίμι; Καθώς ο Αδάμ Ένα και οι οπαδοί του προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα σ’ ένα μεταλλαγμένο κόσμο, η Ρεν και η Τόμπι θα πρέπει να ανακαλύψουν κι αυτές νέο νόημα στη ζωή τους.

Μάργκαρετ Άτγουντ, Το τέλος του κόσμου

Ο πληθυσμός της Γης έχει αποδεκατιστεί από κάποια εργαστηριακά κατασκευασμένη πανδημία. Έχουν επιβιώσει μόνο μια μικρή ομάδα ανθρώπων και οι Κρεϊκάνθρωποι με τα πράσινα μάτια – καλοκάγαθα ανθρωποειδή που δημιούργησε ο Κρέικ για ν’ αντικαταστήσει τους ανθρώπους. Η Τόμπι, κάποτε μέλος των Κηπουρών του Θεού και ειδική στα μανιτάρια και στις μέλισσες, είναι ερωτευμένη με τον Ζεμπ, ο οποίος έχει ενδιαφέρον παρελθόν. Μαζί με τον προφήτη των παιδιών του Κρέικ, τον Χιονάνθρωπο-τον-Τζίμι, την Αμάντα, τον Δρυοκολάπτη, την Πονηρή Αλεπού και τους υπόλοιπους Φρικόπλαστους, ιδιοφυείς βιοεπιστήμονες, παλεύουν να επιβιώσουν και να σωθούν απ’ την επίθεση των μοχθηρών Πονοσφαιριστών και των οργανόχοιρων, διαγενετικών γουρουνιών με ανθρώπινα όργανα.

Μοιραστείτε το άρθρο